Παρασκευή 7 Ιανουαρίου 2011

Ευαγγελικές αντιφάσεις που γεννούν ερωτηματικά…

[[ δαμ-ων ]]

Υπάρχουν φορές, όταν βλέπουμε ολιστικά την Κ. Διαθήκη, που συναντάμε πολλές αντικρουόμενες διδαχές. Δεν μας καλύπτει η ρήση: «Πίστευε και μη ερεύνα». Είμαστε θιασώτες του «ερευνάτε τας Γραφάς». Μέσα από την έρευνα βρίσκουμε αντιφάσεις, που μας προβληματίζουν. Μπορεί ο Διδάσκαλος να είπε λόγια που αντικρούονται; Είναι δυνατόν να έπεσε σε αντιφάσεις ο Θεάνθρωπος; Μήπως οι αντιφάσεις δεν είναι στα λεγόμενά Του, στις διδαχές Του, αλλά είναι αντιφάσεις που εισήγαγαν οι συγγραφείς των ευαγγελίων ή είναι προσθήκες των αντιγραφέων τους;
Σχετικά με τη συγγραφή των ευαγγελίων υπάρχουν διαφωνίες μεταξύ των μελετητών. Οι θεολόγοι θεωρούν παλιότερο το κατά Ματθαίον. Σήμερα έχει διαπιστωθεί με ακρίβεια ότι το ευαγγέλιο που πιστεύονταν ότι είναι του Ματθαίου δεν είναι το αρχαιότερο και ότι το κατά Μάρκον ευαγγέλιο συντάχτηκε πρωτύτερα.
Σύμφωνα λοιπόν με τις μελέτες των κειμένων αλλά και τις πληροφορίες από διάφορους συγγραφείς, είναι δυνατή η χρονολόγηση των κειμένων της Καινής Διαθήκης. Έτσι πιστεύεται πως το ευαγγέλιο του Μάρκου είναι το παλαιότερο (65-75 μ.Χ), ακολουθεί αυτό του Λουκά (80 μ.Χ.) και Ματθαίου (85-90 μ.Χ.) ο οποίος μοιάζει να στηρίχτηκε πάνω στο κείμενο του Μάρκου ενώ τελευταίο μένει το ευαγγέλιο του Ιωάννη (95-110 μ.Χ.) Στο διάστημα των 35- 70 χρόνων από την εποχή της διδασκαλίας του Ιησού μέχρι τη συγγραφή των Ευαγγελίων, δεν μπορεί να αποδόθηκαν αυτούσιες οι διδαχές Του. Υπήρξαν αλλοιώσεις και προσθήκες από στόμα σε στόμα. Άραγε, δεν συμβαίνει τακτικά να ακούνε δύο ή περισσότεροι ακροατές τα ίδια λόγια από έναν ομιλητή και να αντιλαμβάνονται ή να ερμηνεύουν με εντελώς διαφορετικό τρόπο τα λεγόμενά του;
Σχετικά με τις αντιφάσεις υπάρχουν πολλές απόψεις. Ο Κέλσος (περίπου 170 μ.Χ.) μας αναφέρει πως οι Χριστιανοί τροποποιήσανε τρεις ή τέσσερις φορές τα κείμενα τους έτσι ώστε να δυσκολέψουν όλους όσους ασκούσαν κριτική την εποχή εκείνη. Παρόμοια ήταν και το συμπέρασμα του Ωριγένη: «Είναι ένα αποδεκτό γεγονός σήμερα πως υπάρχει μια μεγάλη ποικιλία μεταξύ των χειρόγραφων, που οφείλεται άλλοτε στην απροσεξία των γραφέων ή στην διεστραμμένη αυθάδεια μερικών ανθρώπων να διορθώνουν τα κείμενα ή ξανά στο γεγονός όπου υπάρχουν κάποιοι που προσθέτουν ή διαγράφουν όπως τους ευχαριστεί, βάζοντας τους εαυτούς τους ως διορθωτές.» Που θέλουμε να καταλήξουμε; Υπάρχουν παραβολές ή διδαχές, που αναιρούν άλλες παραβολές ή άλλες διδαχές, σαν να μην ειπώθηκαν από το ίδιο πρόσωπο. Κάποτε φαντάζουν σαν αυτός που τα είπε να μην είχε κατασταλαγμένες απόψεις και να αυτοσχεδίαζε ανατρέποντας τα ίδια τα λεγόμενά του. Παρουσιάζεται σαν ο Ιησούς να μην ήταν ισορροπημένος, αλλά να έλεγε άλλα τη μια φορά και άλλα- μερικές φορές και τα αντίθετα- την άλλη.

Η Συνέχεια >>> εδώ …
Θα παραθέσουμε τη γνωστή παραβολή των “δέκα παρθένων” και ως απλοί κοσμικοί θα φέρουμε τις αντιρρήσεις μας, γιατί στη σκέψη μας έχουμε θέσει σε ανώτερη θέση τον Ιησού απ’ αυτήν που μας επιτρέπουν τα ιερά βιβλία: « Τότε ὁμοιωθήσεται ἡ βασιλεία τῶν οὐρανῶν δέκα παρθένοις, αἵτινες λαβοῦσαι τὰς λαμπάδας ἑαυτῶν ἐξῆλθον εἰς ἀπάντησιν τοῦ νυμφίου. πέντε δὲ ἦσαν ἐξ αὐτῶν φρόνιμοι καὶ αἱ πέντε μωραὶ. αἵτινες μωραὶ λαβοῦσαι τὰς λαμπάδας ἑαυτῶν οὐκ ἔλαβον μεθ' ἑαυτῶν ἔλαιον· αἱ δὲ φρόνιμοι ἔλαβον ἔλαιον ἐν τοῖς ἀγγείοις αὐτῶν μετὰ τῶν λαμπάδων αὐτῶν. χρονίζοντος δὲ τοῦ νυμφίου ἐνύσταξαν πᾶσαι καὶ ἐκάθευδον. μέσης δὲ νυκτὸς κραυγὴ γέγονεν· ἰδοὺ ὁ νυμφίος ἔρχεται, ἐξέρχεσθε εἰς ἀπάντησιν αὐτοῦ. τότε ἠγέρθησαν πᾶσαι αἱ παρθένοι ἐκεῖναι καὶ ἐκόσμησαν τὰς λαμπάδας αὐτῶν. αἱ δὲ μωραὶ ταῖς φρονίμοις εἶπον· δότε ἡμῖν ἐκ τοῦ ἐλαίου ὑμῶν, ὅτι αἱ λαμπάδες ἡμῶν σβέννυνται. ἀπεκρίθησαν δὲ αἱ φρόνιμοι λέγουσαι· μήποτε οὐκ ἀρκέσῃ ἡμῖν καὶ ὑμῖν· πορεύεσθε δὲ μᾶλλον πρὸς τοὺς πωλοῦντας καὶ ἀγοράσατε ἑαυταῖς. ἀπερχομένων δὲ αὐτῶν ἀγοράσαι ἦλθεν ὁ νυμφίος, καὶ αἱ ἕτοιμοι εἰσῆλθον μετ' αὐτοῦ εἰς τοὺς γάμους, καὶ ἐκλείσθη ἡ θύρα. ὕστερον δὲ ἔρχονται καὶ αἱ λοιπαὶ παρθένοι λέγουσαι· κύριε κύριε, ἄνοιξον ἡμῖν. ὁ δὲ ἀποκριθεὶς εἶπεν· ἀμὴν λέγω ὑμῖν, οὐκ οἶδα ὑμᾶς. γρηγορεῖτε οὖν, ὅτι οὐκ οἴδατε τὴν ἡμέραν οὐδὲ τὴν ὥραν ἐν ᾗ ὁ υἱὸς τοῦ ἀνθρώπου ἔρχεται.» (Ματθαίος, κε΄ 1- 13)
Θα δώσουμε στη συνέχεια την μετάφραση: [ Ο ερχομός της βασιλείας του Θεού θα μοιάζει με ό,τι έγινε με δέκα παρθένες. Αυτές πήραν τα λυχνάρια τους και βγήκαν να προϋπαντήσουν το γαμπρό. Πέντε απ’ αυτές ήταν συνετές και πέντε άμυαλες. Οι άμυαλες πήραν τα λυχνάρια τους, μα δεν πήραν μαζί τους και λάδι. Απεναντίας, οι συνετές πήραν μαζί με τα λυχνάρια τους και λάδι στα δοχεία τους. Επειδή όμως ο γαμπρός αργοπορούσε, νύσταξαν όλες και κοιμήθηκαν. Κατά τα μεσάνυχτα ακούστηκε μια φωνή: «έρχεται ο γαμπρός, βγείτε να τον προϋπαντήσετε!» Όλες, λοιπόν, οι παρθένες σηκώθηκαν και τακτοποίησαν τα λυχνάρια τους. Οι άμυαλες είπαν τότε στις συνετές: «δώστε μας από το λάδι σας, γιατί τα λυχνάρια μας σβήνουν». Οι συνετές όμως απάντησαν: «Όχι, γιατί δε θα φτάσει και για μας και για εσάς. Καλύτερα πηγαίνετε στους πωλητές ν’ αγοράσετε για δικό σας». Αλλά ενώ πήγαιναν ν’ αγοράσουν λάδι, ήρθε ο γαμπρός. Τότε οι έτοιμες παρθένες μπήκαν μαζί του στη γιορτή του γάμου, και έκλεισε η πόρτα. Ύστερα από λίγο φτάνουν και οι υπόλοιπες παρθένες κι άρχισαν να φωνάζουν: «κύριε, κύριε, άνοιξέ μας!» Εκείνος όμως τους αποκρίθηκε: «αλήθεια σας λέω, δε σας ξέρω». Να είστε λοιπόν άγρυπνοι, γιατί δεν ξέρετε ούτε την ημέρα ούτε την ώρα που θα έρθει ο Υιός του Ανθρώπου. ]
Προφανώς δεν είναι η ένστασή μας στον συνετό βίο του ανθρώπου . Σίγουρα και πρέπει να ζει σύμφωνα με τους κανόνες που διέπουν τη χρηστή ζωή και την ορθή συμπεριφορά, σεβόμενος τους συνανθρώπους του και το Θείο. Εκείνο που μας έκανε τρομερή εντύπωση στην παραβολή ήταν η άρνηση των γνωστικών παρθένων να μοιραστούν το λάδι τους με τις μωρές. Το θεωρούμε σκληρό. Γιατί ο Ιησούς, που έδωσε την εντολή στους μαθητές: «μήτε αίρετε εις την οδόν, μήτε ράβδους μήτε πήραν μήτε άρτον μήτε αργύριον μήτε ανά δύο χιτώνας έχειν» (Λουκάς, θ΄3) πώς είχε την απαίτηση οι μωρές παρθένοι να έχουν εφεδρικό λάδι; Και πώς στην παραβολή του δικαιολόγησε την πράξη των συνετών (φρονίμων) παρθένων να μη δώσουν λίγο από το εφεδρικό τους λάδι όταν έχει πει: «ο έχων δυο χιτώνας μεταδότω τω μη έχοντι, και ο έχων βρώματα ομοίως ποιείτω.» (Λουκάς, γ΄11). Οι κοπέλες αυτές, που αρνήθηκαν να βοηθήσουν τις μωρές, δεν τήρησαν το: «αγαπήσεις τον πλησίον σου ως σεαυτόν» (Μάρκος, ιβ΄31). Ενήργησαν καθαρά εγωιστικά, κάτι που είναι αντίθετο με τη διδασκαλία του Χριστού. Η εντολή του Κυρίου είναι σαφής: «Εγώ δε λέγω υμίν, αγαπάτε τους εχθρούς υμών, ευλογείτε τους καταρωμένους υμάς, καλώς ποιείτε τοις μισούσιν υμάς, και προσεύχεσθε υπέρ των επηρεαζόντων υμάς και διοκόντων υμάς, όπως γένησθε υιοί του πατρός υμών του εν ουρανοίς, ότι τον ήλιον ανατέλλει επί πονηρούς και αγαθούς και βρέχει επί δικαίους και αδίκους. Εάν γαρ αγαπήσετε τους αγαπώντας υμάς, τίνα μισθόν έχετε; ουχί και οι τελώναι το αυτό ποιούσι; και εάν ασπάσησθε τους φίλους υμών μόνον, τι περισσόν ποιείτε; ουχί και οι τελώναι ούτω ποιούσιν;» (Ματθαίος, στ΄44- 47) Σε τι διέφεραν οι φρόνιμες κοπέλες από τους τελώνες; Κατά τις βιβλικές διηγήσεις οι τελώνες ήσαν άδικοι και εγωιστές. Τίποτα δεν χώριζε τις συνετές από τις μωρές. Ούτε έχθρα, ούτε αντιζηλία, ούτε μίσος. Απεναντίας, τους ένωνε η επιθυμία να βοηθήσουν την τέλεση του γάμου. Και φυσικά η παρουσία των δέκα θα ήταν αποδοτικότερη από την παρουσία μόνον των πέντε.
Το μήνυμα που θέλει να περάσει η παραβολή αυτή είναι εντελώς αντίθετο με αυτό του άσωτου υιού. Μας λέει η παραβολή ότι έτρεξαν με αγωνία οι μωρές παρθένες να βρουν λάδι, γέμισαν τα λυχνάρια τους και ήρθαν στον γάμο. Δεν αδιαφόρησαν. Έτρεξαν αμέσως να αγοράσουν το λάδι που είχε καεί. Και χτύπησαν την κλειστή θύρα ζητώντας να μπουν μέσα. Δεν γύρισαν την πλάτη στο γαμπρό. Θέλησαν να παραβρεθούν στην γαμήλια τελετή. Φώναξαν: «κύριε κύριε, ἄνοιξον ἡμῖν». Και πήραν τη σκληρή απάντηση: «ἀμὴν λέγω ὑμῖν, οὐκ οἶδα ὑμᾶς». Όταν ο πατέρας τρέχει να προϋπαντήσει τον άσωτο υιό, αυτόν που είχε φύγει για χρόνια μακριά του, βγάζει το δαχτυλίδι από το δάχτυλό του και το περνάει στο χέρι του γιού του και σφάζει τον μόσχο τον σιτευτό για να γιορτάσει την επιστροφή του ασώτου, πως μπορεί να λέει ο Κύριος πως δεν τις αναγνωρίζει; Και πως αφήνει εκτός νυμφώνος τις μισές παρθένες όταν μας έχει μιλήσει για το απολωλός πρόβατο: «τις άνθρωπος εξ υμών έχων εκατόν πρόβατα, και απωλέσας εν εξ αυτών, ου καταλείπει τα ενενήκοντα εννέα εν τη ερήμω και πορεύεται επί το απολωλός έως ου εύρη αυτό;» αναρωτιέται ο Διδάσκαλος. Αφήνει τα ενενήντα εννέα για να ψάξει να βρει το ένα! Πώς είναι δυνατό να άφησε εκτός νυμφώνος τις πέντε από τις δέκα κοπέλες; Συνεχίζει: «και ευρών επιτίθησιν επί τους ώμους αυτού χαίρων και ελθών εις τον οίκον συγκαλεί τους φίλους και τους γείτονας λέγων αυτοίς• συγχάρητέ μου ότι εύρον το πρόβατόν μου το απολωλός.» Κάνει μεγάλη χαρά ο βοσκός που βρήκε το ένα πρόβατο που χάθηκε και καλεί στη χαρά τους φίλους και γείτονες για να γιορτάσει την εύρεση του χαμένου. Είναι δυνατό να διώξει ο γαμπρός από τη χαρά του γάμου του- το γλέντι που είναι ήδη έτοιμο- τις πέντε παρθένες επειδή δεν προνόησαν να έχουν εφεδρικό λάδι, τη στιγμή που ο ίδιος είναι υπαίτιος λόγω της αργοπορίας του; Γιατί σε κάποιο άλλο εδάφιο ο Ιησούς λέει: «μη ουν μεριμνήσητε εις την αύριον• η γαρ αύριον μεριμνήσει τα εαυτής•» (Ματθαίος στ΄34). Συμβουλεύει μάλιστα: «δια τούτο λέγω υμίν, μη μεριμνάτε τη ψυχή υμών τι φάγητε και τι πίητε, μηδέ τω σώματι υμών τι ενδύσησθε• ουχί η ψυχή πλείον έστι της τροφής και το σώμα του ενδύματος; εμβλέψατε εις τα πετεινά του ουρανού, ότι ου σπείρουσιν ουδέ θερίζουσιν ουδέ συνάγουσιν εις αποθήκας, και ο πατήρ υμών ο ουράνιος τρέφει αυτά•»( Ματθαίος, στ΄25- 26)
Το ίδιο μήνυμα μεταφέρει ο Ιησούς και με την παραβολή της απωλεσθείσας δραχμής: «ή τις γυνή δραχμάς έχουσα δέκα, εάν απολέση δραχμήν μίαν, ουχί άπτει λύχνον και σαροί την οικίαν και ζητεί επιμελώς έως εύρη; Και ευρούσα συγκαλεί τας φίλας και τας γείτονας λέγουσα• συγχάρητέ μοι ότι εύρον την δραχμήν ην απώλεσα.» (Λουκάς, ιε΄8- 9)
Για να επιστρέψουν στον γάμο οι μωρές παρθένες με αναμένα τα λυχνάρια, σημαίνει ότι όχι μόνον μετάνιωσαν για την παράληψή τους, όχι μόνο επανόρθωσαν αφού με σπουδή και αγωνία έτρεξαν να βρουν λάδι, αλλά ήταν μεγάλη και η επιθυμία τους να πάρουν μέρος στον γάμο. Και ο οικοδεσπότης τις άφησε έξω… Ενώ ο νυμφίος Χριστός είχε πει: «λέγω υμίν ότι ούτω χαρά έσται εν τω ουρανώ επί ενί αμαρτωλώ μετανοούντα ή επί ενενήκοντα εννέα δικαίοις, οίτινες ου χρειαν έχουσι μετανοίας» (Λουκάς, ιε΄ 7) και «ούτω, λέγω υμίν, χαρά γίνεται ενώπιον των αγγέλων του Θεού επί ενί αμαρτωλώ μετανοούντι» (Λουκάς, ιε΄ 10) Δεν ήσαν πονηρές οι μωρές παρθένες. Ήσαν αγαθές- ελαφρόμυαλες θα λέγαμε. Δεν έβαλαν στο νου τους το πονηρό. Επομένως δεν βρίσκονταν έξω από τα λεγόμενα του Ιησού: «μακάριοι οι πτωχοί τω πνεύματι, ότι αυτών εστιν η βασιλεία των ουρανών.» (Ματθαίος,ε΄ 3). Γιατί αρνήθηκε ο γαμπρός την είσοδο στις αγαθές; Και γιατί δέχτηκε τις άλλες, που δεν έδειξαν έλεος και ήσαν σκληρόκαρδες; Δικοί του δεν είναι οι μακαρισμοί: «μακάριοι οι ελεήμονες, ότι αυτοί ελεηθήσονται. μακάριοι οι καθαροί τη καρδία, ότι αυτοί τον Θεόν όψονται. »; (Ματθαίος, ε΄ 7- 8).
Ο Ιησούς δεν είναι ο άτεγκτος κριτής γιατί όπως διαβάζουμε στο ευαγγέλιο: «ήλθε γαρ ο υιός του ανθρώπου σώσαι το απολωλός» (Ματθαίος ιη΄ 11). Ο γαμπρός της παραβολής είναι έξω από την ουσία της διδασκαλίας και της αποστολής του Υιού του Θεού: «ου γαρ απέστειλεν ο Θεός τον υιόν αυτού εις τον κόσμον ίνα κρίνη τον κόσμον, αλλ’ ίνα σωθεί ο κόσμος δι’ αυτού» (Ιωάννης, γ΄ 17)
Επομένως δεν αποδόθηκαν σωστά τα λόγια Του ή δόθηκε αυστηρότερος τόνος στα λεγόμενά Του. Και σχετικά με τον συγγραφέα της παραβολής, που μας την μετέφερε μέχρι τις μέρες μας οι μελετητές της Κ. Διαθήκης μας λένε ότι η παραδοσιακή συγγραφή του Ματθαίου υποστηρίζεται μόνο λίγες φορές, και σχεδόν πάντα από τους πιο συντηρητικούς δίνοντας στον Ματθαίο μια εν μέρει συνεισφορά. Πολλοί συντηρητικοί όμως δεν θεωρούν τον Ματθαίο υπεύθυνο για την τελική μορφή αυτού του ευαγγελίου.
Ο Bruce Metzger κατέστησε σαφές στην εισαγωγή του, The New Testament, it’s background, growth, and content, 1985, 2η έκδοση, Abingdon Press Nashville, σ. 97 ότι ο απόστολος Ματθαίος «δύσκολα μπορεί να είναι ο τελικός συγγραφέας» του ευαγγελίου που του έχει αποδοθεί. Γράφοντας ένα άλλο βιβλίο που έχει σαν στόχο ειδικά τους απολογητές, ο Green γράφει: «Δεν ξέρουμε ακριβώς ποιος είναι αυτός ο Ματθαίος που έγραψε το Ευαγγέλιο. Οι πρώτοι χριστιανοί νόμιζαν ότι ήταν ο Ματθαίος ο τελώνης που έγινε ένας από τους μαθητές του Χριστού, αλλά αυτό είναι απίθανο, γιατί χρησιμοποιεί το Ευαγγέλιο του Μάρκου ως κύρια πηγή του. Θα ήταν πολύ παράξενο για ένα αυτόπτη μάρτυρα να αντλήσει από κάποιον μαρτυρίες όταν εκείνος δεν ήταν παρών. Πιθανόν το όνομα του Ματθαίου να είναι συνδεδεμένο με αυτό του Ευαγγελίου διότι ενσωματώνει πολλά ειδικά υλικά που συγκέντρωσε. Αυτό ήταν, πολύ πιθανό, από τα πολλά λεγόμενα του Ιησού που λείπουν από τον Μάρκο, τα οποία εμφανίζονται στον Λουκά. Ο Ματθαίος, είχε πάρα πολλές ευκαιρίες να καταγράψει τα λόγια του Ιησού».(Who was Jesus?, 1992, Thomas Nelson, σελ. 125)
Πιστεύουμε ότι ταιριάζει περισσότερο στη φύση της διδασκαλίας του Ιησού η παραβολή όπως την παρουσιάζει ο- αιρετικός για την εκκλησία- Ν. Καζαντζάκης. Και, φυσικά, αν το αιρετικό είναι περισσότερο κοντά προς το ουσιαστικό νόημα των λόγων του Διδασκάλου, το ορθόδοξο σε τι αποσκοπεί; Στον εκφοβισμό των πιστών; Τότε γιατί δεν φοβούνται και δεν είναι θεοφοβούμενοι οι λειτουργοί Του, αλλά παραβιάζουν τη διδασκαλία Του; Γιατί άλλα λένε από τον άμβωνα και άλλα πράττουν;
Ας δούμε την Καζαντζακική εκδοχή:
[[ Ζύγωσε ο Ναθαναήλ τον Ιησού να του μιλήσει∙ μα αυτός ήσυχα τον αναμέρισε, άνοιξε δρόμο, ζύγωσε τις παρθένες∙ τα λυχνάρια κουνήθηκαν, τον αφήκαν και πέρασε, στάθηκε στη μέση∙ σήκωσε το χέρι:
- Αδερφές μου παρθένες, είπε, άγγιξε ο Θεός το στόμα μου, ένα λόγο καλό μου μπιστεύτηκε, να σας φιλέψω την άγια ετούτη νύχτα του γάμου∙ αδερφές μου παρθένες, ανοίξτε τ’ αυτιά σας, ανοίξτε τις καρδιές σας∙ κι εσείς, αδέρφια, σωπάστε, θα μιλήσω!
Όλοι στράφηκαν ανήσυχοι∙ από τη φωνή του οι άντρες ψυχανεμίστηκαν πως είναι θυμωμένος, οι γυναίκες, πως ήταν λυπημένος∙ σώπασαν όλοι∙ μέσα από την αυλή του σπιτιού ακούστηκαν οι δυο τυφλοί μουζικάντες να κουρδίζουν τα λαγούτα τους∙ ο Ιησούς σήκωσε το χέρι:
- Τι θαρρείτε, αδερφές μου παρθένες, είπε, πως είναι η βασιλεία των ουρανών; Γάμος∙ γαμπρός ο Θεός, νύφη η ψυχή του ανθρώπου∙ γάμος γίνεται στον ουρανό, κι όλοι οι ανθρώποι είναι καλεσμένοι. Συχωράτε με, αδέρφια, έτσι μου μιλάει ο Θεός, με παραβολές θα λαλήσω:
« Γάμος γίνουνταν σ’ ένα χωριό∙ δέκα παρθένες πήραν τα λυχνάρια τους και βγήκαν να προαπαντήσουν το γαμπρό∙ οι πέντε ήσαν φρόνιμες, πήραν μαζί τους κι από ένα λαδικό γεμάτο λάδι∙ οι άλλες πέντε ήταν μωρές∙ δεν πήραν μαζί τους παραπανίσιο λάδι. Στάθηκαν απόξω από το σπίτι της νύφης, περίμεναν, περίμεναν, μα ο γαμπρός αργούσε∙ νύσταξαν, κοιμήθηκαν∙ και να, κατά τα μεσάνυχτα ακούστηκε φωνή: “ Έρχεται ο γαμπρός∙ τραχάτε να τον προαπαντήσετε!”
Πετάχτηκαν απάνω οι δέκα παρθένες να γεμίσουν τα λυχνάρια τους που έσβησαν πια∙ μα οι πέντε, οι μωρές παρθένες, δεν είχαν άλλο λάδι.
- Δώστε μας λίγο λάδι, αδερφές, είπαν στις φρόνιμες, τα λυχνάρια μας σβήνουν.
Μα οι φρόνιμες αποκρίθηκαν:
- Δε μας περισσεύει∙ σύρτε να πάρετε.
Μα όσο να τρέξουν οι μωρές παρθένες να βρουν λάδι, έφτασε ο γαμπρός, μπήκαν οι φρόνιμες παρθένες μέσα, έκλεισε η πόρτα.
Όπου σε λίγο, καταφτάνουν οι μωρές παρθένες με τα λυχνάρια τους αναμμένα κι άρχισαν να βροντούν την πόρτα:
- Ανοίχτε μας! Ανοίχτε μας! έκραζαν και παρακαλούσαν.
Μα οι φρόνιμες παρθένες από μέσα γελούσαν:
- Καλά να πάθετε, τους αποκρίνονταν, τώρα πια έκλεισε η πόρτα, φευγάτε!
Και αυτές έκλαιγαν και παρακαλούσαν:
- Ανοίχτε! Ανοίχτε!
Και τότε…
Ο Ιησούς σταμάτησε∙ σβάρνισε πάλι γύρα του το γεροπροεστό, τους καλεσμένους, τις τίμιες νοικοκυράδες, τις παρθένες με τ’ αναμμένα λυχνάρια και χαμογελούσε.
- Και τότε…; έκαμε ο Ναθαναήλ, που άκουγε με ανοιχτό το στόμα και το αγαθό νωθρό μυαλό του είχε αρχίσει να κουνιέται∙ και τότε, ραβή, τι απέγινε;
- Τι θα ‘κανες εσύ, Ναθαναήλ, αν ήσουν γαμπρός; τον ρώτησε ο Ιησούς και στήλωσε απάνω του τα μεγάλα μαυλιστικά μάτια.
Ο Ναθαναήλ σώπαινε∙ δεν ξεκαθάριζε ακόμα καλά- καλά στο νου του τι θα ‘κανε∙ πότε έλεγε να τις διώξει, έκλεισε μαθές η πόρτα, αυτό ορίζει ο Νόμος∙ και πότε πάλι τις λυπόταν κι έκανε να τους ανοίξει…
- Τι θα ‘κανες εσύ, Ναθαναήλ, αν ήσουν γαμπρός; ξαναρώτησε ο Ιησούς και τα μάτια του χάδευαν, αργά, επίμονα, παρακλητικά, το απονήρευτο αγαθό πρόσωπο του τσαγκάρη.
- Θ’ άνοιγα… αποκρίθηκε με χαμηλή φωνή, μην τον ακούσει ο γερο- προεστός.
Δεν μπορούσε πια ν’ αντισταθεί στα μάτια του γιου της Μαρίας.
- Χαρά σε σένα, σύντροφε Ναθαναήλ, έκαμε χαρούμενος ο Ιησούς και του άπλωσε το χέρι, σα να τον βλογούσε∙ την ώρα ετούτη εμπήκες, ζωντανός, στην Παράδεισο. Το ίδιο έκαμε κι ο γαμπρός∙ φώναξε τους δούλους:
- Ανοίχτε την πόρτα∙ γάμος είναι ετούτος, όλοι να φάνε, να πιουν, να χαρούν∙ ας μπουν οι μωρές παρθένες∙ και πλύντε, δροσίστε τα ποδάρια τους, γιατί έτρεξαν πολύ.
Τα μακροτσίνουρα μάτια της Μαγδαληνής βούρκωσαν∙ αχ, να μπορούσε να φιλήσει το στόμα ετούτο που ξεστομίζει τέτοια λόγια!
Έλαμψε κι ο αγαθός Ναθαναήλ από τα νύχια ως την κορυφή, σα να είχε αλήθεια κιόλα μπει στην Παράδεισο∙ μα ο γερο- προεστός, ο φαρμακομύτης, σήκωσε το ραβδί του:
- Δεν πας σύμφωνα με το Νόμο, γιε της Μαρίας, στρίγκλισε.
- Δεν πάει ο Νόμος σύμφωνα με την καρδιά μου, αποκρίθηκε ο Ιησούς.
Μιλούσε ακόμα, και πρόβαλε ο γαμπρός, λουσμένος, μυρωμένος, μ’ ένα στεφάνι πράσινο στ΄αδρά κατσαρωτά μαλλιά του∙ είχε πιεί, ήταν στα κέφια του, κι η μύτη του γυάλιζε∙ έδωκε μια, άνοιξε η πόρτα, χίμηξαν πίσω του οι καλεσμένοι∙ μπήκε κι ο Ιησούς κρατώντας τη Μαγδαληνή από το χέρι.
- Ποιες είναι οι μωρές παρθένες, ποιες οι φρόνιμες; ρώτησε σιγά ο Πέτρος τον Ιωάννη∙ τι κατάλαβες εσύ;
- Πως ο Θεός είναι πατέρας, αποκρίθηκε ο γιος του Ζεβεδαίου. ]]
Ο Κρητικός συγγραφέας βάζει τον προεστό, δηλαδή τον υπερασπιστή των νόμων των ανθρώπων- που νομοθέτησαν κατά το συμφέρον της άρχουσας τάξης- να διαφωνεί με το λόγο του Ιησού. Το δέξιμο των μωρών παρθένων στον γάμο- κατ’ επέκταση η υποδοχή των αμαρτωλών κατά την εκκλησία στην ουράνια βασιλεία- δεν ήταν σύμφωνη με το Νόμο. Αλλά άλλος ο Νόμος του Θεού- είναι νόμος Αγάπης- και άλλοι οι νόμοι των ανθρώπων- λειτουργώ Του- είναι νόμοι διεκδίκησης των κεκτημένων εκείνων που θέλουν τη μάζα στην υποτέλεια. Άρχουσα τάξη είναι και η εκκλησία. Με κανόνες και εκκλησιαστικούς νόμους κρατάει σε φόβο το εκκλησίασμα. Τρομερή η οργή του Θεού, μας λέει, φοβερή η κρίση Του, κόλαση, αιώνια τιμωρία. Μα, αν ήταν έτσι, οι πρώτοι που έπρεπε να φοβούνται και να τηρούν κατά γράμμα όσα αναφέρονται στα ιερά βιβλία, είναι οι δεσποτάδες και οι παπάδες! Αλλά η πλειονότητα κάνει τα αντίθετα…
Αν είναι δυνατό, ένας βίος στη γη 40, 50, έστω 90 χρόνων μέσα στην αμαρτία- όπως οι θεολόγοι την φαντάζονται- να έχει ως αποτέλεσμα την αιώνια τιμωρία σε φωτιές και σε καζάνια. Μόνον ο Γιαχβέ, μέσα από τις διηγήσεις του σκληρού και απάνθρωπου λαού του Ισραήλ, θα μπορούσε να προκαλέσει θεοφοβία. Ο Πατέρας όμως της παραβολής του ασώτου, ο βοσκός της παραβολή του απολωλότος προβάτου, δεν έχει καμία σχέση με τον φοβερό Γιαχβέ. Στην απέλπιδα προσπάθειά τους οι θεολόγοι να συνδέσουν τις δύο Διαθήκες, δηλαδή την μυθολογία και την ιστορία των Εβραίων με την διδασκαλία του Χριστού, παρουσιάζουν έναν διπρόσωπο Θεό. Έναν Θεό εκδικητικό, τραχύ και τιμωρό, τον Θεός της Π. Διαθήκης- όπως τον έχει συλλάβει η διάνοια του τραχύ, εκδικητικού εβραϊκού λαού, και έναν Θεό αγάπης, συμπόνιας και ελέους, όπως τον παρουσίασε ο Υιός Του. Γι’ αυτό δεν ταίριαζε ο Νόμος των Εβραίων με την ουσία της διδασκαλίας του Ιησού. Η αντίθεση του Νόμου των Εβραίων με τη διδασκαλία του Ιησού είχε σαν αποτέλεσμα τον Γολγοθά! Έτσι να μείνουμε στην τελευταία φράση: Ο Θεός είναι Πατέρας!
Θα μπορούσαμε να πούμε ότι τα ευαγγέλια αυστηρά μας μεταφέρουν τη διδασκαλία του Χριστού, αν τα υπαγόρευε ο ίδιος ο Χριστός. Αλλά το πρώτο ευαγγέλιο δεν το έγραψε καν μαθητής Του. Το έγραψε ο Μάρκος. Οι Ευαγγελιστές Μάρκος και Λουκάς δεν ανήκαν στους μαθητές του Ιησού, ούτε στο πλήθος που τον ακολουθούσε. Παραθέτουμε την πληροφορία του Παπία ότι ο Μάρκος «ούτε...ήκουσε του Κυρίου, ούτε παρηκολούθησεν αυτώ». Επίσης υπάρχει η μαρτυρία του Παπία, ότι «ο μεν Μάρκος γενόμενος ερμηνευτής του Πέτρου, κατέγραψε με ακρίβειαν αλλ' όχι με τάξιν, όσα ενεθυμείτο από τα λεχθέντα ή πραχθέντα υπό του Κυρίου». Εδώ, ο Παπίας, το πιθανότερο είναι ότι με τον όρο “ερμηνευτής”, εννοεί εκείνον “ο οποίος μεταδίδει ή καταγράφει τα υπό τινος λεγόμενα κατ' ελευθέραν απόδοσιν”. Για τις προσθήκες που αναφέραμε, επισημαίνουμε ενδεικτικά: Οι τελευταίοι στίχοι του κατά Μάρκον (16:9-20) αν και βρίσκονται σε όλα τα μεταγενέστερα χειρόγραφα, λείπουν όμως από τα αρχαιότερα.
Σχετικά με τον έτερο ευαγγελιστή και μη μαθητή του Χριστού, μεγάλοι πατέρες, όπως ο άγιος Χρυσόστομος, λένε ότι ο ευαγγελιστής Λουκάς δεν υπήρξε αυτόπτης και μαθητής του Κυρίου αλλά μαθητής του αποστόλου Παύλου από το κήρυγμα του οποίου πίστεψε. Ο ίδιος ο Λουκάς στον πρόλογο του ευαγγελίου του, λέγει ότι γράφει όπως και άλλοι πολλοί «καθώς παρέδοσαν ημίν οι αυτόπται και υπηρέται γενόμενοι του λόγου». Επίσης στην προς Εβραίους η οποία ως νόημα και διδαχή είναι του Παύλου αλλά ως συγγραφή είναι του Λουκά λέγεται «πως ημείς εκφευξόμεθα τηλικαύτης αμελήσαντες σωτηρίας; Ήτις αρχήν λαβούσα λαλείσθαι υπό του Κυρίου, υπό των ακουσάντων εις ημάς εβεβαιώθη» (Εβρ. 2,3). Άρα δεν ήταν αυτόπτης και αυτήκοος ο ίδιος. Δύο λόγια, τέλος, για τον τέταρτο ευαγγελιστή. Στην ερμηνεία του για το Ευαγγέλιο του Ιωάννη, o συντηρητικός λόγιος Colin G. Kruse υποστηρίζει για τoν απόστολο Ιωάννη ότι είναι ο συγγραφέας της «αρχικής μορφής του τέταρτου Ευαγγελίου». Γράφει: «Το να αναγνωρίσουμε τον απόστολο Ιωάννη ως συγγραφέα του τέταρτου Ευαγγελίου δεν σημαίνει ότι το Ευαγγέλιο στην μορφή που έχουμε σήμερα προήρθε εξολοκλήρου από το χέρι του. Ο επίλογος περιέχει τις μαρτυρίες άλλων ως προς την ειλικρίνεια αυτών που ο αγαπημένος μαθητής έγραψε (21:24), μια μαρτυρία που παρουσιάζεται ότι έχει προστεθεί μετά τον θάνατο του αποστόλου Ιωάννη».
Ο Ν. Καζαντζάκης, που είχε πολλά διαβάσει και πολύ προβληματιστεί, σαν απόσταγμα μας δίνει στο μυθιστόρημά του “Ο Τελευταίος Πειρασμός” τον τρόπο με τον οποίο ο Ματθαίος έγραψε το Ευαγγέλιό του:
[[ Ο Ματθαίος κρατούσε το καλέμι, ανοιχτά τα μάτια του και τ’ αυτιά, δεν άφηνε μήτε ένας λόγος να πέσει χάμω, τον μάζευε και τον απίθωνε απάνω στο χαρτί• κι έτσι, σιγά- σιγά, μέρα με τη μέρα, αρμολογούνταν μέσα του το Ευαγγέλιο, το Καλό Μαντάτο, ρίζωνε, έριχνε κλαδιά, γίνουνταν δέντρο, να καρπίσει, να ταΐσει γεννημένους κι αγέννητους. Κάτεχε ο Ματθαίος ξεστήθου τις Γραφές, κι ό,τι τώρα λέει και κάνει ο δάσκαλος, βλέπει πως είναι απαράλλαχτο όπως, πριν από αιώνες, το διαλάλησαν οι προφήτες• κι αν καμιά φορά οι προφητείες δεν ταίριαζαν, ήταν γιατί το μυαλό του ανθρώπου δυσκολεύονταν να καταλάβει το κρυφό νόημα που έχει το ιερό κείμενο. Εφτά πατωσιές νοήματα έχει ο λόγος του Θεού, και μάχουνταν ο Ματθαίος να βρει σε ποιο πάτωμα μπορούν να συνταιριάξουν τ’ αταίριαστα• ας είναι καμιά φορά και με τη βία, ο Θεός συχωρνάει• όχι μονάχα συχωρνάει, παρά ο Θεός αυτό θέλει• δεν έρχεται, κάθε που πιάνει το καλέμι, ένας άγγελος και σκύβει στο αυτί και του καλαναρχάει τι να γράψει;
Πρώτη φορά βρήκε σήμερα ο Ματθαίος καθαρά από πού πρέπει ν’ αρχίσει και πώς πρέπει να καταπιαστεί το βίο και την πολιτεία του Ιησού: Πρώτα- πρώτα πού γεννήθηκε, ποιοι οι γονέοι του κι οι παππούδες, γενεές δεκατέσσερεις• γεννήθηκε στη Ναζαρέτ από φτωχούς γονέους, από τον Ιωσήφ το μαραγκό κι από τη Μαρία, τη θυγατέρα του Ιωακείμ και της Άννας. Πήρε λοιπόν το καλέμι, έκραξε μέσα του το Θεό, να του φωτίσει το νου και να του δώσει δύναμη• μα ως άρχισε να ομορφοχαράζει στο χαρτί τα πρώτα λόγια, το χέρι ξύλιασε• του το ‘χε αρπάξει ο άγγελος κι άκουσε φτέρουγα να καταχτυπάει στον αγέρα θυμωμένη• κι άκουσε φωνή σάλπιγγας μέσα στο αυτί του: « Όχι γιός του Ιωσήφ! τι λέει ο προφήτης Ησαΐας; “Ιδού η παρθένα, θα συλλάβει και θα γεννήσει γιο”. Γράφε: η Μαρία ήταν παρθένα, ο αρχάγγελος Γαβριήλ κατέβηκε στο σπίτι της, πριν ακόμα άντρας την αγγίξει, και της είπε: “Χαίρε, Μαρία κεχαριτωμένη, ο Κύριος μετά σου!” κι ευτύς κάρπισε ο κόρφος της. Ακούς; Αυτό να γράψεις: Κι όχι στη Ναζαρέτ, δε γεννήθηκε στη Ναζαρέτ• θυμήσου τον προφήτη Μιχαία. “Κι εσύ, Βηθλεέμ, μικρούλα ανάμεσα στις χιλιάδες του Ιούδα, από σένα θα βλαστήσει Αυτός που θα βασιλέψει στο Ισραήλ και που η ρίζα κρατάει από την αιωνιότητα”. Στη Βηθλεέμ το λοιπόν γεννήθηκε ο Ιησούς και μέσα στο στάβλο• τι λέει ο αλάθευτος ψαλμός; “Τον έβγαλε από το στάβλο, όπου βύζαιναν τ’ αρνιά, για να τον κάμει βοσκό στα κοπάδια του Ιακώβ.” Γιατί σταματάς; λευτέρωσε το χέρι σου, γράφε!» Μα ο Ματθαίος θύμωσε• στράφηκε κατά την αόρατη φτέρουγα δεξά του, έγρουξε σιγά, να μην τον ακούσουν οι Μαθητές που κοιμούνταν: «Δεν είναι αλήθεια• δε θέλω• δε γράφω!» Γέλιο περιπαιχτικό ακούστηκε στον αγέρα και μια φωνή: «Τι καταλαβαίνεις εσύ, χώμα, τι ‘ναι αλήθεια; Εφτά πατωσιές η αλήθεια, στο πιο αψηλό πάτωμα θρονιάζει η αλήθεια του Θεού, κι αυτή καθόλου δε μοιάζει την αλήθεια του ανθρώπου• αυτή την αλήθεια, Ματθαίε Ευαγγελιστή, σου καναλαρχώ μέσα στο αυτί• γράφε• κι ήρθαν τρεις μάγοι, ακολουθώντας ένα μεγάλο αστέρι, να προσκυνήσουν το βρέφος…»
Ο ιδρώτας έτρεχε κρουνός από το μέτωπο του Ματθαίου. «Δε γράφω! Δε γράφω!» φώναζε, και το χέρι έτρεχε κι έγραφε.
Άκουσε ο Ιησούς μέσα στον ύπνο του τον αγώνα του Ματθαίου, άνοιξε τα μάτια• κάτω από το λυχνάρι τον είδε να σκύβει αγκομαχώντας κι έτρεχε αγριεμένο το καλέμι απάνω από το χαρτί, κι έτριζε να σπάσει.
- Ματθαίο, αδερφέ μου, του μίλησε σιγά, γιατί μουγκρίζεις; ποιος είναι από πάνω σου;
- Ραβή μου, αποκρίθηκε αυτός και το καλέμι του έτρεχε, μη ρωτάς, βιάζουμαι• κοιμήσου.
« Θα ‘ναι ο Θεός από πάνω του» ψυχανεμίστηκε ο Ιησούς κι έκλεισε τα μάτια, να μην ταράξει την άγια κατοχή. ]]
Να, λοιπόν, συνταίριασμα των πραγματικών γεγονότων, των προφητειών- για να γίνει το πάντρεμα της Παλιάς με τη Νέα Συμφωνία ανθρώπων και Θεού- και μύθος γίνονται ένα πνευματικό χαρμάνι πάνω στο οποίο θεμελιώνεται η θρησκεία που ιδρύθηκε στο όνομα του Χριστού! Κι εμείς, αναζητητές της αλήθειας, ανασύρουμε τα πέπλα και ψάχνουμε τι είπε στ’ αλήθεια ο Διδάσκαλος…

1 σχόλιο:

Unknown είπε...

Αγαπητε φιλε οταν ο Ιησους λεει να αγαπαμε τον συνανθρωπο μας και να τον βοηθαμε , και οτι ο Θεος τοσον αγαπησε τον ανθρωπο ωστε εδωσε τον υιον του για να μη χαθει κανενας αλλα να εχει ζωη αιωνια , δεν σημαινει οτι επειδη αφησε τις 5 μωρες παρθενες οτι φασκει και αντιφασκει. Απλα στο θεμα του αγιασμου και καθαροτητας του καθενα απο εμας ο ανθρωπος ειναι υπευθυνος για την ζωη του. Αν εγω κανω εναν αγωνα καθημερινο και προσπαθω να αποφευγω την αμαρτια και να ζω οσο πιο αγνα και καθαρα μπορω , και ο διπλανος μου ζει μεσα στην ασωτια το θεωρεις δικαιο να ειναι και οι δυο στην βασιλεια του Θεου ? Ενας μαθητης που οταν σχολασει απο το σχολειο καθεται αμεσως και διαβαζει και προσπαθει να ειναι καλος στα μαθηματα του ενω οι φιλοι του πανε για παιχνιδι , ειναι αδικο να παρει καλους βαθμους ? ετσι λοιπον και ο Ιησους εδω μας λεει πως ο καθενας στο θεμα του αγιασμου και της σωτηριας ειναι υπευθυνος για τη δικη του σωτηρια και οχι για τον διπλανο του. Βεβαιως θα αγαπαμε και θα βοηθαμε τον συναδελφο μας διοτι η αγαπη κακο δεν καμνει. Γιαυτο ας μην αμφιβαλουμε για τα λεγομενα του Ιησου ουτε και για το αν το κατα Ματθαιον ειναι πριν απο το κατα Μαρκο γιατι βαζετε απιστια και αμφιβολια στην χριστιανικη πιστη. Γιαυτο καλυτερα να τροποποιησετε αυτο το θεμα των δεκα παρθενων γιατι ισως θεωρησται και Θεομαχοι. Με αγαπη Χριστού. Αναστασιος