[[ δαμ- ων ]]
Σαν λαός έχουμε χάσει την επαφή με τις ρίζες μας και γι’ αυτό δεν μπορούμε να έχουμε πρωτοτυπία στις ιδέες και αποφασιστικότητα στις ενέργειές μας. Πλέουμε στην τρικυμισμένη εποχή μας σαν ανερμάτιστο καράβι, γιατί ο πιθηκισμός του δυτικού σαθρού τρόπου ζωής μας διέβρωσε. Δεχόμαστε καθημερινά εθνικά χαστούκια απ’ όλες τις μεριές. Μας λένε τα ξένα κέντρα κατάμουτρα πως μας θυσίασαν για να σωθούν οι ευρωπαϊκές τράπεζες και οικονομίες ή πως έκαναν λανθασμένες εκτιμήσεις και μας επέβαλαν δυσβάσταχτα οικονομικά μέτρα και κανένας πολιτικός δεν το χρησιμοποιεί για την μείωση του εθνικού χρέους και την ελάφρωση των μέτρων.
Αντίθετα μας έχουν φλομώσει στα ψέματα χωρίς να ντρέπονται και μας επιβάλλουν φόρους και νόμους άδικους από κάθε άποψη. Λείπει από αυτή την χώρα η ντροπή και η δικαιοσύνη!
Αυτές τις δύο αρετές τις είχαμε σαν γνώμονα μέχρι την μεταπολίτευση. Δεν παρανομούσαμε γιατί ντρεπόμασταν. Δεν αδικούσαμε για να μην θιγεί η τιμή μας. Τι έγιναν η αιδώς και η δικαιοσύνη; Πώς μπορούμε χωρίς αυτές; Ας ανατρέξουμε στην αρχαία παράδοση να δούμε τι ιδέα είχαν γι’ αυτές τις δύο έννοιες οι πρόγονοί μας.
Όταν στο αρχικό στάδιο της δημιουργίας του ανθρώπινου είδους οι άνθρωποι ήσαν αδύναμοι, ο Δίας ανέθεσε στο γιο του Ερμή να τους φέρει ως κοσμήματα του γένους την αιδώ και τη δικαιοσύνη. Ο Πλάτωνας στο έργο του “Πρωταγόρας” αναφέρει πώς οι θεοί έπλασαν τα ζώα και ανέθεσαν στα αδέρφια Προμηθέα και Επιμηθέα να τα προικίσουν με ικανότητες και χαρακτηριστικά για να μπορέσουν να επιβιώσουν.
Η συνέχεια >>> vagiablog…
Ζήτησε ο Επιμηθέας να κάνει τη διανομή, αλλά διένειμε όλες τις ικανότητες επιβίωσης χωρίς να φροντίσει να κρατήσει κάποια για τους ανθρώπους. Έτσι ανάγκασε τον αδερφό του Προμηθέα- από αγάπη για τους ανθρώπους- να κλέψει από τους θεούς τη φωτιά και την γνώση της τέχνης, ώστε οι άνθρωποι να φτιάξουν ρούχα, μέσα προφύλαξης από τις αντίξοες συνθήκες, όπλα και εργαλεία. Ας παρακολουθήσουμε την πλατωνική διήγηση:
[[ Ήταν ένας καιρός που υπήρχαν θεοί, αλλά δεν υπήρχαν ζώα καμιάς ράτσας πάνω στη γη. Και όταν ήρθε η ώρα που όρισε και γι᾽ αυτά η μοίρα να ᾽ρθουν στον κόσμο, τα πλάθουν οι θεοί μέσα στα έγκατα της γης, από ένα μείγμα που έκαναν από χώμα και φωτιά και απ᾽ ό,τι μπορεί να ενωθεί με χώμα και φωτιά. Λοιπόν, την ώρα που ήταν να τ᾽ ανεβάσουν στο φως του ήλιου, έδωσαν εντολή στον Προμηθέα και τον Επιμηθέα να τα φροντίσουν και να τους μοιράσουν αξιοσύνες, τέτοιες που να ταιριάζουν στο καθένα τους. Τότε ο Επιμηθέας ζητά από τον Προμηθέα τη χάρη, μόνος του να κάμει τη μοιρασιά: «Κάνω εγώ τη μοιρασιά, του είπε, κι εσύ έρχεσαι μετά και κάνεις επιθεώρηση». Μ᾽ αυτά τον πείθει, και κάνει αυτός τη μοιρασιά. Αρχίζει λοιπόν αυτός τη μοιρασιά, και σε μερικά έδινε δύναμη, όχι όμως και ταχύτητα, ενώ τα πιο αδύνατα τα εφόδιαζε με ταχύτητα· σ᾽ άλλα έδινε οπλισμό, για όσα όμως άφηνε χωρίς αρματωσιά σοφιζόταν κάποια άλλη ικανότητα, για να κρατιούνται στη ζωή. Δηλαδή αυτά που τα έκλεισε μέσα σε μικρό σώμα, τους χάριζε φτερωτή φυγή ή υπόγεια κατοικία· όσα πάλι τα προίκιζε με μεγάλο σώμα, σ᾽ αυτό το ίδιο εμπιστεύτηκε να τα διαφεντεύει· και τις άλλες χάρες τις μοίραζε κρατώντας αυτό το δίκαιο μέτρο. Και αν τα σοφιζόταν όλ᾽ αυτά, ήταν γιατί είχε την έγνοια μήπως καμιά ράτσα αφανιστεί από το πρόσωπο της γης. Ύστερα, αφού τα εφοδίασε μ᾽ όσα χρειάζονταν, για να μην αφανίσουν το ένα το άλλο, σοφιζόταν τρόπους να τα προστατέψει από τις αλλαγές του καιρού —που είναι στο χέρι του Δία— ντύνοντάς τα με πυκνό τρίχωμα και χοντρές προβιές, που να μπορούν να τα φυλάξουν από το κρύο, να μπορούν κι από τη ζέστη· κι όταν ήταν να πάνε για ύπνο, φρόντισε πάλι το καθένα τους να έχει σκεπάσματα ταιριαστά και δοσμένα από τη φύση· και τα παπούτσωσε άλλα με οπλές, άλλα με δέρματα χοντρά και χωρίς αίμα. Νοιάστηκε ακόμη το καθένα τους να βρίσκει διαφορετική τροφή, άλλο χόρτα της γης, άλλο καρπούς δέντρων κι άλλο ρίζες· μάλιστα σε μερικά έδωσε για τροφή τη σάρκα άλλων ζώων· τα ᾽φερε έτσι, ώστε αυτά τα τελευταία να γεννούν από ένα δυο, τα θύματά τους όμως να γεννοβολούν πολλά μικρά — αυτό τον τρόπο βρήκε για να σωθεί η ράτσα τους. Που λες, ο Επιμηθέας βέβαια δεν ήταν και πολύ σοφός· έτσι δεν πήρε είδηση πως ξόδεψε όλες τις χάρες στα άλογα ζώα· του έμενε ωστόσο αφρόντιστη ακόμα η ράτσα των ανθρώπων — και δεν ήξερε τί να κάνει. Την ώρα που εκείνος καθόταν με τα χέρια σταυρωμένα, έρχεται ο Προμηθέας, για να επιθεωρήσει τη μοιρασιά. Και βλέπει τα άλλα ζώα εφοδιασμένα με όλα κι όπως τους ταίριαζε, τον άνθρωπο όμως γυμνό και ξυπόλυτο, δίχως σκεπάσματα και αρματωσιά· είχε φτάσει κιόλας η μέρα που όρισε η μοίρα να βγει κι ο άνθρωπος από τη γη στο φως του ήλιου. Τότε, καθώς έζωνε τον Προμηθέα η δυσκολία, ποιό τρόπο να βρει, για να κρατηθεί ο άνθρωπος στη ζωή, του ήρθε στο νου να κλέψει του Ηφαίστου και της Αθηνάς την τεχνική γνώση μαζί και τη φωτιά —γιατί δίχως φωτιά η τέχνη αυτή δεν μπορεί να γίνει κτήμα κανενός ούτε να του σταθεί χρήσιμη— και έτσι την κάνει δώρο στον άνθρωπο. Ο άνθρωπος λοιπόν μ᾽ αυτό τον τρόπο πήρε στα χέρια του την τέχνη που τον βοηθά για να ζήσει, αλλά του έλειπε η άλλη τέχνη, η πολιτική· γιατί αυτή βρισκόταν δίπλα στο θρόνο του Δία. Όμως ο Προμηθέας δεν είχε πια καιρό να μπει στην ακρόπολη του Δία — ας μην ξεχνάμε ότι ο Δίας είχε φοβερούς καστροφύλακες. Μπήκε όμως κρυφά στο συνεταιρικό εργαστήρι της Αθηνάς και του Ηφαίστου, που μέσα εκεί δούλευαν —με τί μεράκι!— τις τέχνες τους. Κλέβει λοιπόν και του Ηφαίστου την τέχνη, που δουλεύει με τη φωτιά, και τις υπόλοιπες τέχνες, που είναι της Αθηνάς, και τις δίνει στον άνθρωπο. Και έτσι ο άνθρωπος απόχτησε εφόδια για να ζήσει, ο Προμηθέας όμως, όπως λεν, εξαιτίας του Επιμηθέα σε λίγο δικάστηκε για κλοπή.
Λοιπόν, μια και ο άνθρωπος πήρε κι αυτός μερίδιο από τον κλήρο των θεών, πρώτα πρώτα αυτός μόνο απ᾽ όλα τα ζωντανά, σαν συγγενής των θεών βέβαια, πίστεψε σε θεούς και άρχισε να χτίζει βωμούς και αγάλματα των θεών· κατόπι, με την αξιοσύνη του γρήγορα σχημάτισε γλώσσα και λέξεις, συνταιριάζοντας τις συλλαβές, και βρήκε και κατοικίες και ρούχα και υποδήματα και στρώματα και τις τροφές που δίνει η γη. Μ᾽ αυτά λοιπόν τα εφόδια οι άνθρωποι τον πρώτο καιρό ζούσαν σκόρπιοι, πολιτείες όμως δεν υπήρχαν. Έτσι, τους αφάνιζαν τα θηρία, γιατί σ᾽ όλα τα σημεία ήταν πιο δυνατά απ᾽ αυτούς.]] (Πλάτωνας, “Πρωταγόρας”, 320 D- 322B)
Οι θεοί για να μην αφανίσουν τα θηρία, που ήσαν πιο δυνατά, τους ανθρώπους, τους καθοδήγησαν να συγκεντρωθούν σε πόλεις και να οργανωθούν σε κοινωνίες. Επειδή δεν είχαν ακόμη αναπτύξει την πολιτική για την εύνομη τάξη και την απόδοση δικαιοσύνης, ο πατέρας των θεών και των ανθρώπων, ο Δίας, ανέθεσε στον Ερμή να τους μοιράσει την αιδώ (ντροπή) και την δικαιοσύνη. Η αιδώς σαν αίσθημα ντροπής, συστολή, συναίσθηση ντροπής και τιμής, σαν κοσμιότητα, σεβασμός στους άλλους και σέβας προς τον ίδιο τον εαυτό, και η δικαιοσύνη σαν επικράτηση κι απόδοση του δικαίου ήσαν οι βασικές αρετές για την ορθή λειτουργία της οργανωμένης πολιτείας. Ο άγγελος του Δία προβληματίστηκε για τον τρόπο κατανομής, αν θα έπαιρναν όλοι ίσα μερίδια ή άνισα. Η εντολή που έλαβε ήταν ρητή: «Ἐπὶ πάντας, καὶ πάντες μετεχόντων». Σε όλους και σε ίσα μερίδια!
Θα ανατρέξουμε και πάλι στο πλατωνικό κείμενο:
[[ Για την εξασφάλιση της τροφής τους οι τεχνικές τους ικανότητες παρείχαν αρκετή βοήθεια· ήταν όμως ανεπαρκείς στον πόλεμο με τα θηρία. Γιατί δεν είχαν ακόμη την πολιτική τέχνη, μέρος της οποίας είναι η πολεμική. Επιδίωκαν λοιπόν να συγκεντρωθούν και να εξασφαλίσουν τη σωτηρία τους χτίζοντας πόλεις. Όταν όμως συγκεντρώνονταν όλοι μαζί, αδικούσαν ο ένας τον άλλον, επειδή δεν κατείχαν την πολιτική τέχνη· σκόρπιζαν έτσι, πάλι, και αφανίζονταν. Ο Δίας, λοιπόν, επειδή φοβήθηκε για το γένος μας, μήπως εξαφανιστεί όλο, στέλνει τον Ερμή να φέρει στους ανθρώπους την αιδώ και τη δικαιοσύνη, για να αποτελούν κοσμήματα για τις πόλεις και τους θεσμούς που στερεώνουν τη φιλία. Ρωτάει λοιπόν ο Ερμής το Δία με ποιον τρόπο θα δώσει τη δικαιοσύνη και την αιδώ στους ανθρώπους: «να μοιράσω και αυτές όπως μοιράζουν τις τέχνες;» Τις έχουν μοιράσει με τον εξής τρόπο: ένας που κατέχει την ιατρική τέχνη, είναι αρκετός για πολλούς συμπολίτες του, το ίδιο και οι άλλοι δημιουργοί. Τη δικαιοσύνη λοιπόν και την αιδώ, έτσι να τις τοποθετήσω ανάμεσα στους ανθρώπους ή να τις μοιράσω σε όλους; Σε όλους, είπε ο Δίας, και όλοι να έχουν μερίδιο. Γιατί δε θα υπήρχαν πόλεις, αν συμμετείχαν λίγοι σ’ αυτές, όπως στις άλλες τέχνες. Και, βέβαια, να θέσεις εκ μέρους μου νόμο, εκείνον που δεν μπορεί να συμμετέχει στην αιδώ και τη δικαιοσύνη να τον σκοτώνουν ως αρρώστια της πόλης.]] (Πλάτωνας, “Πρωταγόρας”, 322Β- D)
Ο Δίας διέταξε να μοιράσει ο γιος του αυτά τα δύο κοσμήματα για τον άνθρωπο, την αιδώ και τη δικαιοσύνη να την μοιράσει κατά τον ίδιο τρόπο, ισόποσα, σε όλους τους ανθρώπους. Είναι δύο ηθικές ιδιότητες, που έχουν σχέση με την εξύψωση του ανθρώπου, ώστε να φτάσει στην ένωση με το θείο, με τον πατέρα και δημιουργό. Και επιπλέον έθεσε σαν νόμο, όποιος θνητός δεν χρησιμοποιεί αυτά τα βασικά και χαρακτηριστικά ανθρώπινα κοσμήματα να θεωρείται μίασμα της πόλης. Κι όχι μόνο να θεωρείται αρρώστια για την πόλη , αλλά επιπλέον να θανατώνεται ως πολύ επιζήμιος: : «Και νόμον γε θες παρ’ εμού τον μη δυνάμενον αιδούς και δίκης μετέχειν κτείνειν ως νόσον πόλεως».
Το παραπάνω απόσπασμα από τον Πλάτωνα σχολίασε το νεοπλατωνικός Πρόκλος:
[[… στέλνει ο Ζευς στους ανθρώπους τον Ερμή ως αγγελιοφόρο φέρνοντας τη φρόνηση και την αιδώ και γενικά την πολιτική επιστήμη, και τον διατάζει να παραδώσει το ίδιο σε όλους αυτή την αρετή και σε όλους να μοιράσει τη γνώση των δίκαιων, των ωραίων και των αγαθών, αλλά όχι διαιρεμένα, όπως ακριβώς τις διάφορες τέχνες τις μοιράστηκαν και διαφορετικοί άνθρωποι και άλλοι από τους ανθρώπους είναι ειδικοί σε αυτές, ενώ άλλοι είναι ανίδεοι είτε από όλες τις τέχνες είτε από μερικές.
Με όλ’ αυτά, όπως είναι φανερό απ’ όσα έχουν γραφεί, ο Πλάτωνας αποδίδει πρωταρχικά στον Δία το υπόδειγμα της πολιτικής επιστήμης, και την πρόοδό της και τη μετάδοσή της μέχρι και στις ψυχές την αποδίδει στη σειρά του Ερμή, καθώς αυτή προωθεί τη συμμετοχή και προσφέρει την παρουσία της μέσα μας ουσιώδη και κοινή σε όλες τις ψυχές· γιατί το «να μοιράσει σε όλους» σημαίνει να τοποθετήσει μέσα στην ψυχή και μάλιστα στην ουσία της την επιστήμη.]] (Πρόκλος, “Περί της κατά Πλάτωνα Θεολογίας”, Ε΄, 88- 89)
Οι πρόγονοί μας μας έδωσαν την μεγάλη συμβουλή: Όποιος χάσει την αιδώ και τη δικαιοσύνη να θεωρείται αρρώστια για την κοινωνία, για την πολιτεία! Τι τα κάνουμε τα άρρωστα δέντρα και τα άρρωστα ζώα για να μην προσβληθούν και τα υπόλοιπα; Τα μεν δέντρα τα ξεριζώνουμε ή τα κόβουμε και τα καίμε, τα δε ζώα τα θανατώνουμε. Αυτό δεν κάναμε με τις ελιές και τις τρελές αγελάδες; Αυτό πρέπει να κάνουμε και με τους πολιτικούς. Αυτοί κι αν έχασαν την αιδώ και τη δικαιοσύνη! Έχουν καταντήσει το συνώνυμο της ανηθικότητας και της αδικίας των Ελλήνων. Βάζουν το συμφέρον των ξένων αφεντικών τους πάνω από το εθνικό συμφέρον. Τους λαθροεισβολείς πάνω από τους συμπατριώτες μας. Δίνουν συσσίτια και κατοικία στους λαθροεισβολείς, που τους βάφτισαν μετανάστες πολέμου, όταν οι συμπατριώτες μας τρέφονται από τους κάδους απορριμμάτων και κοιμούνται στους δρόμους. Βγάζουν στους πλειστηριασμούς τα σπίτια των Ελλήνων πολιτών για λίγα χιλιάρικα- όταν οι πολίτες δεν φταίνε γιατί ο κακός χειρισμός των οικονομικών της χώρας από τους πολιτικούς τους οδήγησε στην ανεργία ή στη μεγάλη μείωση των μισθών- ενώ οι ίδιοι και τα κόμματά τους χρωστούν εκατομμύρια. Κάνουν περικοπές στις συντάξεις, στις δαπάνες για την υγεία και την παιδεία, ενώ οι ίδιοι αυξάνουν τις αποταμιεύσεις τους ιλιγγιωδώς. Μιλάνε δήθεν για εθνική αξιοπρέπεια και παραχωρούν την Μακεδονία, τη Θράκη, τα νησιά μας, το Αιγαίο.
Αυτούς τους ηθικά, ψυχικά και νοητικά άρρωστους πρέπει να τους ξεριζώσουμε από τη βουλή. Η εντολή του Δία είναι αυστηρή: και να θανατωθούν! Αλλά στην πατρίδα μας έχει καταργηθεί η θανατική ποινή…, οπότε ας βρουν τον πολιτικό και τον οικονομικό θάνατο. Πρέπει αυτά τα “μιάσματα” του έθνους να εξαφανιστούν από το πολιτικό «γίγνεσθαι». Μόνον έτσι θα ξαναγυρίσει η αιδώς και η δικαιοσύνη, μόνο τότε θα επανέλθει η ελπίδα σ’ αυτό τον τόπο…