Σάββατο 29 Δεκεμβρίου 2018

Παιδικές αναμνήσεις: Ο Σταθάκος

[[ Τάκης Μάρκου ]]

2ο μέρος
Στον μύλο υπήρχε ένα δίκανο. Ο Σταθάκος το έπαιρνε και το χάϊδευε, το καθάριζε, το γυάλιζε και του καλάρεσε να γίνει κυνηγός. Άρχισε να κάνει παρέα με κάποιους κυνηγούς του χωριού, και μας έλεγε καθημερινά τις ιστορίες που άκουγε από τα κυνήγια τους. Έτσι είπε ο Τσιβιδέλης, αυτά είπε ο Μπουρδούκης, τόσους λαγούς σκότωσε ο Λουκάς ο Κουκούλας. Άρχισε να μας μιλάει για κυνηγόσκυλα που κυνηγούν λαγούς, για πουλόσκυλα, για γκέκες κλπ. Το έδωσαν και κάποια σκυλιά, αλλά η θείτσα Ντίνα του έβαλε τις φωνές. Μας κουβάλησε μια μέρα ένα κοντοπόδαρο σκυλί, του οποίου σερνόταν η κοιλιά στη γη. Το ονόμασε Λάικα, από το σκυλί που έστειλαν οι Σοβιετικοί στο διάστημα. «Ρε», του λέγαμε, «αυτό το σκυλί φρενάρει με την κοιλιά. Τι πουλιά θα κυνηγήσει;» Πήγε κάποιες φορές για κυνήγι κρυφά από τον πατέρα του, αλλά του πέρασε γρήγορα η καψούρα του κυνηγού.
Είχαμε έναν πρώτο ξάδερφο αεροπόρο της πολεμικής αεροπορίας, τον Γιαννάκη. Όποτε του δινόταν η ευκαιρία, πετούσε πάνω από το χωριό για να χαιρετήσει τη μάνα του, τη θεία τη Γαρούφω, όπως την έλεγε, γιατί της είχε αδυναμία. Έκανε βουτιά με το αεροπλάνο προς τη στέγη του σπιτιού του και μετά το σήκωνε και το βίδωνε στον αέρα, λες και ήταν ένα παιγνίδι. Κάποιες φορές έκανε κατακόρυφη ανακύκλωση και πολλά άλλα κόλπα, που τρέλαιναν τον Σταθάκο. Έτσι νωρίς πήρε την απόφαση να γίνει κι αυτός πιλότος. Τρέλα με το αεροπλάνο! Βρισκόμασταν στην αίθουσα και πέρναγε αεροπλάνο; ο Στάθης πεταγόταν στο παράθυρο ή έξω στο μπαλκόνι να το χαζέψει. Μάταια του φώναζε η καθηγήτρια ή ο καθηγητής να ηρεμήσει. Κι αυτό συνεχίστηκε σε όλες τις τάξεις του Λυκείου, μέχρι που πραγματοποιήθηκε η λόξα του.

Η συνέχεια >>> VAGIABlog…

Στη δεύτερη τάξη του Λυκείου απόχτησε κι άλλο χόμπυ. Μαζί με τον Φίλη τον Μπούζα μπουκώνανε την ξυλόσομπα, αυτή κάπνιζε, ντουμάνιαζε η τάξη κι εμείς κάναμε πως δεν αντέχαμε τον καπνό- πήγαινε σύννεφο ο προσποιητός βήχας- οπότε βρίσκαμε την ευκαιρία και την κοπανάγαμε τις δύο τελευταίες ώρες.
Στο Λύκειο κατέβασε τις στροφές στα μαθήματα. Να τεμπέλιασε; Να ήταν η εφηβεία; Εκείνος ξέρει. Έτσι συχνά- πυκνά ζητούσε τη βοήθειά μου στις εργασίες. Αυξήθηκε η βοήθειά του προς τον πατέρα του στον μύλο και η διάθεσή του για διάβασμα έγινε αντιστρόφως ανάλογη. Από τα γυμνασιακά χρόνια είχε καλλιεργήσει και βελτιώσει την αντιγραφή στα πρόχειρα διαγωνίσματα. Το βιβλίο του μαθήματος, στο οποίο εξεταζόμασταν, ανοιχτό στον πάτο του θρανίου κι αυτός αετίσιο μάτι. Πάντα απορούσα με την επιδεξιότητα να γυρίζει τις σελίδες με το πόδι και να βρίσκει τις σελίδες με τις απαντήσεις. Σαν ζογκλέρ, βρε παιδί μου!
Το απογευματάκι ντυμένος στην τρίχα, περιποιημένο το μαλλί, πήγαινε την τακτική του βόλτα. Όταν επέστρεφε, περνούσε από το σπίτι μου τη νύχτα, πίσω από τα κουφωμένα ξύλινα πατζούρια τον περίμεναν τα τετράδιά μου, που τα έπαιρνε κι έκανε αντιγραφή στα θετικά μαθήματα και στα αρχαία ελληνικά ή τα λατινικά. Στα νέα ελληνικά και στην έκθεση έκανε τις κατάλληλες παραλλαγές και την άλλη μέρα κύριος από άποψη εργασιών. Με ζάλιζε με τη γκρίνια της η συχωρεμένη η μάνα μου, πως έτσι αντιγράφοντας έτοιμη δουλειά, του κάνω κακό, αλλά ήξερα πως θα τα καταφέρει στη σχολή Ικάρων, ακόμη και με αντιγραφή. Το κουσούρι του αντιγραφέα το συνέχισε, πράγματι και σαν σπουδαστής στην Ικάρων.
Οι νεανικές τρέλες εντάθηκαν. Στην μαθητική παρέα μας στην πρώτη τάξη του Λυκείου προστέθηκαν δυο κορίτσια, που ήρθαν από την Αθήνα, γιατί ο πατέρας τους πήρε μετάθεση στον σιδηροδρομικό σταθμό του χωριού- σταθμαρχίνες τις βγάλαμε. Νοστιμούλες και ο εφηβικός οίστρος έσπρωξε ένα βράδυ τον Σταθάκο με τέσσερα- πέντε άλλα παιδιά, να πάρει στη ζούλα το φορτηγό του κυλινδρόμυλου για να τις επισκεφθούν, γιατί ο σταθμός απείχε γύρω στα πέντε χιλιόμετρα από το χωριό μας. Κόλλησε, όμως στις λάσπες το φορτηγό- δυο μέρες είχε, που έβρεχε ασταμάτητα- οπότε οι κοπέλες έχασαν τους απρόσκλητους επισκέπτες. Αναγκάστηκαν κάποιοι απ’ αυτούς να περπατήσουν με τα πόδια για να έρθουν πίσω, να αναζητήσουν κάποιον με τρακτέρ, που έσπευσε να τραβήξει το αυτοκίνητο και να το βγάλει από τις λάσπες. Έτσι γύρισαν άπραγοι οι κολλητοί μας και το επόμενο πρωί, σαν μάθαμε το πάθημά τους, έγιναν το αντικείμενο για να κάνουμε καζούρα.
Δεν ενδιαφερόταν ο Σταθάκος για κάποια από τις δύο σταθμαρχίνες. Άλλος ήταν καψούρης, αλλά του έμεινε η καψούρα. Ο ξάδερφος είχε καψουρευτεί άλλην, από το χωριό, κι όταν πήγαινε να την συναντήσει εγώ περνούσα την αγωνία του. Γιατί το ‘χε συνήθειο να έρχεται να δανείζεται το ρολόι μου για να είναι ακριβής στην ώρα του. Μου είχε αγοράσει ο πατέρας μου τότε ένα καλό λαθραίο ρολόι χειρός από τον Τσάρλεστον, ένα Βαγαίο, κάτοικο Βελγίου, που έκανε λαθρεμπόριο με κάθε είδους πράγματα που έφερνε από το Βέλγιο. Είχε φέρει, λοιπόν, ένα ρολόι Rover, και έκανα πλάκα στους φίλους λέγοντας: «Ξεκίνησα από ρολόι Rover για να πάρω οσονούπω και κούρσα Rover». Τα αυτοκίνητα αυτής της μάρκας ήσαν πολύ καλά τη δεκαετία 1960- 70, που αναφερόμαστε. Πάνω στο καλαμπούρι πέταγα και κάποιες λέξεις που σκοτώνανε γιατί ήμουν πολύ καλός χρήστης της γλώσσας. Μπορεί να ακολούθησα τις θετικές επιστήμες, αλλά άνετα θα μπορούσα να βρεθώ και στη Νομική, για να πραγματοποιήσω την επιθυμία του φιλόλογού μας του κ. Πάγκαλου, που επέμενε να γίνω δικαστικός. Με κέρδισε, όπως, η επιθυμία του φυσικού μας του κ. Θεοδωρόπουλου- του είχαμε κολλήσει το παρατσούκλι Μπούτσικος.
Αγωνία, λοιπόν, στα ραντεβουδάκια του ξάδερφου μήπως τον κάνουν τσακωτό οι δικοί της και τον κάνουν τουλομοτύρι στο ξύλο. Στα θέματα ηθικής τότε μπορούσαν να γίνουν και εγκλήματα. Ποιος είχε την όρεξη του μπαρμπα-Χρήστου να τον ακούει να μου ψέλνει τον εξάψαλμο- κατέβαζε όλους τους αγίους επί γης- που έκανα πλάτες στον ομορφονιό του. Βλέπεις, όταν κάποιος κάνει νεανικές τρέλες είναι καλά- και είπαμε δυο φοράδες έσκασε ο μπαρμπα-Χρήστος για χατίρι της θειας-Ντίνας- αλλά όταν στα κάνουν τα παιδιά σου βγάζεις καντήλες. Από την άλλη, αν έτρωγε την μανέλα του ο ερωτιάρης ξάδερφος, μπορεί να του έσπαγαν και το ρολόι μου. Ε όχι, άλλοι να χουφτώνουν κι άλλοι να πληρώνουν! Τελικά τη γλύτωσε το ρολόι και μ’ έβγαλε τόσο στα φοιτητικά χρόνια, όσο και στο στρατό. Γερό ρολόι, αλλά δεν αξιώθηκα να πάρω ίδιας μάρκας αυτοκίνητο.
Στην τελευταία τάξη του Λυκείου είχαμε κατασταλάξει για την μελλοντική μας πορεία, εγώ στη Φυσικομαθηματική σχολή, ο Σταθάκος στην στρατιωτική σχολή Ικάρων, ο Νικολής στο Πολυτεχνείο- αλλά η ζωή δεν του έκανε το χατίρι και βρέθηκε κι αυτός στη Φυσικομαθηματική. Έτσι επικεντρωθήκαμε στα θετικά μαθήματα. Σχεδόν αυτοδίδακτοι, γιατί φροντιστήριο προετοιμασίας για εισαγωγικές εξετάσεις δεν υπήρχε. Είχαμε, όμως, γνώσεις και καλές βάσεις στα θεωρητικά μαθήματα, οπότε τα βγάζαμε πέρα ικανοποιητικά στα Αρχαία και στα Λατινικά- το σχολείο μας ήταν κλασικών σπουδών. Κάναμε τις ζαβολιές μας, πήραμε κάτι μικροαποβολές- μονοήμερες ή διήμερες και φτάσαμε στον Μάρτη. Θα παίζαμε το τελευταίο θεατρικό έργο σαν μαθητές, με τίτλο «Ο χορός του Ζαλόγγου». Κάναμε την πλάκα μας στην καθηγήτρια των αγγλικών, μια νεαρή, την κ. Λεπιδάκη. Όσο κι αν μας συμπαθούσε ο Λυκειάρχης και μαθηματικός μας, ο κ. Κάβουρας, μας τιμώρησε με μονοήμερη αποβολή. Αντί να πάμε στα σπίτια μας, θα ήμασταν πέντε- έξι αγόρια, πήραμε, λοιπόν, το λεωφορείο και βρεθήκαμε στο γειτονικό χωρίο, τις Θεσπιές, όπου σε ένα καφενείο ήπιαμε τα ουζάκια μας και στη συνέχεια επιστρέψαμε στο χωριό μας. Είπαμε στο οδηγό του λεωφορείου να κάνει στάση μπροστά στο σχολείο, όπου κάναμε αισθητή την παρουσία μας με τον σχετικό χαβαλέ και καταλήξαμε σε ένα τσαγκαράδικο, ένα από τα στέκια μας. Ο Λυκειάρχης έστειλε έναν μαθητή της μικρότερης τάξης να μας φωνάξει να επιστρέψουμε στο σχολείο για να κάνουμε πρόβα στο θεατρικό, γιατί εγώ και ο Νικολής ήμασταν οι πρωταγωνιστές, αλλά και τα υπόλοιπα παιδιά είχαν μικρότερους ρόλους. Είπαμε στον μαθητή να του πει πως αν μας ήθελε να μην μας είχε αποβάλει. Δεν μπορούσε η αγγλικού να ήταν πάνω από τις Σουλιώτισσες! Εφ’ όσον, λοιπόν, βρισκόμασταν σε αποβολή δεν θα επιστρέφαμε- εφηβική επανάσταση ή εφηβικοί τσαμπουκάδες; Τις υπόλοιπες μέρες τα δώσαμε όλα στις πρόβες και βγήκε μια πολύ πετυχημένη παράσταση.
Κι ενώ με την καθηγήτρια των Αρχαίων και των Νέων Ελληνικών τα πηγαίναμε πολύ καλά, είχαμε κόντρα με την καθηγήτρια των Λατινικών. Αυτή σημάδεψε τις τελευταίες σχολικές μας μέρες. Ο Σταθάκος στις γραπτές εξετάσεις καθόταν μια θέση πίσω από μένα, εφόσον καθόμασταν με αλφαβητική σειρά. Εξπέρ στην αντιγραφή, λίγο πλάγια να έκανα εγώ, έβλεπε τα πάντα με το αετίσιο μάτι του. Στα Λατινικά ήταν κουμπούρας. Έτσι κι έχανε το μάθημα και παραπεμπόταν για επανεξέταση τον Σεπτέμβρη, έχανε τις εξετάσεις στη Σχολή Ικάρων. Αγωνία, λοιπόν, ο ξάδερφος και οι ελπίδες του πάνω μου. Αρχίσαμε να γράφουμε. Έκανα λίγο πλάγια την κόλλα και ο Σταθάκος επί το έργον… Η καθηγήτρια, όμως, των Λατινικών, του την είχε στημένη. Όρμησε να του μονογράψει την κόλλα και εκεί έγινε η μεγάλη φάση. Κοντραριστήκαμε άγρια στα λόγια- μέχρι κομπλεξική την αποκάλεσα- τσαλάκωσα το γραπτό μου και της το πέταξα προκαλώντας την να μηδενίσει κι εμένα. Ο Σταθάκος την είπε χαιρέκακη και πως θα ευχαριστιόταν να μην δώσει εξετάσεις. Με την επέμβαση της άλλης καθηγήτριας, έληξε το επεισόδιο. Άπλωσε την τσαλακωμένη κόλλα μου και μου ζήτησε να συνεχίσω, ενώ στον Στάθη σημείωσε μέχρι το σημείο που είχε γράψει και του είπε να γράψει από ‘κει και πέρα μονάχος του. Αφού τελείωσε η εξέταση, το θέμα έφτασε στον σύλλογο των καθηγητών, επιμένοντας η καθηγήτρια των Λατινικών, να μας δοθεί απολυτήριο με τον χαρακτηρισμό της διαγωγής σε «Κοσμία». Μας έσωσε ο Λυκειάρχης που μας συμπαθούσε ιδιαίτερα γιατί γνώριζε τον χαρακτήρα μας, ο οποίος υποστήριξε πως δεν τιμούσε το σχολείο να στείλει σε ανώτατες σχολές δύο μαθητές του με μειωμένη τη διαγωγή. Τελικά πήραμε απολυτήριο έχοντας στο μάθημα των Λατινικών ο Σταθάκος την βάση κι εγώ τρεις μονάδες πάνω από τη βάση.
Εδώ θα κάνω μια παρένθεση. Μερικά χρόνια αργότερα, ένας συμπατριώτης μας- που παρίστανε τον αριστερό αλλά είχε καπιταλιστική ιδεολογία για το φτηνό σαρκίο του και απασχόλησε τον τύπο και την τηλεόραση για την εκμετάλλευση της παρούσας πολιτικής κατάστασης για να κάνει δώρο στον εαυτό του της τάξης εκατοντάδων χιλιάδων σε περίοδο οικονομικής κρίσης, όταν κάποιοι αυτοκτονούσαν από απόγνωση- σε μια συζήτηση μου είπε πως στα μάτια του φαντάζαμε- αυτός ήταν λίγα χρόνια μικρότερος- σαν ατίθασοι κι αλήτες. Αγαπητέ μου, εμείς τα αλητάκια υπηρετήσαμε την πατρίδα μας και δεν πήραμε παρά μόνο τους μισθούς μας. Δεν ήρθαμε αλεξιπτωτιστές μόλις ανέλαβε η αριστερή κυβέρνηση για να πάρουμε σε μια νύχτα, όσα βγάλαμε σε ιδρώτα δε όλη μας τη ζωή! Αμολήσαμε τη νιότη μας και ζήσαμε την ανεμελιά μας. Με την αλητεία μας δεν βλάψαμε τους συνανθρώπους μας, όπως εσύ με την πολιτική αγυρτεία σου! Κλείνει η παρένθεση.
Δώσαμε εξετάσεις και περάσαμε με την πρώτη φορά, κάνοντας φροντιστήριο λίγων ημερών εκείνο το καλοκαίρι, κι έτσι αποχωριστήκαμε, μετά από δεκαοχτώ χρόνια. Βρισκόμασταν στις διακοπές των γιορτών και λίγο το καλοκαίρι. Βρεθήκαμε για τα καλά όταν τοποθετήθηκα σαν έφεδρος αξιωματικός σε στρατιωτική μονάδα του Βόλου. Ο Σταθάκος υπηρετούσε με μια μοίρα της πολεμικής αεροπορίας στο αεροδρόμιο της Αγχιάλου, στη Μαγνησία. Στο Βόλο πήγα τον Μάρτιο του 1976 υπηρετώντας στη μοίρα του πυροβολικού που υποστήριζε τους πεζοναύτες. Δυο νέοι αξιωματικοί τοποθετηθήκαμε σ’ αυτή τη μονάδα. Σαν μαθητές της Σχολής Πυροβολικού ήμασταν στον ίδιο θάλαμο- εκείνος Μαθηματικός- κι όταν μάθαμε την τοποθέτηση στον Βόλο συμφωνήσαμε να συγκατοικήσουμε. Πρώτος έφτασα εγώ- ο άλλος, Μάρκος στο μικρό του όνομα- παρέμεινε είκοσι μέρες επιπλέον στη σχολή για να πάρει την ειδικότητα του τοπογράφου. Έτσι μέχρι να έρθει και να βρούμε διαμέρισμα, φιλοξενήθηκα από τον Σταθάκο. Μοιραστήκαμε την γκαρσονιέρα του, όπως στα παιδικά μας χρόνια το κοινό μας στρώμα. Μου έδειξε τα κατατόπια του νέου τόπου, όπου θα περνούσα τους επόμενους δεκαεπτά μήνες και συχνά- πυκνά κάναμε παρέα κι όταν στη συνέχεια εγκαταστάθηκα σε δικό μου διαμέρισμα. Με πήγε σε όλα τα χωριά του Πηλίου, αλλά και τα παραθαλάσσια γύρω από τον Βόλο.
Μια φορά συμμετείχαμε στην ίδια αποβατική άσκηση στην Σκύρο. Εγώ σαν σύνδεσμος πυροβολικού με τα τρία τάγματα των πεζοναυτών καθόριζα τα πυρά της μοίρας μου, με βάση τις υποδείξεις των ταγματαρχών τους και ο Σταθάκος με άλλα αεροπλάνα έκανε εικονικούς βομβαρδισμούς. Ο ξάδερφος ήταν ένας από τους καλύτερους πιλότους της Πολεμ. Αεροπορίας, προκαλώντας τον θαυμασμό και τον σεβασμό σε πολλές σειρές αεροπόρων. Και διακρινόταν από τους άλλους με τον τρόπο που έκανε τις εφορμήσεις του. Το διασκεδάσαμε δεόντων και είχαμε σύντομη επαφή διαμέσου ασυρμάτου.
Μετά ο ξάδερφος πήρε μετάθεση λίγων μηνών στη Θεσσαλονίκη. Ανέλαβα να βγάζω την κοπελιά του βόλτα και στάθηκα η αφορμή να διατηρήσουν το δεσμό τους, που κατέληξε στο γάμο τους. Έτσι έγινα η αιτία να χάσει την ελευθερία του και να χορέψει τον χορό του Ησαΐα. Λίγο πριν πάρω μετάθεση από τον Βόλο επέστρεψε ο Σταθάκος στην μονάδα του στην Αγχίαλο και μου δόθηκε η ευκαιρία να ανταποδώσω την φιλοξενία μέχρι να εγκατασταθεί στο νέο του διαμέρισμα, που συνέπεσε να είναι στη ίδια πολυκατοικία, που έμενα εγώ. Κι όταν πήρα την μετάθεση για το Μ. Πεύκο με φιλοξένησε το τελευταίο βράδυ στης παραμονής μου στο Βόλο στο διαμέρισμά του. Μα ήταν ένα μοιραίο βράδυ. Αυτό το βράδυ από βραχυκύκλωμα πήρε φωτιά ο κυλινδρόμυλος στο χωριό και καταστράφηκε εντελώς. Τα δυσάρεστα νέα μας τα είπε η κοπελιά του στις πέντε το πρωί, όταν μας ξύπνησε για να μας ειδοποιήσει, επειδή μόλις είχε εγκατασταθεί ο ξάδερφος στο νέο του διαμέρισμα και το ΟΤΕ δεν είχε κάνει την τηλεφωνική σύνδεση. Ο μύλος, ο τόπος τόσων κοινών δράσεων και αναμνήσεων δεν υπήρχε πλέον! Με βαριά καρδιά αποχαιρετηθήκαμε το πρωί και αναχώρησα για την Αθήνα.
Λίγα χρόνια αργότερα, κι αφού είχε παντρευτεί, ένα απόγευμα Μ. Παρασκευής πίναμε τον καφέ μας στο ζαχαροπλαστείο του Θανάση, το «Αθηναϊκόν», οπότε κάθισε απέναντί μας μια μικρή παρέα από κοπέλες. Μια από αυτές ήταν ιδιαίτερα όμορφη και είχε εντυπωσιακά ωραία μάτια. Κέντρισε το ενδιαφέρον του ξάδερφου και ζήτησε να μάθει ποια ήταν. Αυτή η κοπέλα, δυο μήνες πιο μπροστά είχε προκαλέσει και το δικό μου ενδιαφέρον. Που είπα, λοιπόν, ποια ήταν κι εκεί του ζήτησα να στοιχηματίσει πως μέχρι το καλοκαίρι θα την είχα φέρει στο σόι μας. Από αυτό το στοίχημα βρέθηκα κι εγώ παντρεμένος!
Έτσι, λοιπόν, πορευτήκαμε στη ζωή με τον ξάδερφο τον Σταθάκο. Και τώρα παππούδες- και οι δυο με δύο εγγόνια ο καθένας μας- όποτε βρισκόμαστε αναθυμόμαστε τα παλιά…



Δεν υπάρχουν σχόλια: