[[ δαμ-ων ]]
Πριν από ένα χρόνο, όταν εξαγγέλθηκαν τα επώδυνα μέτρα του μνημονίου, οι εργαζόμενοι έπαθαν ένα μέτριας έντασης σοκ. Κάπου, όμως, τα δέχτηκαν, πιστεύοντας ότι η κυβέρνηση θα έπαιρνε τα κατάλληλα μέτρα για να περιορίσει τη φοροδιαφυγή και θα προχωρούσε σε ένα νοικοκύρεμα στα κακώς κείμενα. Μετά από ένα χρόνο περιορισμών, αφαίμαξης και σφιξίματος του ζωναριού, ο ίδιος ο πρωθυπουργός ομολόγησε ότι είναι ανίκανοι να οδηγήσουν το πλοίο στην Ιθάκη. Οι άνεμοι του ΔΝΤ από τους Λαιστρυγόνες παρέσυραν το ακυβέρνητο καράβι της Ελλάδας στο νησί των Κυκλώπων. Και μιλάμε για ακυβέρνητο καράβι γιατί ο καπετάνιος ούτε για μούτσος δεν έκανε. Μετά την παταγώδη αποτυχία των μέτρων του μνημονίου, ο πρωθυπουργός πήρε ύφος τεθλιμμένης χήρας και ανήγγειλε, με ένα διάγγελμα προς τον μπαφιασμένο από τα ψέματα και τις παλινωδίες, λαό, το νέο πακέτο σκληρής λιτότητας, διαμέσου του λεγόμενου μεσοπρόθεσμου προγράμματος δημοσιονομικής στρατηγικής. Αυτό δεν ήταν σοκ. Ήταν χειρότερο από τον φόβο που ενέσπειρε ο μυθικός Πάνας- αυτό που ονομάστηκε πανικός- στους Γίγαντες κατά τη Γιγαντομαχία.
Μια πιο προσεκτική ανάγνωση των επιμέρους μέτρων που έχουν αποφασιστεί, προκαλεί κατάθλιψη. Όχι τόσο από την πρωτοφανή ωμότητα των ρυθμίσεων που υιοθετήθηκαν από την κυβέρνηση- μας είπαν πως ήταν ομόφωνη η απόφαση, έτσι για να ξέρουμε ποιος είναι με ποιον οι υπουργοί- αλλά επειδή τα χειρότερα βρίσκονται μπροστά μας, χωρίς να υπάρχει φως στο τούνελ..
Όλα τα δεδομένα δείχνουν ότι η χώρα θα παραμείνει στη μέγγενη του νέου μνημονίου όχι για 4 ή 5 χρόνια ακόμα- όπως μας λέει η κυβέρνηση, την οποία κανείς πλέον δεν εμπιστεύεται- αλλά για δεκαετίες. Και το κυριότερο ότι, δυστυχώς, η ελληνική κοινωνία θα κατεβαίνει δύο- δύο ή τρία- τρία τα σκαλιά της φτώχειας και της οικονομικής εξαθλίωσης, αφού είναι φανερό ότι κυβέρνηση και τρόϊκα θα επιβάλουν σταδιακά όλο και πιο επώδυνα μέτρα.
Αποτελεί κοινή διαπίστωση πια ότι ο Γιωργάκης είναι ανίκανος να μας φέρει πίσω στην Ιθάκη, που διακήρυξε πέρσι στο Καστελόριζο.
Η συνέχεια >>> εδώ …
Καθώς γράφω αυτό το άρθρο μου ήρθαν στο νου οι στίχοι από το ποίημα του Κώστα Βάρναλη «Οι Μοιραίοι»:
Μες την υπόγεια την ταβέρνα,
μες σε καπνούς και σε βρισιές
(απάνω στρίγγλιζε η λατέρνα)
όλ' η παρέα πίναμ' εψες'
εψές, σαν όλα τα βραδάκια,
να πάνε κάτου τα φαρμάκια.
Σφιγγόταν ένας πλάι στον άλλο
και κάπου εφτυούσε καταγής.
Ω! πόσο βάσανο μεγάλο
το βάσανο είναι της ζωής!
Όσο κι ο νους να τυραννιέται,
άσπρην ημέρα δε θυμιέται.
Ήλιε και θάλασσα γαλάζα
και βάθος τ' άσωτ' ουρανού!
Ω! της αυγής κροκάτη γάζα,
γαρούφαλα του δειλινού,
λάμπετε, σβήνετε μακριά μας,
χωρίς να μπείτε στην καρδιά μας!
Του ενός ο πατέρας χρόνια δέκα
παράλυτος, ίδιο στοιχειό'
τ' άλλου κοντόημερ' η γυναίκα
στο σπίτι λιώνει από χτικιό'
στο Παλαμήδι ο γιός του Μάζη
κ' η κόρη του Γιαβή στο Γκάζι.
- Φταίει το ζαβό το ριζικό μας!
- Φταίει ο Θεός που μας μισεί!
- Φταίει το κεφάλι το κακό μας!
- Φταίει πρώτ' απ' όλα το κρασί!
Ποιος φταίει; ποιος φταίει; Κανένα στόμα
δεν το βρε και δεν το 'πε ακόμα.
Έτσι στη σκοτεινή ταβέρνα
πίνουμε πάντα μας σκυφτοί.
Σαν τα σκουλήκια, κάθε φτέρνα
όπου μας εύρει μας πατεί.
Δειλοί, μοιραίοι κι άβουλοι αντάμα,
προσμένουμε, ίσως, κάποιο θάμα!
Ας επικεντρώσουμε την προσοχή μας στις δύο τελευταίες στροφές, που αποτελούν την μοιραία φωτογραφία της σημερινής Ελλάδας. Της χώρας που έγινε το διεθνές πειραματόζωο των παγκόσμιων τοκογλύφων. Της χώρας που στην πλάτη της έπαιξαν παιγνίδια δισεκατομμυρίων οι τζογαδόροι, ρίχνοντας έναν λαό στη μιζέρια. Της χώρας που οι πολιτικοί της, με τη δική μας ανοχή, την κατάντησαν χώρο ευκαιρίας και πλουτισμού για παρέες, λακέδες και αφεντικά, για τράπεζες και άγνωστους - κρυφούς επενδυτές που έπαιξαν στην αδιαφορία, τον ωχαδελφισμό και την δειλία του σύγχρονου Έλληνα και κέρδισαν...
Τι να φταίει άραγε, που φτάσαμε ως εδώ; Φταίει το ζαβό το ριζικό μας; Φταίει η ξεροκεφαλιά μας; Μήπως ο Θεός μας παιδεύει επειδή μας αγαπάει; Ποιος πολιτικός θα πει την αλήθεια στο λαό; Θα βρεθεί ένας πολιτικός με “τέτοια”, όπου συνήθως ο νεοέλληνας κρεμάει την προσωπικότητά του, να μας πει τι φταίει; Δεκάδες αναλυτές μας λένε τι φταίει. Αλλά, έτσι σαδιστικά γι’ αυτούς και μαζοχιστικά για εμάς, θέλουμε έναν πολιτικό να πει τα πράγματα με το όνομά τους. Να δείξει ότι στη βουλή υπάρχουν και άνθρωποι. Πως η βουλή δεν είναι ορνιθοτροφείο με τριακόσιες κότες…
Συνεχίζει ο ποιητής:
«Δειλοί, μοιραίοι και άβουλοι αντάμα, προσμένουμε ίσως κάποιο θάμα...», προσπαθώντας να μας πει έμμεσα πως τα θαύματα γίνονται όταν υπάρχει αποφασιστικότητα, όταν υπάρχει ανδρεία, όταν υπάρχει θέληση, όταν κυριαρχεί η γνώση αλλά και πίστη στα ιδανικά και τις αξίες, όταν είμαστε μαζί και όχι χώρια, από ‘δω οι υπάλληλοι του ιδιωτικού τομέα, από ‘κει οι υπάλληλοι του δημόσιου και παραπέρα των ΔΕΚΟ, ή από ‘δω οι διαμαρτυρόμενοι κι από ΄κει τα ΜΑΤ. Όταν καταλάβουμε ότι η απάτη ήταν προς όλους μας, τα ψέματα τα είπαν σε όλους, ο διασυρμός της χώρας μας αφορά όλους, η κατοχή της χώρας από τους οικονομικούς κατακτητές είναι για όλους, ε, τότε μπορούμε να περιμένουμε, ίσως, να έρθει το θαύμα...
Να χτυπήσουμε με θυμό το ποδάρι στο χώμα και να σηκωθεί ο κουρνιαχτός των αποφασισμένων να αγωνιστούν. Να φυσήσουμε με δύναμη τον αγέρα της αποφασιστικότητας για μάχη και να γίνει τσουνάμι, που θα παρασύρει όλα τα λαμόγια, ντόπια και διεθνή. Να πούμε ότι τίποτα δε πουλάμε, γιατί τίποτα δε μας ανήκει. Όλα είναι περιουσία των Ελλήνων. Μας τα άφησαν κληρονομιά οι πρόγονοι και έχουμε το χρέος να τα αφήσουμε με τη σειρά μας κληρονομιά στους απογόνους…
Όμως, τί από αυτά σήμερα υπάρχει;
Δυστυχώς, λόγια πολλά, λόγια φτωχά, λόγια του ψευτο-νταή που κουρνιάζει σαν έρθει η στιγμή...
Αυτοί είμαστε; Έτσι μας έκαναν; Και το ανεχόμαστε; Υπάρχει δικαιολογία;
Καμιά δικαιολογία δεν υπάρχει για να μας απαλλάξει από την ευθύνη του ξεπεσμού, από την ευθύνη της μοιρολατρίας. Δουλικά γινήκαμε, χειρίστου είδους. Τιποτόφρονες, εγωιστικά κενά με κέντρο τον εαυτό μας και ακτίνα πάλι τον εαυτό μας. Και προσμένουμε τον Μεσσία, τον σωτήρα, τον λυτρωτή...
Κι ας υποθέσουμε πως έγινε ανασχηματισμός. Πως μπήκαν εξωκοινοβουλευτικοί τεχνοκράτες. Μήπως δε θα είναι υπάλληλοι και εκτελεστικά όργανα των εξωελλαδικών οικονομικών κέντρων. Για το ξεπούλημα της δημόσιας περιουσίας δε θα εργαστούν; Την Ελλάδα δε θα οδηγήσουν σκλάβα στα διεθνή σκλαβοπάζαρα των αγορών πετρελαίου; Και μνημόνιο 2 και 3 και 5 και 25 να εξαγγελθεί, δεν χρειάζεται να είναι κανείς οικονομολόγος για να καταλάβει ότι όλα τα μέτρα θα αποτύχουν, για τον απλούστερο λόγο ότι δεν παράγουμε. Είμαστε θύματα μιας αδιέξοδης πολιτικής, που παγιώνεται και διευρύνεται συστηματικά, αφού τα μέτρα που λαμβάνονται προκειμένου να διορθώσουν τα λάθη και τις αστοχίες του πρώτου πακέτου, απλώς επιδεινώνουν την κατάσταση της οικονομίας, βαθαίνουν την ύφεση στην αγορά και καταδικάζουν οριστικά την κοινωνία στη φτώχεια, στο μαρασμό, στην απελπισία.
Η αποτυχημένη συνταγή της σκληρής λιτότητας του πρώτου μνημονίου συνεχίζεται τώρα με ένα νέο λογαριασμό, που, μέχρι στιγμής, υπερβαίνει τα 28 δις. ευρώ για την περίοδο 2011 – 2015 και τον οποίο, φυσικά, καλούνται να πληρώσουν οι Έλληνες φορολογούμενοι, δηλαδή τα οικονομικά θύματα, οι μισθωτοί, οι συνταξιούχοι, οι ελεύθεροι επαγγελματίες, ακόμα και οι ευαίσθητες κοινωνικές ομάδες και οι άνεργοι. Αυτοί που ευθύνονται για τη σημερινή κατάσταση, οι έχοντες και κατέχοντες, απολαμβάνουν ως νέοι κοτσαμπάσηδες τα ειδικά τους προνόμια σε βάρος των νεοραγιάδων.
«...Δειλοί, μοιραίοι και άβουλοι αντάμα...». Αυτοί είμαστε και όσο και να μας πονάει, όσο και να μας πληγώνει, η ελπίδα που ψάχνουμε δεν θα ‘ρθει από ψηλά ως μάννα εξ ουρανού. Πρέπει πρώτα να γεννηθεί στην καρδιά μας, να ριζώσει μέσα μας, για να βγει μετά παραέξω και να δράσει. Η ελπίδα που μας κλέβουν σήμερα, μεταλλάσσεται σε βαριά δεσμά του αύριο. Κι εμείς, “μοιραίοι” θεατές της συντριβής μας, κοιτάζουμε στον ορίζοντα να βρούμε εκείνο που μέσα από τα στήθια μας αφήσαμε να φύγει...
Ψάχνουμε σε μύθους, σε παραδόσεις, σε προφητείες γεροντάδων, και κουβέντες δήθεν σοφών... , ψάχνουμε να στηριχτούμε-αποκούμπι γυρεύουμε- όταν δεν είμαστε σε θέση ούτε καν να σκεφτούμε το πρεπούμενο και το συμφέρον του τόπου.
Πόσο εύκολα ξεστρατίζουμε, όταν δεν έχουμε μάθει να σκεφτόμαστε;
Πόσο εύκολα χάνουμε μάχες, που δεν δίνουμε ποτές, επειδή δεν μάθαμε να μαχόμαστε;
Πότε, άραγε, θα αποφασίσουμε να πολεμήσουμε και να νικήσουμε τους προσωπικούς μας δαίμονες, για να σηκωθούμε και να πάρουμε όλα όσα μας ανήκουν, όλα όσα σήμερα μας κλέβουν;
Ακόμη και θαύμα να γίνει, πόσο άξιοι είμαστε για να το δούμε; Πόσο άξιοι είμαστε για να το καταλάβουμε;
Δυστυχώς καταντήσαμε ανάξιοι των προγόνων, ανάξιοι των καιρών..., ανάξιοι της μοίρας των δικών μας των παιδιών... Αυτοί είμαστε…
Μέχρι να πάρουμε απόφαση να αλλάξουμε. Τότε, και μόνο τότε, υπάρχει ελπίδα να αλλάξουν όλα...
Μη περιμένουμε το θαύμα απ’ έξω. Το θαύμα είναι μέσα στο αίμα μας. Το αίμα μας είναι κοχλαστό, είναι ψυχρό ή χλιαρό; Οι περιστάσεις και η εποχή δε μας θέλουν ούτε ψυχρούς, ούτε χλιαρούς. Αποφασιστικούς, που να βράζει το αίμα, αγωνιστές με την αποκοτιά στο βλέμμα, μας θέλει…
Είμαστε; Τότε, μπορεί να προσμένουμε το θάμα.
Δεν είμαστε; Τότε, είμαστε για κλάμα…
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου