Πέμπτη 12 Ιανουαρίου 2012

Σύζυγοι και τέκνα του Δία: vii. Μαία- Ερμής

[[ δαμ-ων ]]

Ερμής (Α΄)

Καρπός του έρωτα του βασιλοθεού Δία με την Πλειάδα Μαία ο παμπόνηρος και πολυμήχανος Ερμής:
« Ο Άτλαντας που ολάκερα τα ουράνια•
τ’ αρχαίο παλάτι των θεών, βαστάζει
στις χάλκινές του πλάτες, έχει κάνει
με κάποια απ’ τις θεές τη Μαία• εκείνη
με τον τρανό σμίγοντας Δία, εμένα
γέννησε τον Ερμή, τον υπηρέτη των θεών. » ( Ευριπίδης, “Ίων”, 1- 4)
Ο γιός τους γεννήθηκε τον δέκατο μήνα. Η κύησή του διήρκεσε παραπάνω από την κανονική και πλήρη κύηση των θνητών. Ο αριθμός των μηνών κύησης δεν είναι τυχαίος, γιατί η δεκάδα είναι ο τέλειος αριθμός κατά την αρχαιοελληνική παράδοση και γι’ αυτό ονομαζόταν παντέλεια. Διαμέσου του Ερμή η ψυχή του ανθρώπου ανυψώνεται προς το Αγαθό και καθίσταται τέλεια.
Για το όνομά του ο Πλάτωνας μας μεταφέρει: « Φαίνεται πως σχετίζεται με το λόγο το όνομα “Ερμής”, επειδή και “ερμηνέας” είναι και αγγελιοφόρος και κλέφτης και δόλιος στα λόγια και αγοραίος, και όλη η δραστηριότητά του έχει σχέση με τη δύναμη του λόγου. Όπως μάλιστα λέγαμε και στα προηγούμενα, το “είρειν” δηλώνει χρήση του λόγου, ενώ το “εμήσατο”, που και ο Όμηρος αναφέρει σε πολλά σημεία, σημαίνει “μηχανεύομαι”. Από τα δύο τούτα, από τον λόγο και τα τεχνάσματα σχετικά με την ομιλία- ο λόγος βέβαια είναι το “είρειν”- είναι σαν να μας επιβάλλει τον θεό αυτό ο νομοθέτης, λέγοντας: «Άνθρωποι, εκείνον που τον “λόγο μηχανεύτηκε” δίκαια θα τον λέγατε “Ειρέμη”.» Εμείς τώρα, κατά την κρίση μας, εξωραΐζουμε το όνομα και λέμε “Ερμής”. » (Πλάτωνας, “Κρατύλος”, 407e- 408b)

Η συνέχεια >>> εδώ …

Τον θεό αυτό ύμνησαν με κάθε τρόπο οι αρχαίοι πρόγονοί μας, όπως με τον ακόλουθο ομηρικό Ύμνο:
« Τραγουδώ τον Ερμή, τον Κυλλήνιο Αργοφονι.α,
που την Κυλλήνη διαφεντεύει και την Αρκαδία με τα πολλά κοπάδια,
τον ευφυή των αθανάτων αγγελιοφόρο, τέκνο της Μαίας,
της σεβαστής κόρης του Άτλαντα, που με το Δία έσμιξε
ερωτικά• απόφευγε τις συγκεντρώσεις των μακάριων θεών
κι έμενε σε σπηλιά σκιερή, όπου ο Κρονίων
πλάγιαζε μες στη βαθιά τη νύχτα με την ομορφοπλέξουδη
τη νύμφη, κάθε που η λευκοχέρα Ήρα σε ύπνο έπεφτε γλυκό,
κρυφά από αθάνατους θεούς κι από θνητούς ανθρώπους.
Έτσι κι εσύ, του Δία γιε και της Μαινάδας, χαίρε•
με σένανε γι’ αρχή θα πάω σ’ άλλον ύμνο.
Χαίρε, Ερμή, μαντατοφόρε χαρωπέ που τα καλά δωρίζεις. » (Ομηρικός Ύμνος 18, “Στον Ερμή”)
Σαν γεννήθηκε ο Ερμής, δεν πρόλαβε να τον βάλλει καλά- καλά να τον σπαργανώσει η ομορφοπλέξουση Μαία και να τον βάλει στην κούνια του, κι αυτός θέλησε να γνωρίσει τον κόσμο. Πήδησε, λοιπόν, από την κούνια και βγήκε από τη σπηλιά, όπου ζούσε η μάνα του, σκοντάφτοντας σε μια χελώνα. Ο παιγνιδιάρης θεός σκέφτηκε να παίξει με το εύρημά του κι από το καύκαλό της έκανε την πρώτη λύρα, όπως μας λέει ο ομηρικός Ύμνος:
« Εκεί τρυπώντας με μαχαίρι από λευκό σίδηρο
τράβηξε τον μυελό της ορεσίβιας χελώνας.
Κι όπως γοργή σκέψη περνάει από το νου
ανθρώπου που έγνοιες πολλές τον απασχολούν
ή όπως στροβιλίζονται οι αναλαμπές των ματιών,
έτσι από τον λόγο στην πράξη πέρασε ο ένδοξος Ερμής.
Και έμπηξε κοτσάνια καλαμιού, που τα έκοψε μετρώντας τα
τα πέρασε στη ράχη της χελώνας, στο καβούκι της.
Και γύρω από το διάφραγμά της τέντωσε βοδιού δέρμα,
και έβαλε και πήχες, και τις ένωσε με ένα ξύλο
και τέντωσε εφτά αρμονικές χορδές από πρόβατο.
Όταν λοιπόν τελείωσε πήρε το όμορφο στολίδι
και το έπαιζε μελωδικά με πλήκτρο, κι αυτό κάτω από το χέρι του
ήχησε φοβερά• και ο θεός όμορφα τραγουδούσε
κάνοντας αυτοσχεδιασμούς….. » ( Ομηρικός Ύμνος 4, “Στον Ερμή”, 41- 55)
Στους αυτοσχεδιασμούς των τραγουδιών ψάλλει τους έρωτες του Ολύμπιου πατέρα του και της Ατλαντίδας μάνας του, μα γρήγορα βαρέθηκε, έκρυψε τη λύρα κάτω από της κούνιας τα σκεπάσματα και πήρε το δρόμο γιατί πεινούσε και ορέχτηκε να φάει κρέας. Τα γρήγορα βήματά του τον έφεραν στης Πιερίας τα βουνά, όπου βοσκούσαν τα αγελάδια του Απόλλωνα. Ξέκοψε πενήντα αγελάδια από το κοπάδι και τα πήρε για τη σπηλιά του. Η συνέχεια του ομηρικού Ύμνου μας περιγράφει την δολερή κλεψιά του μωρού Ερμή:
« Ο Ήλιος έδυε από τη γη και τον ωκεανό
με τους ίππους και τις άμαξές τους, αλλά ο Ερμής
έφτανε στης Πιερίας τα βουνά τα σκιερά,
όπου των μακάριων θεών τα αθάνατα βόδια έχουνε το παχνί τους
βόσκοντας σε επιθυμητά αθέριστα λιβάδια.
Από αυτά τότε ο πονηρός της Μαίας γιος ο Αργοφονιάς
πενήντα βόδια που μουγκρίζουν δυνατά απομάκρυνε από την αγέλη.
Και τα οδηγούσε σε πλάνο δρόμο μέσα από αμμώδη
περιοχή αντιστρέφοντας τα χνάρια τους• δεν ξέχασε την πονηρή του τέχνη
και τις οπλές τους έκανε αντίθετες• τις μπροστινές έκανε πίσω,
τις πίσω μπρος, κι αυτός ερχόταν στο κατόπι τους.
Αμέσως έριξε τα σανδάλια του στην άμμο της θαλάσσης
ανομολόγητα έργα κι ακατανόητα θαυμαστά μηχανευόταν,
ανακατεύοντας φύκια με κλαδιά μυρτιάς.
Τότε από αυτά μαζεύοντας στην αγκαλιά του νεαρά βλαστάρια
ακίνδυνα έντυσε κάτω από τα πόδια του ελαφριά σανδάλια
με τις ίδιες φυλλωσιές, που ο ένδοξος Αργοφονιάς
έκοψε στην Πιερία, αποφεύγοντας την οδοιπορία,
και, σαν βιαστικός για μακρινό ταξίδι, κίνησε μπροστά.
………………………………………………….
Πολλά βουνά σκιερά και βουερά φαράγγια
και ανθισμένους κάμπους πέρασε ο ένδοξος Ερμής.
Κι ο σκοτεινός βοηθός του, η θεϊκή νύχτα, τέλειωνε
στο μεγαλύτερό της μέρος, και γρήγορα ερχόταν η δημιουργική αυγή•
για νέα σκοπιά ξεκίνησε η θεϊκή Σελήνη
του άρχοντα Πάλλαντα Μεγαμηδείδη η κόρη,
και τότε στον ποταμό Αλφειό ο ρωμαλέος γιος του Δία
του Φοίβου Απόλλωνα τα βόδια τα πλατυμέτωπα οδήγησε.
Ακούραστα έφταναν στο παχνί με την ψηλή σκεπή
μπροστά από τις ποτίστρες του εξοχικού λιβαδιού.
Εκεί τάισε τα βόδια που δυνατά μουγκρίζουν με πολύ χορτάρι
και τα μάζεψε όλα μέσα στο παχνί
να μασούν τριφύλλι και δροσερή κύπερη•
έφερε και μπόλικα ξύλα κι έψαχνε την τέχνη της φωτιάς. » (Ομηρικός Ύμνος 4, “Στον Ερμή”, 68- 86, 95- 108)
Έφτασε ο παμπόνηρος Ερμής στην Πύλο, όπου έκρυψε τα αγελάδια. Πήρα δυο κι αφού τα έσφαξε, τα έγδαρε κι ανάβοντας φωτιά έκανε το πρώτο γεύμα του.
Όταν ο Απόλλωνας ανακάλυψε πως του έλειπαν αγελάδες από το κοπάδι βγήκε να αναζητήσει τον κλέφτη για να πάρει πίσω όσα του ανήκαν. Έμαθε πως πέρασε ένα μωρό έχοντας βάλει τα αγελάδια να περπατούν προς τα πίσω, με τις ουρές μπροστά και τα κεφάλια πίσω- ώστε να νομίζεις πως πήραν αντίθετη κατεύθυνση- κι αυτός έκανε τα χνάρια των ποδιών του με μια αγκαλιά μυρτιές κι αρμυρίκια δεμένη στο κάθε ποδάρι του να μη φαίνονται. Τότε ο γιος της Λητώς μάντεψε πως κλέφτης ήταν ο νιογέννητος αδερφός του και κατέβηκε στην Κυλλήνη να λογαριστεί μαζί του.
Φυσικά κι ο κλέφτης δε δέχτηκε όσα του καταλόγισε ο μεγάλος αδερφός του κι έτσι καταλήγουν να πάνε στον Όλυμπο, όπου βάλανε κριτή τον πατέρα τους Δία. Αυτός έσκασε στα γέλια από τα ψέματα του μικρού Ερμή κι έδωσε την προσταγή να τα βρούν τα δυο αδέρφια. Έτσι κι έγινε στο τέλος, αφού ο Ερμής χάρισε τη λύρα στον Απόλλωνα, που ενθουσιάστηκε από το δώρο του αδερφού του. Με τη σειρά του, του χαρίζει ένα βοσκοράβδι και τον κάνει προστάτη των βοσκών, και το κηρύκειο, ένα χρυσό ραβδί, για να γνωρίζουν οι αθάνατοι και οι θνητοί πως είναι ο επίσημος αγγελιοφόρος του Δία. Τον ορίζει επίσης νεκροπομπό, που συνόδευε τις ψυχές των νεκρών στον Κάτω κόσμο. Η διαμάχη των δυο αδερφών καταλήγει αίσια με τη δέσμευσή τους για αιώνια υποστήριξη, αγάπη και φιλία.
Στη συνέχεια του Ομηρικού Ύμνου περιγράφεται η ανταλλαγή δώρων ανάμεσα στους γιους του ρήγα θεών κι ανθρώπων, του Δία:
« Έτσι μιλώντας έδωσε την κιθάρα, και την πήρε
ο Φοίβος Απόλλων, και του Ερμή του χάρισε να έχει λαμπρό μαστίγιο,
και του ανέθεσε τη βοσκή των βοδιών• δέχτηκε ο γιος της Μαιάδας
χαρούμενος• έπιασε την κιθάρα στ’ αριστερό του χέρι
της Λητώς ο ωραίος γιος, ο μακροβόλος βασιλιά Απόλλων
και με πλήκτρο τη γρατζούνιζε μελωδικά, κι εκείνη από κάτω
τρομερά αντήχησε, και ο θεός τραγούδησε ωραία.
Εκεί μετά τα βόδια στο πανίερο λιβάδι
έστρεψαν οι δυο τους• κι αυτοί, του Δία τα πανέμορφα παιδιά,
κίνησαν πίσω για τον Όλυμπο τον χιονισμένο,
ευφρόσυνοι από τη φόρμιγγα, και χάρηκε ο στοχαστικός Δίας
και τους έδεσε με αγάπη. Πράγματι ο Ερμής
τον γιο της Λητώς αγάπησε για πάντα ως και σήμερα ακόμα,
και γι’ απόδειξη έδωσε στον μακροβόλο την κιθάρα
την ποθητή, κι αυτός έμαθε και την έπαιζε κάτω από το βραχίονά του•
ο Ερμής, πάλι, άλλη σοφή εφηύρε τέχνη•
έφτιαξε τη μελωδία της σύριγγας που ακούγεται από μακριά. » (Ομηρικός Ύμνος 4, “Στον Ερμή”, 496- 512)
Ο Ερμής είναι η πιο συμπαθητική θεότητα του ελληνικού δωδεκάθεου, καθώς συνδυάζει αρχικά πολύ έντονα τα ανθρώπινα με τα θεϊκά στοιχεία, αλλά και γιατί θεωρείται ουσιαστικά ο πρώτος δάσκαλος του ανθρώπινου γένους. Πονηρός και έξυπνος, εύστροφος και πανούργος, επινοητικός και δόλιος, ονειροπαρμένος και αδιόρθωτος φαρσέρ, κλέφτης και κόλακας, ενεργητικός και αεικίνητος, είναι μερικά από τα βασικότερα χαρακτηριστικά του. Εκείνος εισήγαγε τα γράμματα και τις επιστήμες στην ανθρωπότητα, δίδαξε τη χρήση της διάνοιας και μάλιστα υπάρχουν μύθοι που αποδίδουν σε αυτόν τη μετάδοση της γνώσης της φωτιάς στους ανθρώπους. Επίσης ο Ερμής ήταν ο θεός του λόγου, της ευγλωττίας, κι εκτός από εφευρέτης των γραμμάτων είναι και των αριθμών. Ως γιος μιας από τις Πλειάδες ο Ερμής, συνδεόταν επίσης με την αστρονομία, ενώ θεωρούνταν ο εμπνευστής των μέτρων και των σταθμών και κατ' αναλογία προστάτης του εμπορίου. Συνδέεται με τις θυσιαστικές τελετές και τη μαγεία. Εκφράζει με ένα αρχετυπικό σχεδόν τρόπο την ταχύτητα, την ευλυγισία, τη μεταβλητότητα, μα και τους απατηλούς δρόμους που κάποιες φορές ακολουθεί ο νους, καθώς εύκολα απατάται και κάνει λάθη. Ως ιδεώδης δρομέας ο Ερμής, μαζί με τον Έρωτα και τον Ηρακλή, χαρακτηρίζονταν ως θεοί της αθλούμενης νεολαίας, των γυμνασίων και των παλαιστρών. Διαθέτει, επιπλέον, μια σκιώδη και περισσότερο ανθρώπινη όψη, καθώς είναι πρώτος στην απατεωνιά, το ψέμα και την κλεψιά. Ο βρετανός ακαδημαϊκός Ρ. Φ. Γουΐλετς γράφει τα εξής: «…ο Ερμής είναι ο πλέον συμπαθής, ο πλέον ασταθής, ο πλέον συγκεχυμένος, ο πιο πολυσύνθετος και επομένως ο πιο Έλληνας από όλους τους ολύμπιους θεούς».
Πρώτος απ' όλους ο Δίας τον ορίζει κήρυκα και διαπραγματευτή του. Εμπιστεύεται την εξυπνάδα του και την πονηριά του και γι’ αυτό του προσφέρει το κηρύκειο, τον πέτασσο και τα φτερωτά σανδάλια και του αναθέτει εμπιστευτικές και καίριας σημασίας αποστολές όχι μόνο στον Επάνω αλλά και στον Κάτω Κόσμο. Στον Ερμή οι αρχαίοι Έλληνες είχαν αποδώσει πάρα πολλές επινοήσεις. Σ' αυτόν είχαν αποδώσει εκτός από την κατασκευή της πρώτης λύρας, την επινόηση του αυλού και του σουραυλιού. Από το περιστατικό αρχικά της κλοπής και στη συνέχεια της εκτροφής και περιποίησης των 50 δαμαλιών του Απόλλωνα, ο γιος του Δία συνδέθηκε με τη δολιότητα, την καπηλεία και την κτηνοτροφία και θεωρήθηκε προστάτης των κλεφτών και των βοσκών. Τα βασικότερα γνωρίσματά του, ωστόσο, είναι ότι λειτουργεί ως αγγελιαφόρος των θεών, δηλαδή ως μεσάζοντας μεταξύ αυτών και των ανθρώπων, ενώ επιτελεί και το λειτούργημα του ψυχοπομπού, οδηγώντας τις ψυχές των νεκρών στον Άδη. Ο Ερμής με τις δικαιοδοσίες που του προσφέρει ο Άδης γίνεται ο μοναδικός θεός που διασχίζει και δρα σε τρεις κόσμους: σ' αυτόν του ουρανού, σ' αυτόν της γης και σ' αυτόν του Κάτω Κόσμου. Στα περισσότερα μυθολογικά θέματα και περιστατικά, ο Ερμής παίρνει μέρος με τις τρεις πιο βασικές του ιδιότητες: 1) του αγγελιοφόρου, 2) του ψυχοπομπού και 3) του συνοδού και προστάτη.
Επίσης, είναι από τις θεότητες που για τις δραστηριότητες τους χρησιμοποιούν τη σκοτεινή Νύχτα και γιά αυτό θεωρείται πως έχει πολύ καλή σχέση με τη Σελήνη. Μάλιστα αναφέρεται ότι το βράδυ που έκλεψε τα ιερά βόδια του Απόλλωνα, μόλις την τέταρτη μέρα από τη γέννησή του, η Σελήνη βγήκε δυο φορές, για να τον διευκολύνει στη μετακίνησή του από την Πιερία μέχρι τα όρη της Κυλλήνης. Στην Εσωτερική Παράδοση ο Ερμής συμβολίζει το “Λόγο”, δηλαδή το σύνολο όλων των διανοιών στο Σύμπαν ή σε κάποιο από τα υποσυστήματα του.

Δεν υπάρχουν σχόλια: