Σάββατο 1 Μαρτίου 2014

Ο Ιππόλυτος δεν ατιμάζει τον πατέρα του Θησέα

[[ δαμ- ων ]]

Α΄ μέρος
Ένας νέος- υπόδειγμα ήθους- που αν και προκλήθηκε, δεν θέλησε να προσβάλει την τιμή του πατέρα του, ήταν ο γιος του ήρωα Θησέα, ο Ιππόλυτος. Βρέθηκε θύμα μιας αγάπης στην οποία δεν ενέδωσε. Δυστυχώς η τιμιότητά του είχε σαν αποτέλεσμα τον άδικο θάνατό του. Ας δούμε όσα αναφέρει η μυθολογία μας γι’ αυτόν και πώς ο τραγικός ποιητής Ευριπίδης απόδωσε με την ομώνυμη τραγωδία τον έρωτα της Φαίδρας για τον όμορφο νέο .
Ο ήρωας της Αθήνας Θησέας, σαν ήταν νέος, ακολούθησε τον άλλο μεγάλο ήρωα από τη Θήβα, τον Ηρακλή, στην μεγάλη εκστρατεία που έκανε στον Πόντο, στη χώρα των Αμαζόνων. Πάνω στον ποταμό Θερμώδοντα ήταν χτισμένη η πρωτεύουσα των Αμαζόνων, η Θεμίσκυρα, την οποία για πολύ καιρό πολιορκούσαν χωρίς να μπορούν να την κυριέψουν. Σε μια μάχη, κάποια από τις Αμαζόνες, η Αντιόπη, είδε τον ατρόμητο Θησέα να σκορπίζει το θάνατο στις συντρόφισσές της, κι αντί να νιώσει μίσος, ο έρωτας της σαΐτεψε την τρυφερή καρδιά. Ήρθε τότε σε κρυφή συμφωνία με τους εχθρούς με προδοσία να τους παραδώσει την πατρίδα της. Αφού οι Έλληνες κούρσεψαν την πόλη των Αμαζόνων, πήραν τον δρόμο της επιστροφής. Ο Θησέας δεν μπορούσε ν’ αφήσει στον Πόντο την Αντιόπη και την πήρε μαζί του στην Αθήνα, όπου και την παντρεύτηκε. Απ’ αυτήν απόκτησε έναν πολύ όμορφο γιο, τον Ιππόλυτο.
Οι Αμαζόνες δε συγχώρησαν την απαγωγή της συντρόφισσάς τους κι οργάνωσαν εκστρατεία στην Αττική, για να την πάρουν πίσω. Έγινε μεγάλη μάχη στην οποία οι ατρόμητες γυναίκες από τον Πόντο είχαν πολλές απώλειες. Στο πλευρό του άντρα της Θησέα, πιότερο γενναία κι από άντρα, πολέμησε η Αντιόπη. Όμως ήταν γραφτό της στο πεδίο της μάχης να χάσει της ζωή της, πολεμώντας δίπλα στον άντρα που αγάπησε τόσο πολύ.
Ο Θησέας πένθησε την όμορφη Αμαζόνα κι έστησε επιτύμβια στήλη κοντά στου Ολύμπιου Δία το ιερό. Στην Κρήτη, στο μεταξύ, είχε πεθάνει ο Μίνωας, οπότε τον διαδέχτηκε ο γιος του Δευκαλίωνας, ο οποίος συμφώνησε συμμαχία με τον Θησέα. Για επισφράγιση αυτής, του έδωσε για γυναίκα την αδελφή του Φαίδρα, την πανέμορφη δεύτερη κόρη του Μίνωα. Απ’ αυτό τον γάμο ο Θησέας απόκτησε δυο γιους, τον Ακάμαντα και τον Δημοφώντα.
Πριν να γίνει ο γάμος, έστειλε ο Θησέας τον Ιππόλυτο στον παππού του Πιτθέα, τον σοφό βασιλιά της Τροιζήνας, που προόριζε να γίνει ο δισέγγονος διάδοχός του. Κάποτε το βασιλικό ζευγάρι, ο Θησέας και η Φαίδρα, επισκέφτηκαν την Τροιζήνα, όπου η γυναίκα είδε το πανέμορφο προγόνι της. Ωραιότατος, αγνός κι αθλητικός ο νέος είχε αφιερωθεί στη λατρεία της Άρτεμης, της θεάς της αγνότητας, αποκρούοντας κάθε πρόκληση της Αφροδίτης. Η νεαρή γυναίκα ερωτεύτηκε παράφορα τον Ιππόλυτο. Μάλιστα, κάποια τροιζηνιακή παράδοση αναφέρει πως η Φαίδρα έβλεπε από το ιερό της Αφροδίτης το νέο να ασκείται στο γυμναστήριο κι από την ερωτική αδημονία τρυπούσε τα φύλλα μιας μυρτιάς με την καρφίτσα των μαλλιών της, ώστε ούτε ένα φύλλο να μην είναι ατρύπητο!
Το θέμα αυτό δεν μπορούσε να ξεφύγει από τους τραγικούς μας ποιητές. Ο Ευριπίδης έγραψε την τραγωδία “Ιππόλυτος”, την οποία θα χρησιμοποιήσουμε σαν βάση στην ανάλυσή μας. Στην αρχή της τραγωδίας, η ίδια η θεά του έρωτα εισάγει τον θεατή στην υπόθεση του έργου, λέγοντας πως όλα τα προκάλεσε η ίδια, χρησιμοποιώντας την άμοιρη Φαίδρα ως θύμα, χωρίς όμως να επιτρέψει να χάσει την τιμή της:
« …όσοι τη δύναμή μου σέβονται, τιμάω•
μα εκείνους που μου δείχνουν καταφρόνια,
τους αφανίζω. Στους θεούς αρέσει
τούτο: να χαίρονται όταν τους λατρεύουν…
Ο Ιππόλυτος, ο γιος της Αμαζόνας
και του Θησέα που τον έχει μεγαλώσει
ο αγνός Πιτθέας, απ’ όλους τους πολίτες της Τροιζήνας
αυτός μονάχα λέει πως είμαι απ’ όλους
τους θεούς η χειρότερη. Αποφεύγει
τον έρωτα και γάμο δεν αγγίζει•
την Άρτεμη τιμά, του Δία την κόρη,
την αδερφή του Φοίβου, και την έχει
πρώτη μες στους θεούς…» ( Ευριπίδης, “Ιππόλυτος”, 5-16)
H Φαίδρα μετά από την πρώτη συνάντηση με το θεόμορφο προγόνι της, όπου ένιωσε του έρωτα την παραφορά να της διώχνει την αναμελιά και σε βασανιστικό δίλημμα να την βάζει, ξαναείδε τον νέο μετά από αρκετό καιρό, όταν ο Ιππόλυτος ήρθε στην Αθήνα για να λάβει μέρος στων Παναθηναίων τις λαμπρές γιορτές. Αρρώστησε από του έρωτα το ψυχικό αντάριασμα, δεν μπορούσε μήτε να φάει μήτε να κλείσει μάτι. Έλιωνε σαν το κερί απ’ του πάθους τη φλόγα, χωρίς να λέει σε κανένα την αιτία. Μέσα της σφάλιζε το σαράκι, που της κατάτρωγε τα σωθικά. Στο τέλος δεν άντεξε, και με γράμμα εξομολογήθηκε της ψυχής της τη φλόγα, προτρέποντάς τον του έρωτα να γευτούν την ηδονή, που το σώμα λευτερώνει και στην ψυχή φέρνει την αγαλλίαση. Ο νέος ένιωσε να φουντώνει από αγανάκτηση από της μητριάς την πρόταση και αρνήθηκε κάθε συζήτηση γι’ αυτό το φούντωμα από της Κύπριδας τη φυτιλιά. Γεμάτη ντροπή τότε η Κρητικιά βασιλοκόρη, κι αφού ο φόβος να μάθει ο άντρας της Θησέας τον ξεπεμό της της πάγωσε την μαύρη καρδιά, πήρε την απόφαση να κρυφτεί στην υγρή γη βάζοντας τέλος στη θλιβερή ζωή της. Θολωμένη από την απόρριψη, κάθισε κι έγραψε γράμμα στον Θησέα, κατηγορώντας τον πρόγονό της πώς τόλμησε να της γυρέψει τον έρωτα και με το ζόρι δική του να την κάμει.]]
Στην τραγωδία ο ποιητής βάζει την Αφροδίτη να ομολογεί πως αυτή προκάλεσε τον παράφορο έρωτα:
« Όταν πήγε ο νέος απ’ του Πιτθέα
το τίμιο σπίτι στου Πανδίονα τη χώρα,
τα μυστήρια να δει και να τα μάθει,
η αρχοντογέννητη τον είδε Φαίδρα,
το ταίρι του γονιού του• με δική μου
θέληση, της εφλόγισε μεγάλος
έρωτας την καρδιά….» ( Ευριπίδης, “Ιππόλυτος”, 24-28)
Μετά περιγράφει πως κλεισμένη στον εαυτό της η Φαίδρα, λιώνει από του έρωτα το πάθος:
« …εκείνη στενάζοντας η δόλια με χαμένο
το νου της απ’ του έρωτα τ’ αγκάθια,
σωπαίνει κι αφανίζεται• κανένας
το πάθος της δεν ξέρει από τους δούλους. » ( Ευριπίδης, “Ιππόλυτος”, 37-40)
H θεά όμως διευκρινίζει πως η Φαίδρα θα χαθεί, χωρίς όμως να χάσει την τιμή της: « ή δ’ ευκλεής μεν, αλλ’ όμως απόλλυται, Φαίδρα » [[ Θα πεθάνει η Φαίδρα, δίχως ωστόσο να χάσει την τιμή της.]]
Ο χορός με θλίψη αναφέρει τη δεινή κατάσταση της βασίλισσας της Αθήνας:
« …εκεί πρώτη φορά το νέο
μου ’ρθε για την κυρά μου•
πως λιώνει το κορμί της
άρρωστη, ξαπλωμένη στο κρεβάτι
μέσα στο σπίτι και λεπτά μαγνάδια
το ξανθό της σκεπάζουν κεφάλι.
Τρεις μέρες, ως ακούω, περάσαν
δίχως μπουκιά ψωμί να βάλει
στ’ όμορφο στόμα της, ζητώντας
από κρυφό σαράκι θλίψης
στο μαύρο θάνατο να φτάσει. » ( Ευριπίδης, “Ιππόλυτος”, 130-140)
Βασανίζεται η Φαίδρα, όπως βασανίζονται και πολλοί συνάνθρωποί μας, σε κάθε εποχή και σε γωνιά του πλανήτη μας, γιατί η βιωματική γνώση, σκοπός της επίγειας ζωής μας, αποκτάται μέσα από βάσανα και παθήματα. Αυτό μας λέει και ο τραγωδός: « πας δ’ οδυνηρός βίος ανθρώπων, ουκ έστι πόνων ανάπαυσις. »
Ντρέπεται η βασανισμένη γυναίκα γι’ αυτό που της συμβαίνει. Δεν το χωρεί ο νους της, πως το πάθος της την έφερε σ’ αυτή την κατάσταση. Μπορεί να μην ενώθηκε ερωτικά με τον Ιππόλυτο, αλλά ακόμη και η σκέψη να συνευρεθεί μαζί του, την γεμίζει ενοχές.
Η Φαίδρα μονολογεί:
« Η δόλια εγώ, τι έχω κάνει τάχα;
Τρελάθηκα κι έπεσα σε κατάρα
κάποιου θεού. Αχ, η δυστυχισμένη.
Βάγια μου, σκέπασέ μου το κεφάλι•
ντρέπομαι για τα λόγια που είπα.
Τα μάτια μου δακρύζουν, κρύψε με•
το βλέμμα μου αντικρίζει την ντροπή. » ( Ευριπίδης, “Ιππόλυτος”, 239-246)
Και η βάγια της, από της ηλικίας της τη σοφία, καταλήγει στη διαπίστωση:
« βιότου δ’ ατρεκείς επιτηδεύσεις
φασί σφάλλειν πλέον ή τέρπειν
τη θ’ υγιεία μάλλον πολεμείν•
ούτω το λίαν ήσσον επαινώ
του μηδέν άγαν•
και ξυμφήσουσι σοφοί μοι. »
[[ Λένε πως οι παράφορες αγάπες
περσότερο φέρνουν κακό
πάρεξ χαρά και την υγεία πολεμούν.
Γι’ αυτό κι απ’ την υπερβολή
Το μετρημένο προτιμώ• μαζί μου
θα συμφωνήσουν και οι σοφοί. ]] ( Ευριπίδης, “Ιππόλυτος”, 261-266)
Η Φαίδρα βασανίζεται, παλεύει με τον εαυτό της. Ο τραγικός ποιητής μας φανερώνει τις σκέψεις της:
« Άκου ποιο δρόμο πήρε ο στοχασμός μου•
σαν με λάβωσε ο έρωτας, σκεφτόμουν
πώς θα τον υποφέρω δίχως όμως
να χάσω την τιμή μου. Άρχισα πρώτα
στη σιωπή να κρύβω την αρρώστια…
Κατόπιν φρόντισα γενναία ν’ αντέξω
την τρέλα μου και με τη φρονιμάδα
να την νικήσω. Και στο τέλος, όταν
δεν ήταν μπορετό μ’ αυτά την Κύπρη
να ξεπεράσω, πιο καλό μου εφάνη
να σκοτωθώ- όχι δε θα πει κανένας.» ( Ευριπίδης, “Ιππόλυτος”, 391-402)
Όπως μας αποκαλύπτουν τα λόγια της, κύριο μέλημά της είναι να μην κάνει τον άντρα και τα παιδιά της να αισθάνονται ντροπή γι’ αυτήν:
« ……………...Αυτός, φίλες
με θανατώνει ο φόβος, μη με πιάσουν
να ντροπιάζω τον άντρα και τους γιους μου•
να ζουν αυτοί στη δοξασμένη Αθήνα
με λεύτερη τη γλώσσα και ν’ ανθίζουν
και τιμημένοι απ’ τη μεριά της μάνας. » ( Ευριπίδης, “Ιππόλυτος”, 419-423)
Γι’ αυτό ο χορός επικροτεί, λέγοντας:
«το σώφρον ως απανταχού καλόν
και δόξα εσθλήν εν βροτοίς καρπίζεται.»
Όταν η βάγια της Φαίδρας την προτρέπει ν’ ακούσει την καρδιά της και να ζήσει τις, έστω ένοχες, στιγμές του έρωτα, η συνετή γυναίκα της απαντάει:
« Αυτά τα ωραία λόγια καταστρέφουν
πόλεις καλοκυβέρνητες και σπίτια.
Δεν πρέπει τα ευχάριστα να λέμε,
Μα εκείνα που τιμή φέρνουν σε κάποιον.» ( Ευριπίδης, “Ιππόλυτος”, 486-489)
Αφού η Φαίδρα δεν φανέρωνε τον έρωτά της στον Ιππόλυτο, παίρνει την πρωτοβουλία η βάγια ( τροφός), που έβλεπε την κυρά της να μαραζώνει και να φθίνει, να μιλήσει στο νέο. Ο τραγωδός μας μεταφέρει τον ακόλουθο διάλογο:
« ΙΠΠΟΛ.: Ώ! μάνα γη και φως πλατύ του ήλιου,
τι λόγια ανάκουστα έχω ακούσει!
ΤΡΟΦ.: Σώπασε, γιε μου, μην κανείς ακούσει.
ΙΠΠΟΛ.: Άκουσα λόγια φοβερά, δε θα σωπάσω.
ΤΡΟΦ.: Στ’ ωραίο δεξί σου χέρι σ’ εξορκίζω.
ΙΠΠΟΛ.: Μη μου αγγίξεις το χέρι ούτε τα ρούχα.
ΤΡΟΦ.: Στα γόνατά σου πέφτω να, μη μ’ αφανίσεις.
ΙΠΠΟΛ.: Τι τρέμεις τότε, αφού, όπως λες, κακό δεν είπες;
TΡΟΦ.: Παιδί μου, αυτά δεν πρέπει να τα μάθουν όλοι….» ( Ευριπίδης, “Ιππόλυτος”, 601-609)
O συνετός νέος δεν εκμεταλλεύεται την ευκαιρία, αλλά αντίθετα, σκέφτεται πως θα ήταν ατιμία να προσβάλει το κρεβάτι του πατέρα του. Επιπλέον, για να μην τον κλονίσει, δηλωτικό ότι τον σέβεται και τον αγαπάει, υπόσχεται να μην του φανερώσει την πονηρή πρόταση που του έγινε:
« Τώρα η κακιά γυναίκα μες στο σπίτι
σοφίζεται τα αισχρά κι οι σκλάβες έξω
τα πάνε. Σαν κι εσένα που ’χεις έρθει,
κακόμυαλη, μ’ εμέ να παζαρέψεις
τ’ ανέγγιχτο κρεβάτι του γονιού μου•
τ’ αυτιά μου θα ξεπλύνω με καθάριο
νερό τρεχούμενο από τούτα. Αλήθεια
πώς θα ’μουνα κακός εγώ που μόνο
τα λόγια ακούγοντας αυτά νομίζω
πως έχω χάσει την αγνότητά μου;
Σε σώζει η ευσέβειά μου, να το ξέρεις•
αν στους θεούς δεν ήμουνα δεμένος
με όρκους, στον πατέρα μου όλα τούτα
θα μαρτυρούσα. Τώρα απ’ το παλάτι
θα φύγω κι όσο λείπει εκείνος, θα ΄χω
το στόμα μου κλειστό… » ( Ευριπίδης, “Ιππόλυτος”, 649-660)
Μετά τη δυσάρεστη τροπή των πραγμάτων, η Φαίδρα πήρε την απόφαση να θέσει τέλος στη ζωή της. Δεν άντεχε την ιδέα ν’ ατιμάσει την οικογένειά της. Θα πέθαινε όχι για την πράξη, δεν προχώρησε να πραγματοποιήσει τον πόθο της, αλλά για την σκέψη, που έκανε να προδώσει τον άντρα της. Έτσι το θύμα της Κύπριδας Αφροδίτης, πριν φύγει από τη ζωή, είπε:
«ΦΑΙΔΡΑ: ………….κι εγώ μες στο μυαλό μου
πολλά κλωθογυρνώντας βρήκα ετούτη
τη λύση για τη συμφορά μου κι έτσι
τη λύση να δώσω στα παιδιά μου τιμημένη
κι ολόρθη να σταθώ απ’ το πέσιμό μου.
Ποτέ μου εγώ τα Κρητικά παλάτια
δε θα ντροπιάσω κι ούτε θ’ αντικρίσω
την όψη του Θησέα, έχοντας κάνει
πράξεις αισχρές για χάρη της ζωής μου.
ΧΟΡΟΣ: Τι αγιάτρευτο κακό θέλεις να κάνεις;
ΦΑΙΔΡΑ: Να σκοτωθώ• το πώς εγώ θ’ αποφασίσω. » ( Ευριπίδης, “Ιππόλυτος”, 715-723)
Κι αφού έβαλε τέλος στη βασανισμένη της ζωή, ο χορός περιγράφοντας τα βάσανά της, λέει:
«Γι’ αυτό και τάραξε το νου της
ζάλη φριχτή απ’ την Αφροδίτη
για τους ανόσιους έρωτες•
κι έτσι απ’ τ’ αβάσταχτο κακό
που τη βαραίνει, θα κρεμάσει
βρόχο για το λευκό λαιμό της
μες στους νυφιάτικους θαλάμους,
περίτρομη για την κακή της μοίρα,
κι όνομα τιμημένο προτιμώντας
θα ξεριζώσει απ’ την καρδιά της
τον έρωτα που την πονά. » ( Ευριπίδης, “Ιππόλυτος”, 764-775)
Οι Έλληνες αναγνωρίζουν “ανόσιους έρωτες” και “τιμημένο όνομα”. Ας δούμε, τώρα, πως ο μεγάλος μας τραγωδός παρουσίασε τη σκηνή, που ο Θησέας ανακάλυψε το γράμμα, το οποίο του άφησε η Φαίδρα κατηγορώντας το προγόνι της, που απόκρουσε τον έρωτά της:
« ΘΗΣΕΑΣ: Άα•
τι να ’ναι τάχα αυτό το γράμμα
που το κρατάει στ’ αγαπημένο χέρι;
Θέλει να φανερώσει κάτι νέο;
Μήπως η δόλια μου ’γραψε, την κλίνη της
ζητώντας να φροντίσω και τα τέκνα;
Δύστυχη, μη φοβάσαι• άλλη γυναίκα
στο σπίτι του Θησέα δε θα πατήσει
μήτε θ’ ανάβει στο κρεβάτι του.
Μα να, βλέπω τη βούλα του χρυσού
δαχτυλιδιού της πεθαμένης.
Ας ξετυλίξω τα σφραγίσματα να δω
Τι θέλει να μου πει τούτο το γράμμα. » ( Ευριπίδης, “Ιππόλυτος”, 856-865)

Δεν υπάρχουν σχόλια: