Παρασκευή 9 Νοεμβρίου 2012

Κι όχι πως είπαμε και τίποτα σπουδαίο…

[[ δαμ- ων ]]

Πολλές φορές σκεφτόμαστε την ασημαντότητά μας. Θαρρούμε ότι είμαστε ένα παιγνίδισμα της Φύσης. Πολλοί από εμάς πιστεύουν πως, όπως ένα φύλλο του δέντρου, αφού κάνουμε τον κύκλο μας, μετά είναι μοιρόγραφο να πέσουμε στην ανυπαρξία. Κι όμως κάνουμε μεγάλο λάθος. Η αγνωσία είναι αυτή που μας κάνει ασήμαντους. Όσο κι αν δεν το πιστεύουμε, είμαστε σημαντικοί, παίζοντας έναν σημαντικό ρόλο στην όλη δημιουργία. Γιατί όπως είπε ένας μεγάλος Δάσκαλος: «Ο άνθρωπος δεν είναι το σώμα του, δεν είναι οι αισθήσεις του, δεν είναι οι συγκινήσεις του, δεν είναι οι επιθυμίες του, δεν είναι η διάνοια του. Φέρνει μέσα του μια μικρογραφία του Απείρου, έναν πυρήνα της όλης Δημιουργίας, ένα πανομοιότυπο του Κόσμου, έναν σπινθήρα του Πνεύματος Θεού. Είναι η μικρή διάνοια της Κοσμικής Διάνοιας, η μικρή ζωή της Μεγάλης Ζωής, το μικρό φως του Άπειρου Φωτός!»
Το Δελφικό «άνθρωπε, γνώθι σαυτόν» είχε την ευρύτερη σημασία: γνώρισε τον εαυτό σου κι έτσι θα γνωρίσεις όλο το σύμπαν. Γιατί ο άνθρωπος είναι ο μικρόκοσμος του μακρόκοσμου και ο μακρόκοσμος του μικρόκοσμου. Είναι η χρυσή τομή του άπειρα μεγάλου και του άπειρα μικρού. Δεν είναι “ανθρωποκεντρικό”, αλλά κατέχει μια ιδιαίτερη θέση στην κλίμακα της δημιουργίας. Ο Απ. Παύλος μας ρωτάει: «ουκ οίδατε ότι ναός Θεού εστε και το Πνεύμα του Θεού οικεί εν υμίν;» (Απ. Παύλος, Α΄επιστολή προς Κορινθίους, γ΄, 16) Ο Ερμής ο Τρισμέγιστος στον αναλογικό του νόμο έχει διατυπώσει: «όπως επάνω, έτσι και κάτω∙ όπως κάτω, έτσι κι επάνω. Έτσι ο άνθρωπος ως μικρόκοσμος είναι αντανάκλαση του Κόσμου, δηλ. του μακρόκοσμου και στο μεγάλο σχέδιο του σύμπαντος, το ανθρώπινο πεπρωμένο είναι να εκφράσει την παγκόσμια τάξη κι αρμονία, έστω κι αν αυτό μας φαίνεται σήμερα σαν μια χίμαιρα. Και φαντάζει σαν ουτοπία γιατί όλα τα μετράμε με το μικρό μας μέτρο και την εφήμερη ζωή μας, χωρίς να αφήνουμε το νου μας να έρθει σ’ επαφή με το αιώνιο.

Η συνέχεια >>> εδώ …

Ο άνθρωπος, αν και ένας, είναι τριαδικός, όπως και ο Θεός είναι ένας, αλλά τριαδικός! Ως εικόνα του Θεού, που έχει τρεις υποστάσεις: Πατέρας, Υιός και Αγ. Πνεύμα, ο άνθρωπος αποτελείται από σώμα, ψυχή και πνεύμα: «Αυτός δε ο Θεός της ειρήνης αγιάσαι υμάς ολοτελείς, και ολόκληρον το πνεύμα και η ψυχή και το σώμα αμέμπτως εν τη παρουσία του Κυρίου ημών Ιησού Χριστού τηρηθείη» (Απ. Παύλος, επιστ. Α΄ προς Θεσσαλονικείς, ε΄, 23). Εδώ ο Απ. Παύλος αναφέρει τα τρία στοιχεία ή όψεις που συνιστούν το ανθρώπινο πρόσωπο. Αν και διαφορετικές, αυτές οι όψεις είναι αυστηρά αλληλένδετες. Η οντότητα “άνθρωπος” είναι μία αναπόσπαστη ενότητα κι όχι ένα αθροιστικό σύνολο τριών χωριστών μερών.
Πρώτα έχει το σώμα, που είναι η φυσική ή υλική όψη της ανθρώπινης φύσης. «Και έπλασεν ο Θεός τον άνθρωπον, χουν από της γης, και ενεφύσησεν εις το πρόσωπον αυτού πνοήν ζωής, και εγένετο εις ψυχήν ζώσαν.» (Γένεση, β΄, 7). Δεύτερη είναι η ψυχή, η δύναμη της ζωής που ζωοποιεί και εμψυχώνει το σώμα, κάνοντάς το να μην είναι μόνο ένας βώλος ύλης, αλλά κάτι που μεγαλώνει και κινείται, που αισθάνεται και αντιλαμβάνεται. Ψυχή όμως, όπως και σώμα, έχουν και τα ζώα: «Και είπεν ο Θεός∙ εξαγαγέτω τα ύδατα ερπετά ψυχών ζωσών και πετεινά πετόμενα επί της γης κατά το στερέωμα του ουρανού… Και είπεν ο Θεός∙ εξαγαγέτω η γη ψυχήν ζώσαν κατά γένος. Και εγένετο ούτως. Και εποίησεν ο Θεός τα θηρία της γης κατά γένος και τα κτήνη κατά γένος αυτών…» (Γένεση, α΄, 20, 24, 250) Κάποια φιλοσοφικά συστήματα, αλλά και οι σύγχρονες επιστημονικές ανακαλύψεις, υποστηρίζουν πως και τα φυτά έχουν ψυχή. Όμως στην περίπτωση του ανθρώπου η ψυχή είναι προικισμένη με συνείδηση. Είναι μια λογική ψυχή που έχει την ικανότητα γι’ αφηρημένη σκέψη, και τη δυνατότητα να προχωρεί με απέραντα επιχειρήματα από συλλογισμούς σ’ ένα συμπέρασμα. Τρίτο είναι το πνεύμα, η «πνοή» από το Θεό, που δεν έχουν τα ζώα. Είναι σημαντικό να διαχωρίσουμε το «Πνεύμα» με κεφαλαίο το αρχικό γράμμα, από το «πνεύμα» με μικρό π. Το πνεύμα του ανθρώπου δεν πρέπει να ταυτιστεί με το δημιουργικό Άγιο Πνεύμα του Θεού, το τρίτο πρόσωπο της Τριάδος. Αυτά τα δυο τους σχετίζονται στενά, γιατί με το πνεύμα του ο άνθρωπος αντιλαμβάνεται το Θεό και επικοινωνεί μαζί του.
Έτσι, ο άνθρωπος δεν πρέπει να ταυτίζεται με το σώμα του, γιατί είναι μια ψυχή που χειρίζεται ένα σώμα. Εξάλλου ο Απ. Παύλος δίνει την απάντηση για την σπουδαία θέση του ανθρώπου στην όλη δημιουργία μέσα από την ερώτηση: «ουκ οίδατε ότι το σώμα υμών ναός του εν υμίν Αγίου Πνεύματος εστιν, ου έχετε από Θεού, και ουκ εστε εαυτών;» (Απ. Παύλος, Α΄ επιστ. προς Κορινθίους, στ΄, 19)
Ο Πλάτωνας μας λέει ότι η ψυχή είναι τριμερής και διακρίνεται σε τρία επίπεδα: στο ανώτατο, που είναι το λογιστικό, στο κατώτατο, που είναι το επιθυμητικό, και στο θυμοειδές, που βρίσκεται ανάμεσά τους. Στο λογιστικό τμήμα της ψυχής περιλαμβάνεται η σκέψη του ανθρώπου, στο θυμοειδές περικλείονται οι βουλητικές ενέργειές του και στο επιθυμητικό εντάσσονται τα κατώτερα και ανεξέλεγκτα πάθη του. Ο Αθηναίος φιλόσοφος μας λέει ότι το σώμα είναι το σήμα (τάφος) της ψυχής. Στο έργο του “Κρατύλος” «παίζει νοητικά» με την ετυμολογία και τη σημασία των λέξεων. Εκεί αναφέρει: «Μερικοί μάλιστα λένε ότι το σώμα είναι σήμα (τάφος) της ψυχής, η οποία είναι στην παρούσα ζωή θαμμένη μέσα σ’ αυτό επίσης, επειδή η ψυχή με το σώμα σημαίνει (φανερώνει) όσα σημαίνει, σωστά ονομάζεται σήμα. Νομίζω μάλιστα ότι την ονομασία τούτη έδωσαν οι ορφικοί, επειδή η ψυχή που τιμωρείται για όσα παραπτώματα έκανε, το έχει για περίβολο όπου μέσα του σώζεται, κάτι σαν δεσμωτήριο∙ σύμφωνα λοιπόν μ’ αυτά, τούτο είναι το σώμα (σώσιμο) της ψυχής, όπως ακριβώς ονομάζεται, μέχρις ότου εκείνη να εκτίσει την ποινή της∙ έτσι δεν χρειάζεται ν’ αλλάξουμε ούτε ένα γράμμα στη λέξη.» (Πλάτωνας, “Κρατύλος”, 400c)
Ο Πλάτωνας υποστηρίζει ότι η ψυχή είναι αθάνατη: «Πάσα ψυχή αθάνατος» (Πλάτωνας, “Φαίδρος”, 245c) για να υποστηρίξει στους Νόμους του: «Εν μεν η περί την ψυχήν ελέγομεν, ως πρεσβύτατόν τε και θειότατόν εστίν πάντων ων κίνησις γένεσιν παραλαβούσα αέναον ουσίαν επόρισεν...» (Νόμοι 966 D-E). Και όπως μας μεταφέρει ο Ξενοφώντας από την πλατωνική φιλοσοφία: «Αλλά μην και ανθρώπου η ψυχή, η, είπερ τι και άλλο των ανθρωπίνων, του θείου μετέχει, ότι μεν βασιλεύει εν ημίν, φανερόν, οράται δε ουδ' αυτή» (Ξενοφ. Απομν. Δ' 3, 14). Παρ’ όλα αυτά, κατά την πλατωνική άποψη, αυτή η αθάνατη, ανώλεθρη και θεϊκή ψυχή του ανθρώπου, ενώ δεν δέχεται εκ φύσεως κανένα κακό εντός της, περιβάλλεται από αναρίθμητα κακά, τα οποία κατά κάποιον τρόπο έχουν προσκολληθεί επάνω της, αλλοιώνοντας την φυσική της μορφή. Ο Πλάτωνας παρομοιάζει αυτή την κατάσταση με τον θαλάσσιο θεό Γλαύκο, επάνω στον οποίο έχουν κολλήσει με σύμφυση όστρακα, φύκια και χαλίκια, ώστε να μοιάζει περισσότερο με θηρίο, παρά με την πρωταρχική του κατασκευή. Έτσι και η ψυχή, αλλοιωμένη εξωτερικά από τα σύμφυτα πάθη, κακίες και ελαττώματα του ανθρώπου, εμφανίζεται σαν τερατώδης υπόσταση. Είναι ανάγκη, λοιπόν, να αποκαθαρθεί από όλα τα ξένα προς την φύση της στοιχεία, ώστε να αποκαλυφθεί η αρχική της λαμπρότητα και η συγγένεια της προς το θείον. Κι εδώ ο αθηναίος φιλόσοφος υποστηρίζει ότι μπορεί να επιτευχθεί μόνον διαμέσου της φιλοσοφίας.
Αυτή είναι η μεγάλη προσπάθεια που πρέπει να κάνει ο άνθρωπος. Να απαλλάξει τη ψυχή του από τα πλατωνικά σύμφυτα πάθη. Η απόξεση των περιττών οστράκων, χαλικιών και φυκιών, αν φανταστούμε την πλατωνική εικόνα του Γλαύκου, μπορεί να γίνει με τις ευγενικές φιλοσοφικές απόψεις και τις διδασκαλίες των μεγάλων Διδασκάλων και διαμορφωτών των ανθρώπων. Επειδή η φιλοσοφία πέφτει λίγο βαριά στο πλήθος, κάποιοι χρησιμοποιούν μύθους και παραβολές. Σ’ αυτά τα δύο μεγάλα εργαλεία βασίζονται οι θρησκευτικές δοξασίες και οι μυστηριακές λατρείες ή τελετές. Οι Διδάσκαλοι της ανθρωπότητας σε όλες τις εποχές δίνουν τις σημαντικές τους διδαχές μέσα από μύθους και παραβολές. Με παραβολές μίλησε και ο Ιησούς: «Ταύτα πάντα ελάλησεν ο Ιησούς εν παραβολαίς τοις όχλοις, και χωρίς παραβολής ουδέν ελάλει αυτοίς, όπως πληρωθεί το ρηθέν δια του προφήτου λέγοντος• ανοίξω εν παραβολαίς το στόμα μου, ερεύξομαι κεκρυμμένα από καταβολής κόσμου.» (Ματθαίος, ιγ΄, 34- 35) Πολλές φορές χρησιμοποίησε την έννοια του “σπόρου”. Μια πολύ γνωστή μας παραβολή είναι του σπορέα:
[[Βγήκε ο σποριάς για να σπείρει το σπόρο του· καθώς έσπερνε, μερικοί σπόροι έπεσαν στο δρόμο, όπου καταπατήθηκαν και τους έφαγαν τα πουλιά. Άλλοι έπεσαν στις πέτρες και, όταν φύτρωσαν, ξεράθηκαν, γιατί δεν είχε υγρασία. Άλλοι σπόροι έπεσαν ανάμεσα σε αγκάθια και, όταν αυτά φύτρωσαν μαζί τους, τους έπνιξαν. Άλλοι όμως έπεσαν στο γόνιμο έδαφος, φύτρωσαν κι έδωσαν καρπό εκατό φορές περισσότερο». Αφού τα είπε όλα αυτά, πρόσθεσε με έμφαση: «Όποιος έχει αυτιά για ν’ ακούει ας τα ακούει». Οι μαθητές του τότε τον ρώτησαν: «Τι σημαίνει η παραβολή αυτή;» Εκείνος τους απάντησε: «Σ΄ εσάς έδωσε ο Θεός να γνωρίζεται τα μυστήρια της βασιλείας του Θεού, ενώ στους υπολοίπους αυτά δίνονται με παραβολές, ώστε να κοιτάζουν και να μη βλέπουν και ν’ ακούνε αλλά να μην καταλαβαίνουν». «Η παραβολή αυτή σημαίνει το εξής: Ο σπόρος είναι ο λόγος του Θεού. Οι σπόροι που έπεσαν στο δρόμο είναι εκείνοι που άκουσαν το λόγο του Θεού, έρχεται όμως ύστερα ο διάβολος και τον παίρνει απ’ τις καρδιές τους, για να μην πιστέψουν και σωθούν. Οι σπόροι που έπεσαν στο πετρώδες έδαφος είναι εκείνοι που, όταν ακούσουν το λόγο, τον δέχονται με χαρά, δεν έχουν όμως ρίζα· γι’ αυτό πιστεύουν για λίγο διάστημα και, όταν έρθει ο καιρός της δοκιμασίας, απομακρύνονται. Αυτοί που έπεσαν στ’ αγκάθια είναι εκείνοι που άκουσαν το λόγο, συμπορεύονται όμως με τις φροντίδες, με τον πλούτο και τις απολαύσεις της ζωής, πνίγονται απ’ αυτά και δεν καρποφορούν. Με το σπόρο που έπεσε στο γόνιμο έδαφος εννοούνται όσοι άκουσαν το λόγο με καλή και αγαθή καρδιά, τον φυλάνε μέσα τους και καρποφορούν με υπομονή». ]] (Λουκάς, η΄, 5-15)
Σπόρος, λοιπόν, είναι ο λόγος, η διδασκαλία. Άλλους τους αφήνει αδιάφορους. Κι αυτή η αδιαφορία είναι γιατί δεν ήρθε το πλήρωμα του χρόνου να κάνουν το μεγάλο άλμα, να μετατοπίσουν το κέντρο βάρους των ενδιαφερόντων τους από τα υλικά θέματα στα πνευματικά. Τα ενδιαφέροντα αυτής της μερίδας των ανθρώπων είναι καθαρά υλικά. Αυτοί είναι που περιγράφονται ως προσκεκλημένοι στο μεγάλο δείπνο και δεν προσήλθαν γιατί ο καθένας είχε και μια ιδιαίτερη υλική ασχολία, όπου ο πρώτος πρόβαλε ως δικαιολογία: «αγρόν ηγόρασα, και έχω ανάγκην εξελθείν και ιδείν αυτόν», ο άλλος «ζεύγη βοών ηγόρασα πέντε, και πορεύομαι δοκιμάσαι αυτά» και ο άλλος «γυναίκα έγημα, και δια τούτο ου δύναμαι ελθείν» (Λουκάς, ιδ΄, αντίστοιχα σε18, 19, 20) Υπάρχουν κι άλλοι, που μέσα τους ριζώνει ο σπόρος… Αυτοί βρίσκουν χρόνο για τις φιλοσοφικές ή τις μεταφυσικές αναζητήσεις τους. Και τότε αρχίζει μέσα τους η αλχημική διεργασία της μετατροπής τους αγενούς μετάλλου σε ευγενές μέταλλο με τη βοήθεια- πάντοτε- της φιλοσοφικής λίθου , που με ζήλο αναζητούν σε όλες τις εποχές οι αλχημιστές. Το κέρδος τους δεν είναι η απόκτηση υλικών αγαθών. Αυτοί αποκτούν ένα πολυτιμότερο προνόμιο. Αποκτούν την ικανότητα να γνωρίσουν σε μικρό ή σε μεγάλο βαθμό τα μυστήρια της ζωής. Πριν φτάσουν σ’ αυτό το μεγάλο επίτευγμα, μέσα τους έγινε ένα μεγάλο αντιπάλεμα. Μα μπόρεσαν και βγήκαν νικητές γιατί το χάος μέσα τους το έκαναν αρμονία. Ο Ν. Καζαντζάκης στην “Ασκητική” του έγραψε:
[[ Ερχόμαστε από μια σκοτεινή άβυσσο• καταλήγουμε σε μια σκοτεινή άβυσσο• το μεταξύ φωτεινό διάστημα το λέμε Ζωή.
Ευτύς ως γεννηθούμε αρχίζει η επιστροφή• ταυτόχρονα το ξεκίνημα κι ο γυρισμός• κάθε στιγμή πεθαίνουμε. Γι’ αυτό πολλοί διαλάλησαν: Σκοπός της ζωής είναι ο θάνατος.
Μα κι ευτύς ως γεννηθούμε, αρχίζει η προσπάθεια να δημιουργήσουμε, να συνθέσουμε, να κάμουμε την ύλη ζωή• κάθε στιγμή γεννιούμαστε. Γι’ αυτό πολλοί διαλάλησαν: Σκοπός της εφήμερης ζωής είναι η αθανασία.
Στα πρόσκαιρα ζωντανά σώματα, τα δυό τούτα ρεύματα παλεύουν: α) ο ανήφορος, προς τη σύνθεση, προς τη ζωή, προς την αθανασία• β) ο κατήφορος, προς την αποσύνθεση, προς την ύλη, προς το θάνατο.
Και τα δύο ρέματα πηγάζουν από τα έγκατα της αρχέγονης ουσίας. Στην αρχή η ζωή ξαφνιάζει• σαν παράνομη φαίνεται, σαν παρά φύση, σαν εφήμερη αντίδραση στις σκοτεινές αιώνιες πηγές• μα βαθύτερα νιώθουμε: η Ζωή είναι κι αυτή άναρχη, ακατάλυτη φόρα του Σύμπαντου. Αλλιώς, πούθε η περανθρώπινη δύναμη που μας σφενδονίζει από το αγέννητο στο γεννητό και μας γκαρδιώνει- φυτά, ζώα, ανθρώπους- στον αγώνα; Και τα δυό αντίδρομα ρέματα είναι άγια.
Χρέος μας λοιπόν να συλλάβουμε τ’ όραμα που χωράει κι εναρμονίζει τις δυό τεράστιες τούτες άναρχες, ακατάλυτες ορμές• και με τ’ όραμα τούτο να ρυθμίσουμε το στοχασμό μας και την πράξη. ]]
Κάποιοι εκτέλεσαν το χρέος και συνέλαβαν αυτό το όραμα. Εναρμόνισαν τις δύο ακατάλυτες δυνάμεις και τις έκαναν “γνώση”. Διάβασαν μέσα στη φύση το μεγάλο βιβλίο της ζωής και κατάλαβαν το νόημά της. Για εκείνους ελέχθη το: «ότι υμίν δέδοται γνώναι τα μυστήρια της βασιλείας των ουρανών, εκείνοις δε ου δέδοται» (Ματθαίος, ιγ΄, 11). Κι έτσι έγιναν “μύστες” ή σε άλλη γλώσσα έγιναν οι “φωτισμένοι”. Διευρύνθηκε το οπτικό τους πεδίο και το πεδίο κατανόησης. Οι μύθοι και οι παραβολές δεν είναι πλέον ευχάριστες ιστοριούλες, αλλά αγκωνάρια σε πνευματικό οικοδόμημα. Γέφυρες για να περάσουν σε μια άλλη διάσταση αίσθησης του κόσμου…
Σε αυτούς ο κόκκος σινάπεως έγινε δέντρο, όπως ειπώθηκε σε άλλη παραβολή: «ομοία εστίν η βασιλεία των ουρανών κόκκω σινάπεως, ον λαβών άνθρωπος έσπειρεν εν τω αγρώ αυτού• ο μικρότερον μεν εστι πάντων των σπερμάτων, όταν δε αυξηθή, μείζον πάντων των λαχάνων εστί και γίνεται δένδρον, ώστε ελθείν τα πετεινά του ουρανού και κατασκηνούν εν τοις κλάδοις αυτού.» (Ματθαίος, ιγ΄, 31- 32) Τόση μεγάλη δύναμη έχει το μικρό! Με τη θέληση, την υπομονή και την επιμονή, έχει τη δυνατότητα να γίνει μεγάλο. Το λίγο να γίνει πολύ! Αρκεί ο άνθρωπος να πιστεύει στον εαυτό του, στις δυνατότητές του. Γι’ αυτό ο Ιησούς είπε: «εάν έχητε πίστιν ως κόκκον σινάπεως, ερείτε τω όρει τούτω, μετάβηθι εντεύθεν εκεί, και μεταβήσεται και ουδέν αδυνατήσει υμίν.» (Ματθαίος, ιζ΄, 19)
Στην αλχημική διεργασία, που αναφέραμε παραπάνω, για να μετατρέψουμε το αγενές μέταλλο του κατώτερου εαυτού μας στο ευγενές μέταλλο του ανώτερου εαυτού, πρέπει να πεθάνει ο κατώτερος εαυτός. Να μη μας τρομάζει ο θάνατος του κατώτερου. Εξάλλου μας έχει λεχθεί: «αμήν αμήν λέγω υμίν, εάν μη ο κόκκος του σίτου πεσών εις τη γην αποθάνη, αυτός μόνος μένει∙ εάν δε αποθάνη, πολύν καρπόν φέρει.» (Ιωάννης, ιβ΄, 24). Αυτό το περιγράφει πολύ ωραία ο Ν. Καζαντζάκης στον “Τελευταίο Πειρασμό”:
[[ Μια στιγμή έσκυψε ο Ιησούς, έπιασε από χάμω μιαν πέτρα ζεστή• κάμποση ώρα την κρατούσε σφιχτά στη φούχτα του• πέτρα ήταν ετούτη για χέρι ανθρώπου αγαπημένου; Κοίταξε γύρα του• τα χώματα όλα, που ‘χαν πεθάνει το χειμώνα, πώς πέταξαν τη χλόη, πώς άνθισαν!
- Ιούδα αδερφέ μου, είπε, μη θλίβεσαι• πώς μπαίνει στη γης το σιτάρι και πέμπει ο Θεός τη βροχή και φουσκώνει η γης κι ανεβαίνει μέσα από το αφράτο χώμα το αστάχυ και θρέφει τους ανθρώπους; Αν δεν πέθαινε το σπειρί το σιτάρι, θ’ ανασταίνουνταν ποτέ του αστάχυ; Όμοια κι ο Γιος του ανθρώπου. ]]
Ο ίδιος συγγραφέας στο ίδιο μυθιστόρημα δίνει μια διαφορετική ερμηνεία στο μεγάλο θέμα του θανάτου και του χρόνου (καιρού):
[[ Ο Αντρέας δεν μπόρεσε να κρατήσει τον πόνο του, τον ζύγωσε:
- Ραβή, είπε, έπιασαν το βαφτιστή, τον σκότωσαν!
- Δεν πειράζει, αποκρίθηκε ήσυχα ο Ιησούς, πρόφτασε κι έκαμε το χρέος του• και στα δικά μας, Αντρέα.
Είδε τα μάτια του παλιού μαθητή του Προδρόμου να βουρκώνουν:
- Μην πικραίνεσαι, Αντρέα, του ‘πε και του χάδεψε τον ώμο, δεν πέθανε• πεθαίνουν μονάχα όσοι δεν πρόλαβαν να γίνουν αθάνατοι• αυτός πρόλαβε• ο Θεός του ‘δωκε καιρό.
Κι ως το ‘πε, ο νους του φωτίστηκε• αλήθεια, όλα στον κόσμο ετούτον κρέμουνται από τον καιρό• αυτός ωριμάζει τα πάντα• αν έχεις καιρό, προλαβαίνεις να δουλέψεις μέσα σου την ανθρώπινη λάσπη και να την κάμεις πνέμα• και τότε θάνατο δε φοβάσαι• αν δεν έχεις καιρό, χάνεσαι… «Θεέ μου, δώσ’ μου καιρό… Τούτο μονάχα πια σου ζητώ• δώσ’ μου καιρό…» Ένιωθε μέσα του πολλή λάσπη ακόμα, πολύν άνθρωπο… ]]
Αυτός είναι ο αγώνας του ανθρώπου. Να δουλέψει τη λάσπη μέσα του και να την κάνει πνεύμα! Και ο Θεός του δίνει τον καιρό που χρειάζεται… Στις μέρες και τις νύχτες του καιρού του υπάρχει κι ο θάνατος. Να μην αντιμετωπίζεται όμως σαν κάτι το φοβερό. Γιατί ο θάνατος του παλιού έχει σαν αποτέλεσμα την ανάσταση του νέου, που είναι ανώτερο. Ο Απ. Παύλος γράφει: «ούτω και η ανάστασις των νεκρών. σπείρεται εν ασθενεία, εγείρεται εν αφθαρσία∙ σπείρεται εν ατιμία, εγείρεται εν δόξη∙ σπείρεται εν ασθενεία, εγείρεται εν δυνάμει∙ σπείρεται σώμα ψυχικόν, εγείρεται σώμα πνευματικόν. Έστι σώμα ψυχικόν, και έστι σώμα πνευματικόν. Ούτω και γέγραπται∙ εγένετο ο πρώτος άνθρωπος Αδάμ εις ψυχήν ζώσαν∙ ο έσχατος αδάμ εις πνεύμα ζωοποιούν.» (Απ. Παύλος, Α΄ επιστ. προς Κορινθίους, ιε΄, 42- 45)
Και ο Ιησούς είπε στη Μάρθα την αδελφή του ήδη πεθαμένου Λάζαρου, πριν τον αναστήσει: «εγώ ειμί η ανάστασις και η ζωή. ο πιστεύων εις εμέ, καν αποθάνη, ζήσεται•» (Ιωάννης, ια΄, 25- 26)
Είτε το θέλουμε, είτε όχι, υπάρχουν πέπλα που καλύπτουν αυτά τα θέματα. Δεν είναι όλοι έτοιμοι και ώριμοι να ακούσουν και να ερμηνεύσουν όσα αφορούν τα πνευματικά θέματα. Στην αρχαιότητα οι μύθοι εξηγούνταν στους μυημένους. Τα μυστήρια ήταν άρρητα. Και επιπλέον υπήρχαν Μικρά και Μεγάλα Μυστήρια, όπου η φανέρωση των αρρήτων ήταν διαφορετική. Έχουμε την άποψη ότι και σήμερα δεν μας είναι όλα γνωστά, έστω κι αν υποστηρίζεται ότι ο χριστιανισμός δεν έχει μυστικά. Γιατί πως αλλιώς να ερμηνεύσουμε την προτροπή του Χριστού: «μη δώτε το άγιον τοις κυσί μηδέ βάλητε τους μαργαρίτας υμών έμπροσθεν των χοίρων»; (Ματθαίος, ζ΄, 6) Και ο ίδιος ο Ιησούς άλλα έλεγε στο πλήθος, άλλα είπε στους 72 και άλλα στους 12 επιστήθιους μαθητές. Δικά του λόγια είναι το «δια τούτο εν παραβολαίς αυτοίς λαλώ, ίνα βλέποντες μη βλέπωσι και ακούοντες μη ακούωσι μηδέ συνώσι» (Ματθαίος, ιγ΄, 13)
Το κρυφό θέλει ψάξιμο… Η γνώση θέλει έρευνα. Τίποτα δεν προσφέρεται στο πιάτο…
Δεν χρειάζεται να αγωνιούμε και να αποθαρρυνόμαστε γιατί μας έχει δοθεί η αισιόδοξη προτροπή: «ζητείτε, και ευρήσετε»…, γιατί «ο ζητών ευρίσκει»… Και τότε θα ανακαλύψουμε ότι δεν είμαστε ασήμαντοι. Όταν το ανακαλύψουμε, έχουμε το χρέος να αναζητήσουμε το ρόλο μας. Κι αυτό, να ξέρουμε, πως είναι το δυσκολότερο…

Δεν υπάρχουν σχόλια: