Σάββατο 12 Απριλίου 2014

Λάζαρος, ο φίλος του Χριστού

[[ δαμ- ων ]]

Το Σάββατο, πριν την Κυριακή των Βαΐων, γιορτάζουμε την ανάσταση του Λάζαρου, του φίλου και μαθητή του Ιησού, που «ηγέρθη εκ νεκρών» προαναγγέλλοντας την Ανάσταση του Κυρίου. Το όνομα “Λάζαρος” είναι εξελληνισμένος τύπος του εβραϊκού “Ελεάζαρ”. Ο Λάζαρος, ο επονομαζόμενος Δίκαιος και Τετραήμερος, ήταν αδελφός της Μάρθας και της Μαρίας- της γυναίκας που άλειψε με μύρο τα πόδια του Ιησού λίγες ημέρες πριν από τη σταύρωση και στη συνέχεια τα σπόγγισε με τα μαλλιά της- με τις οποίες ζούσε στη Βηθανία, κοντά στα Ιεροσόλυμα. Στο σπίτι τους είχε φιλοξενηθεί επανειλημμένα ο Χριστός, όταν περνούσε από την περιοχή, με κατεύθυνση προς την Ιερουσαλήμ.
Πριν μπει θριαμβευτικά στο Ιεροσόλυμα ο Ιησούς φιλοξενήθηκε στο σπίτι του Λάζαρου: «ο ουν Ιησούς προ εξ ημερών του πάσχα ήλθεν εις Βηθανίαν, όπου ην ο Λάζαρος, ο τεθνηκώς, ον ήγειρεν εκ νεκρών. εποίησαν ουν αυτω δείπνον εκεί, και η Μάρθα διηκόνει∙ ο δε Λάζαρος εις ην των ανακειμένων συν αυτώ.» (Ιωάννης, ιβ΄, 1-2)
Ο λαός μας τηρεί πολλά έθιμα το Σάββατο του Λαζάρου. Ένα απ’ αυτά είναι να στολίζουν με λουλούδια ένα καλαθάκι τα κορίτσια, όπου βάζουν τα αυγά που τους δίνουν οι νοικοκυρές, και να λένε τα κάλαντα του Λάζαρου :
« Ήρθε ο Λάζαρος, ήρθαν τα Βάγια,
ήρθε των Βαγιών η εβδομάδα.
Ξύπνα Λάζαρε και μην κοιμάσαι,
ήρθε η μέρα σου και η χαρά σου.
Πού ήσουν Λάζαρε; Πού ήσουν κρυμμένος;
Κάτω στους νεκρούς, σαν πεθαμένος.

Η συνέχεια >>> εδώ …

Δε μου φέρνετε, λίγο νεράκι,
που ν’ το στόμα μου πικρό φαρμάκι.
Δε μου φέρνετε λίγο λεμόνι,
Που ν’ το στόμα μου, σαν περιβόλι.
Ήρθε ο Λάζαρος, ήρθαν τα Βάγια,
ήρθε η Κυριακή που τρων’ τα ψάρια.
Σήκω Λάζαρε και μην κοιμάσαι,
ήρθε η μάνα σου από την πόλη,
σου ’φέρε χαρτί και κομπολόι.
Γράψε Θόδωρε και συ Δημήτρη,
γράψε Λεμονιά και Κυπαρίσσι.
Το κοφινάκι μου θέλει αυγά,
κι η τσεπούλα μου θέλει λεφτά.
Βάγια, Βάγια και Βαγιώ.
τρώνε ψάρι και κολιό.
Και την άλλη Κυριακή,
τρώνε το ψητό τ’ αρνί.»
Πριν από πολλά- πολλά χρόνια στα αρβανιτοχώρια της περιοχής μας λέγανε και αρβανίτικα κάλαντα. Τα παρακάτω προέρχονται από την κοντινή μας Θίσβη (Κακόσι):
« τσιράν τσιράν γκιτόνεζα
ντιλj μόι νούσεζα ερέ
ιπι ντjάλjετe νj βε
πeρ τε βαπς νe κουκj μπογιά
τε χάι Πασχ τeμπeδά. »

( κυρά- κυρά γειτόνισσα
βγες καλέ νύφη μου καινούργια
και δώσε στο παιδί ένα αβγό
για να το βάψει σε κόκκινη μπογιά
να το φάει το Μεγάλο Πάσχα)
Η ανάσταση του Λάζαρου αναφέρεται μόνον από τον Ιωάννη στο κεφάλαιο ια΄. Κανείς από τους άλλους τρεις ευαγγελιστές δεν την αναφέρει! Ούτε καν ο Ματθαίος, ένας από τους δώδεκα μαθητές που ακολουθούσαν παντού τον Ιησού και υποτίθεται πως ήταν παρών στο μέγιστο αυτό θαύμα. Η έγερση εκ νεκρών θα ήταν θέμα συζήτησης για πολλά χρόνια, οπότε και οι άλλοι ευαγγελιστές θα το είχαν ακούσει. Ήταν κι ένα γεγονός προπομπός της Ανάστασης του Χριστού, το οποίο θα ήταν σκόπιμο να υπερτονίσουν για να αποδώσουν το μεγαλείο της Ανάστασης μετά τον Σταυρικό θάνατο. Γιατί λοιπόν παρατηρείται αυτή η σημαντικότατη παράληψη;
Ας ξετυλίξουμε σιγά- σιγά το κουβάρι, ψάχνοντας να βρούμε τον “μίτο της Αριάδνης”. Δεν είναι στις προθέσεις μας να σας σκανδαλίσουμε, ούτε να προκαλέσουμε το θρησκευτικό σας “πιστεύω”. Θέλουμε, απλά, να σας προβληματίσουμε και να σας δώσουμε κάποιες άλλες διαστάσεις.
« Ην δε τις ασθενών Λάζαρος από Βηθανίας, εκ της κώμης Μαρίας και Μάρθας της αδελφής αυτής. Ην δε Μαρία η αλείψασα τον Κύριον μύρω και εκμάξασα τους πόδας αυτού ταις θριξίν αυτής, ης ο αδελφός Λάζαρος ησθένει » γράφει εισαγωγικά ο Ιωάννης. Κι όταν ειδοποίησαν τον Ιησού οι αδελφές για την κρίσιμη κατάσταση, στην οποία βρισκόταν ο φίλος του Κυρίου, αυτός εξηγώντας στους μαθητές του είπε: « αύτη η ασθένεια ουν έστι προς θάνατον, αλλά υπέρ της δόξης του Θεού, ίνα δοξασθή ο υιός του Θεού δι’ αυτής ». Η ασθένεια του Λάζαρου ήταν, λοιπόν, για να δοξαστεί ο υιός του Θεού. Κι αυτό το θαυμαστό γεγονός ο Ματθαίος, που έπρεπε να υπερτονίσει για τη δόξα του διδασκάλου του, το αποσιώπησε… Ήταν πεθαμένος τέσσερις μέρες και θαμμένος στον τάφο κατά τον Ιωάννη: « Ελθών ουν ο Ιησούς εύρεν αυτόν τέσσαρας ημέρας ήδη έχοντα εν τω μνημείω ». Μέχρι τότε ο Ιησούς είχε επαναφέρει στη ζωή κι άλλους, αλλά τους είχε εγείρει από το νεκρικό κρεβάτι. Τον Λάζαρο τον έβγαλε από το μνήμα.
Όταν ο Χριστός έφθασε στη Βηθανία, έτρεξε να τον προϋπαντήσει η μία αδελφή του νεκρού, η Μάρθα, « Μαρία δε οίκω καθέζετο ». Στο εύλογο παράπονό της πως έφθασε αργά ο φίλος Ιησούς, αυτός της απάντησε: « αναστήσεται ο αδελφός σου ». Κι επειδή αυτό ήταν άγνωστο στην Μάρθα ο Ιησούς συμπλήρωσε: « εγώ ειμί η ανάστασις και η ζωή. Ο πιστεύων εις εμέ, καν αποθάνη, ζήσεται∙ και πας ο ζων και πιστεύων εις εμέ ου μη αποθάνη εις τον αιώνα.» Κι όταν έφθασαν στον τάφο δίνει ο Ιησούς τρεις εντολές. Την πρώτη εντολή την απευθύνει στους παριστάμενους: «άρατε τον λίθο ». Στη συνέχεια στρέφει την προσοχή του στον ουρανό: « ο δε Ιησούς ήρε τους οφθαλμούς άνω και είπε∙ πάτερ, ευχαριστώ σοι ότι ήκουσάς μου. Εγώ δε ήδειν ότι πάντοτέ μου ακούεις∙ αλλά δια τον όχλον τον περιεστώτα είπον, ίνα πιστεύσωσιν ότι συ με απέστειλας », και δίνει την δεύτερη εντολή προς τον νεκρό: « Λάζαρε, δεύρο έξω ». Εγέρθη ο νεκρός και « εξήλθεν ο τεθνηκώς δεδεμένος τους πόδας και τας χείρας κειρίαις, και η όψις αυτού σουδαρίω περιδέδετο». Τότε δίνει ο Ιησούς στους “περιεστώτας” την τρίτη εντολή: « λύσατε αυτόν και άφετε υπάγειν ».
Αυτό το θαύμα περιγράφει ο Ιωάννης και το οποίο μας το παρουσιάζει ως καθοριστικό γιατί: « πολλοί ουν εκ των Ιουδαίων, οι ελθόντες προς την Μαρίαν και θεασάμενοι α εποίησεν ο Ιησούς, επίστευσαν εις αυτόν ».
Γιατί ο Ματθαίος αγνοεί το θαύμα των θαυμάτων; Και γιατί και οι άλλοι δύο δεν το αναφέρουν. Ο Λουκάς αναφέρει στο κεφάλαιο ι΄ το επεισόδιο της έλευσης του Κυρίου στο σπίτι της Μάρθας και της Μαρίας, χωρίς να αναφέρει τον αδελφό τους Λάζαρο, όπου η Μαρία κάθεται στα πόδια του Ιησού και τον παρακολουθεί καθώς μιλάει στο πλήθος, ενώ η Μάρθα παραπονείται που η αδελφή της δεν την βοηθάει στη διακονία των ακροατών. Τότε είπε ο Χριστός την με πολύ βαθύ νόημα φράση: « Μάρθα- Μάρθα, μεριμνάς και τυρβάζη περί πολλά∙ ενός δε έστι χρεία∙ Μαρία δε την αγαθήν μερίδα εξελέξατο, ήτις ουκ αφαιρεθήσεται απ’ αυτής. » Ο Ματθαίος στο κεφάλαιο κστ΄ και ο Μάρκος στο κεφάλαιο ιδ΄ αναφέρονται στη γυναίκα που άλειψε με μύρο την κεφαλή- κι όχι τα πόδια- του Κυρίου στη Βηθανία. Την γυναίκα αυτή δεν κατονομάζουν. Οι τρεις επομένως ευαγγελιστές περιγράφουν επεισόδια ήσσονος σημασίας που έχουν σχέση με συμβάντα στη Βηθανία, αλλά δεν περιγράφουν το μείζονος σημασίας επεισόδιο της ανάστασης του Λαζάρου, του οποίου το πρόσωπο, αν και ήταν ο καλύτερος φίλος του Ιησού, αγνοούν! Γιατί;
Ο Ματθαίος αναφέρει εντελώς διαφορετικό πρόσωπο να έχει φιλοξενήσει τον Ιησού στη Βηθανία: «Του δε Ιησού γενομένου εν Βηθανία εν οικία Σίμωνος του λεπρού, προσήλθεν αυτώ γυνή αλάβαστρον μύρου έχουσα βαρυτίμου, και κατέχεεν επί την κεφαλήν αυτού ανακειμένου» (Ματθαίος, κστ’, 6-7) Οι δύο μαθητές του Ιησού, περιγράφουν το ίδιο γεγονός, την φιλοξενία του Ιησού πριν την θριαμβευτική του είσοδο στο Ιεροσόλυμα, να έχει πραγματοποιηθεί σε διαφορετικά σπίτια! Γιατί; Αφού παραβρέθηκαν και οι δύο και το είδαν. Τον Σίμωνα αναφέρει και ο Μάρκος. Έτσι ο μόνος που αναφέρει το όνομα του φίλου του Ιησού, κατά την παράδοση της εκκλησίας, δηλαδή του Λάζαρου, είναι ο Ιωάννης. Οι άλλοι ευαγγελιστές αγνοούν τον αγαπημένο φίλο του Ιησού!
Μήπως η ανάσταση του Λαζάρου δεν είναι πραγματικό γεγονός, αλλά συμβολική μυητική πράξη την οποία γνωρίζει μόνον ο μυημένος; Μήπως ο μαθητής « ον ηγάπα » ο Ιησούς τήρησε το: « ότι υμίν (τοις μυημένοις) δέδοται γνώναι τα μυστήρια της βασιλείας των ουρανών, εκείνοις (τοις μη μυημένοις) ου δέδοται »; και μήπως μας δίνει συμβολικά ελάχιστα- όσα επιτρέπονται να δίνονται στους λεγόμενους “βέβηλους” στον κόσμο που δεν έχει σχέση με τα μυητικά τάγματα και τις μυητικές εσωτερικές σχολές- σχετικά με κάποια υψηλή μύηση με βάση το « εν παραβολαίς αυτοίς λαλώ, ίνα βλέποντες μη βλέπωσι και ακούοντες μη ακούωσι μηδέ συνώσι »;
Ο μύστης Ρούντολφ Στάϊνερ εκφράζει την άποψη ότι ο Ιωάννης ταυτίζεται με τον Λάζαρο, γι’ αυτό τον αγνοούν οι άλλοι τρεις ευαγγελιστές. Η ανάσταση του Λάζαρου, που περιγράφει, είναι μια μυητική διαδικασία γνωστή από την αρχαιότητα για την επαφή του μυούμενου με τον θείο κόσμο. Στην αρχαία Ελλάδα ήταν η τελετή της “εγκοίμησης” σε στενά σπήλαια- άντρα, όπως στο Τροφώνειο άντρο της Λειβαδιάς, κοντά στις πηγές της Έρκυνας. Σ’ αυτήν ο μυούμενος, αφού έκανε τους κατάλληλους καθαρμούς κι εναγισμούς, θυσίαζε στις θεότητες και στη συνέχεια έμπαινε σε ένα πολύ στενό άντρο, σαν σε τάφο, όπου έμενε ξαπλωμένος μόνος του, όπως οι νεκροί, σε μια κατάσταση μεταξύ ύπνου κι έκστασης, διάρκειας τρεισήμισι ημερών, κατά την οποία ερχόταν σε επαφή με ανώτερες οντότητες του πνευματικού κόσμου. Αυτή η επαφή ήταν καθοριστική, γιατί ο μυούμενος άλλαζε κυριολεχτικά τρόπο ζωής, αναγεννιόταν και γινόταν άλλος άνθρωπος- σαφώς πολύ καλύτερος.
Ο ευαγγελιστής πάει κάπου να θολώσει τα νερά, λέγοντας άλλοτε για κοίμηση κι άλλοτε για θάνατο. Μας λέει ότι ο Ιησούς είπε στους μαθητές του: « Λάζαρος ο φίλος ημών κεκοίμηται∙ αλλά πορεύομαι ίνα εξυπνίσω αυτόν ». Πιθανή εκδοχή: Ο Ιωάννης- Λάζαρος είχε μυητή τοη Ιησού. Μένει στον μυητικό χώρο τρεισήμισι (πραχτικά τέσσερις) μέρες σε μια κατάσταση μεταξύ ύπνου και θανάτου και εγείρεται- ανασταίνεται ως νέος άνθρωπος έχοντας αντικρίσει τη θεϊκότητα του διδασκάλου του. Είναι ο νέος, ο αναστημένος άνθρωπος, ο ξαναγεννημένος πνευματικά. Ο ίδιος ευαγγελιστής στο διάλογο του Ιησού με τον Νικόδημο γράφει: « απεκρίθη Ιησούς και είπεν αυτώ∙ αμήν αμήν λέγω σοι, εάν μη τις γεννηθή άνωθεν, ου δύναται ιδείν την βασιλείαν του Θεού. Λέγει προς αυτόν ο Νικόδημος∙ πώς δύναται άνθρωπος γεννηθήναι γέρων ων; Μη δύναται εις την κοιλίαν της μητρός αυτού δεύτερον εισελθείν και γεννηθήναι; Απεκρίθη Ιησούς∙ αμήν αμήν λέγω σοι, εάν μη τις γεννηθή εη ύδατος και Πνεύματος, ου δύναται εισελθείν εις την βασιλείαν του Θεού ». Βαθύτατος συμβολισμός παντού από τον μύστη μαθητή… Με όσα αναφέραμε, τα ερωτήματα για την ανάσταση του Λάζαρου παραμένουν. Δίνουν όμως αφορμή για σκέψεις και αναζητήσεις…
Η ανάσταση του Λάζαρου- πραγματική ή συμβολική- τροφοδότησε την εκκλησιαστική παράδοση. Σύμφωνα με τον Άγιο Επιφάνιο, επίσκοπο Κωνσταντίας της Κύπρου (367-403), ο δίκαιος Λάζαρος ήταν τότε 30 χρονών και έζησε άλλα 30 χρόνια μετά την ανάστασή του. Άλλη παράδοση επίσης αναφέρει ότι ο Λάζαρος μετά την ανάστασή του θέλοντας να αποφύγει το μίσος των αρχιερέων- «εβουλεύσαντο οι αρχιερείς, ίνα και τον Λάζαρον αποκτείνωσιν»- κατέφυγε στο Κίτιο της Κύπρου γύρω στο 33 μ.Χ.. Εδώ τον συνάντησαν οι απόστολοι Παύλος και Βαρνάβας, όταν μετέβαιναν από τη Σαλαμίνα στην Πάφο, και τον χειροτόνησαν ως πρώτο επίσκοπο Κιτίου, της Εκκλησίας, που ίδρυσε ο ίδιος. Την εκκλησία του Κιτίου εποίμανε με στοργή κι αγάπη δεκαοκτώ περίπου χρόνια μέχρι το τέλος της ζωής του. Οι παραδόσεις τον θέλουν σκυθρωπό και αγέλαστο κατά την παρούσα ζωή, και αυτό οφειλόταν στα όσα είχε δει κατά την τετραήμερη παραμονή του στον Άδη. Οι ίδιες παραδόσεις αναφέρουν ότι δε γέλασε ποτέ στη ζωή του παρά μία φορά, όταν είδε κάποιον να κλέβει ένα πήλινο αγγείο και σχολίασε αποφθεγματικά: «το ένα χώμα κλέβει το άλλο».
Ο Χαλίλ Γκιμπράν, με βάση την ανάσταση του Λάζαρου, έγραψε ένα θεατρικό έργο με τίτλο “Ο Λάζαρος και η Αγαπημένη του”, από το οποίο σας παραθέτουμε το ακόλουθο απόσπασμα:
[[ ΜΑΡΙΑ : (...) Τώρα είμαστε εδώ, σ’ αυτόν τον κήπο, μι’ απόσταση ανάσας από την Ιερουσαλήμ. Είμαστε εδώ. Και ξέρεις καλά, αδερφέ μου, πως ο Κύριός μας θα ήθελε να είσαι μαζί μας μ’ αυτό το ξύπνημα, να ονειρεύεσαι τη ζωή και την αγάπη. Και να σ’ έχει έναν φλογερό οπαδό, μια ζωντανή μαρτυρία της δόξας Του.
(...)
ΛΑΖΑΡΟΣ : Δεν υπάρχει όνειρο εδώ και δεν υπάρχει ξύπνημα. Εσύ κι εγώ κι αυτός ο κήπος δεν είναι παρά μονάχα φαντασίωση, σκιά του πραγματικού. Το ξύπνημα είναι ‘κει που ήμουνα με την αγαπημένη μου και με την πραγματικότητα.(...)
(...)
ΛΑΖΑΡΟΣ : ΄Ημουνα ένα ποτάμι κι αναζητούσα τη θάλασσα εκεί που μένει η αγαπημένη μου, κι όταν έφτασα στη θάλασσα, οδηγήθηκα στους λόφους για να τρέχω πάλι ανάμεσα στα βράχια. ΄Ημουνα ένα τραγούδι φυλακισμένο μες στη σιωπή επιθυμώντας την καρδιά της αγαπημένης μου κι όταν οι άνεμοι τ’ ουρανού με λευτέρωσαν και με προφέρανε μες σε ‘κείνο το πράσινο δάσος, ξανααιχμαλωτίστηκα από μια φωνή και γύρισα πάλι στη σιωπή. ΄Ημουνα μια ρίζα μες στη σκοτεινή γη και έγινα ένα λουλούδι και μετά ένα άρωμα μες στο άπειρο που ανέβαινε να τυλίξει την αγαπημένη μου και μ’ έπιασε και μ’ έκοψε ένα χέρι κι έγινα μια ρίζα πάλι, μια ρίζα μες στη σκοτεινή γη.
ΜΑΡΙΑ : Α, παράξενο, πολύ παράξενο! Κι όμως, αδερφέ μου, είναι καλό να είσαι ένα ποτάμι που τρέχει κι είναι καλό να είσαι μια ρίζα μες στη σκοτεινή γη. Ο Κύριος τα ήξερε όλα αυτά και σε κάλεσε πίσω κοντά μας για να μπορέσουμε να μάθουμε πως δεν υπάρχει κανένα πέπλο ανάμεσα στη ζωή και στο θάνατο. Δεν καταλαβαίνεις πως είσαι ζωντανή μαρτυρία για την αθανασία; Δεν μπορείς να το νιώσεις πως μια λέξη που ειπώθηκε μ’ αγάπη, φέρνει να σμίξουνε στοιχεία σκορπισμένα από κάποια ψευδαίσθηση που τη λεν θάνατο; Πίστεψε και έχε την πίστη, γιατί μονάχα στην πίστη, που είναι βαθύτερή μας γνώση, μπορείς να βρεις παρηγοριά.
(...)
ΛΑΖΑΡΟΣ : ΄Ημασταν, η αγαπημένη μου κι εγώ, μες στο άπειρο και ήμασταν άπειρο. ΄Hμασταν μες στο φως κι ήμασταν φως. Και περιπλανιόμασταν σαν αρχαίο πνεύμα που κινιόταν πάνω στην όψη των νερών. Κι ήταν για πάντα η πρώτη μέρα. ΄Ημασταν η ίδια η αγάπη που ζει μες στην καρδιά της διάφανης σιωπής. Τότε, μια φωνή σαν κεραυνός, μια φωνή σαν αμέτρητες λόγχες να τρυπούσαν τον αιθέρα, κραύγασε λέγοντας : «Λάζαρε, έλα έξω!». Κι η φωνή αντήχησε και ξαναντήχησε μες στ’ άπειρο κι εγώ, σαν από παλίρροια πλημμύρας, έγινα άμπωτη. ΄Ενα σπίτι διαλυμένο, ένα ρούχο σχισμένο, μια νιότη αξόδευτη, ένας πύργος που σωριάστηκε κι απ’ τις σπασμένες πέτρες του φτιάχτηκε ένα ορόσημο. Μια φωνή κραύγασε : «Λάζαρε, έλα έξω!». Και κατέβηκα από την έπαυλη τ’ ουρανού σε έναν τάφο μες σε τάφο, σ’ αυτό το σώμα μες σε μια σπηλιά κλεισμένο.
(...)
ΛΑΖΑΡΟΣ : Είναι τόσο διαφορετικά όλα κει πέρα στην κοιλάδα! Εκεί δεν υπάρχει βάρος και δεν υπάρχει μέτρο. Εκεί είσαι με την αγαπημένη σου.
(Σιωπή). Ω, αγαπημένη μου! Αγαπημένο μου άρωμα, μέσα στ' άπειρο! Φτερά που ήσασταν απλωμένα για μένα! (...)
(...)
ΛΑΖΑΡΟΣ : Να περιμένει κανείς, να περιμένει κάθε εποχή να ξεπερνάει μιαν άλλη. Κι ύστερα, να περιμένει την εποχή να ξεπεραστεί από μιαν άλλη. Να βλέπεις όλα τα πράγματα να τελειώνουν πριν έρθει το δικό σου τέλος - το τέλος σου που είναι η αρχή σου. Να ακούς όλες τις φωνές και να ξέρεις ότι διαλύονται σε σιωπή, όλες εκτός από τη φωνή της καρδιάς σου που θα κράζει ακόμα και στον ύπνο.
ΤΡΕΛΛΟΣ : Άσπρο πουλί που πέταξες για το νοτιά, εκεί που ο ήλιος αγαπάει τα πάντα, τι σε κράτησε στον αέρα και ποιος πίσω σ’ έφερε; Ο φίλος σου ήταν, ο Ιησούς της Ναζαρέτ! Σ’ έφερε πίσω, από οίκτο για τα άφτερα που δεν μπορούν να προχωρήσουνε πέρα. Ω, άσπρο πουλί, κάνει κρύο εδώ και παγώνεις κι ο βοριάς γελάει στα πούπουλά σου.
ΛΑΖΑΡΟΣ : Θέλετε να ‘στε μες σε σπίτι και κάτω από μια στέγη. Θέλετε να ‘στε μες σε τέσσερις τοίχους, με πόρτα και παραθύρι. Θέλετε να ‘στε εδώ και μένετε χωρίς όραμα. Ο νους σας είναι εδώ κι εμένα το πνεύμα μου είν’ εκεί. ΄Ολος ο εαυτός σας είναι στη γη. ΄Ολος ο εαυτός μου είναι στ’ άπειρο. Σέρνεστε μες στα σπίτια κι εγώ πέταξα πέρα, πάνω απ' τη βουνοκορφή. Είστε όλοι σκλάβοι ο ένας στον άλλο και δε λατρεύετε άλλους από τους εαυτούς σας. Κοιμάστε και δεν ονειρεύεστε. Ξυπνάτε, μα δε βαδίζετε ανάμεσα σε λόφους. Και χθες είχα βαρεθεί εσάς και τις ζωές σας και γύρευα τον
άλλο κόσμο που εσείς τον λέτε θάνατο, κι αν είχα πεθάνει, ήταν γιατί το ποθούσα. Τώρα, στέκομαι εδώ ετούτη τη στιγμή επαναστατώντας ενάντια σ’ αυτό που λέτε ζωή.
ΜΑΡΘΑ : (με αυστηρό τόνο). Λες τη θλίψη μας οίκτο που έχουμε για τον εαυτό μας. Αλλά κι ο θρήνος σου τι είναι άλλο από οίκτο για τον εαυτό σου; Ησύχασε, και τη ζωή δέξου την που σού ‘δωσε ο Κύριος.
ΛΑΖΑΡΟΣ : Δε μου έδωσε εμένα ζωή, σε σας έδωσε τη ζωή μου. Στέρησε τη ζωή μου απ’ την αγαπημένη μου και την έδωσε σ’ εσάς. ΄Ενα θαύμα για να ανοίξει τα μάτια σας και τ’ αυτιά σας. Με θυσίασε, όπως ακριβώς θυσίασε και τον Εαυτό Του. (Μιλώντας προς τον ουρανό). Πατέρα, συγχώρα τους. Δεν ξέρουνε τι κάνουν.
ΜΑΡΙΑ : (με δέος). Κι Εκείνος είπε ακριβώς τα ίδια λόγια όταν βρισκόταν πάνω στο σταυρό.
ΛΑΖΑΡΟΣ : Ναι, είπε αυτά τα λόγια για μένα όπως και γι’ Αυτόν, όπως και για όλους τους άγνωστους, που κατάλαβαν αλλά δεν τους κατάλαβαν. Δεν είπε αυτά τα λόγια όταν τα δάκρυά σας τον παρακάλεσαν για τη ζωή μου; ΄Ηταν η δική σας επιθυμία κι όχι η θέλησή Του που έκανε το πνεύμα Του να σταθεί στη σφραγισμένη πόρτα και να πείσει την αιωνιότητα να με παραδώσει σε σας. ΄Ηταν εκείνη η πανάρχαια λαχτάρα για ένα γιο κι έναν αδελφό, αυτό που μ’ έφερε πίσω. ]]
Ο Λάζαρος, μπορούμε να πούμε, ότι αντιπροσωπεύει τον άνθρωπο που για λίγο πέρασε στην αντίπερα όχθη και ξαναγύρισε. Η ανάμνηση των πνευματικών πεδίων έχει χαραχθεί ανεξίτηλα στη μνήμη του. Κι αφήνει έντονα τα σημάδια στην υπόλοιπη ζωή του. Αγαπημένη του είναι η Ουράνια ζωή. Ο πνευματικός κόσμος είναι η μοναδική πραγματικότητα. Ο φυσικός κόσμος είναι μια ψευδαίσθηση για το πνεύμα! Από τις καταγεγραμμένες μαρτυρίες από γιατρούς και ψυχολόγους όσων γύρισαν, έχοντας περάσει για λίγο στην αντίπερα όχθη μετά από ένα ατύχημα, ή ένα έμφραγμα, όσο βρίσκονταν στον υπερβατικό κόσμο, είχαν μια αίσθηση ευφορίας, γαλήνης, ενώ η επιστροφή δεν τους ήταν ευχάριστη. Αν και έδωσαν χαρά στους οικείους τους, εφόσον επέζησαν, οι ίδιοι ένιωθαν λύπη. Γιατί είχαν βιώσει ότι η πραγματική ζωή δεν είναι αυτού του κόσμου! Πέρα απ’ αυτό ο θάνατος πλέον δεν τους προξενούσε το φόβο. Είχαν την πεποίθηση πως ο θάνατος ήταν η μετάβαση από την φαντασίωση της επίγειας ζωής στην πραγματική ζωή του επέκεινα, την οποία απλά η ψυχή δεν θυμάται. Όπως έχουμε ξαναγράψει, η ψυχή πριν την νέα ενσάρκωσή της πίνει από το νερό της πηγής της λησμοσύνης και δε θυμάται την προϊστορία της. Η εξελιγμένη ψυχή, όμως, πίνει από την πηγή της μνημοσύνης και αναθυμάται αρκετές φάσεις της από την προϊστορία της. Θυμάται πως ήταν φως μέσα στο φως και αγάπη μέσα στην καρδιά της διάφανης σιωπής. Η ενσάρκωση για μια ψυχή είναι σαν να εισέρχεται σ’ έναν τάφο. Έτσι δικαιώνεται ο Σωκράτης στην άποψή του για το σώμα: «και γαρ σήμα τινές φασιν αυτό είναι της ψυχής, ως τεθαμμένης εν τω νυν παρόντι» [μεταφρ.: μερικοί μάλιστα λένε ότι αυτό (το σώμα) είναι “σήμα” (τάφος) της ψυχής, η οποία είναι στην παρούσα ζωή θαμμένη μέσα σ’ αυτό) (Πλάτωνας, “Κρατύλος”, 400 c) Γι’ αυτό η επίγεια ζωή- φαντασίωση της ψυχής- είναι ολιγόχρονη και παροδική, ενώ η ουράνια ζωή- η πραγματική ζωή της ψυχής στον πνευματικό κόσμο- θα είναι αιώνια.
Ο Σωκράτης συνεχίζει πως το σώμα είναι δεσμωτήριο για την ψυχή: «επίσης, επειδή η ψυχή με το σώμα “σημαίνει” (φανερώνει) όσα σημαίνει, σωστά ονομάζεται “σήμα”. Νομίζω μάλιστα ότι την ονομασία τούτη έδωσαν οι Ορφικοί, επειδή η ψυχή που τιμωρείται για όσα παραπτώματα έκανε, το έχει για περίβολο όπου μέσα του “σώζεται”, κάτι σαν δεσμωτήριο∙ σύμφωνα λοιπόν μ’ αυτά, τούτο είναι το “σώμα” (σώσιμο) της ψυχής, όπως ακριβώς ονομάζεται, μέχρις ότου εκείνη να εκτίσει την ποινή της∙ έτσι δεν χρειάζεται ν’ αλλάξουμε ούτε ένα γράμμα στη λέξη» (Πλάτωνας, “Κρατύλος”, 400c) Το σώμα είναι αναγκαίο για την ψυχή για να μπορέσει να ξεπληρώσει τις καρμικές της οφειλές κι έτσι να προχωρήσει στην ατραπό της εξέλιξης, ώστε να φτάσει στο τελικό στάδιο της εξέλιξης. Υποστηρίζεται πως η γέννηση σε ένα σώμα είναι μια όχι και τόσο ευχάριστη κατάσταση για την ψυχή, γι’ αυτό και η πρώτη αντίδραση του νεογέννητου είναι να κλάψει! Η επαναφορά στη ζωή στη Γη για τον Λάζαρο δεν ήταν ευχάριστο γεγονός και επαναστατεί ενάντια σ’ αυτό που ο πολύς κόσμος ονομάζει ζωή! Θεωρεί πως το να αναγκαστεί να ξαναζήσει στη Γη είναι μια θυσία. Το θαύμα που έκανε ο Ιησούς δεν ήταν για να τον επαναφέρει στη ζωή. Ήταν ένα θαύμα για να πιστέψουν οι άνθρωποι στη θεϊκότητα του Χριστού! Ο Λάζαρος δεν είχε ανάγκη το θαύμα. Οι άνθρωποι είχαν ανάγκη το θαύμα για να πιστέψουν και να ετοιμαστούν να δεχτούν την Ανάσταση του Κυρίου! Ο Λάζαρος θυσιάστηκε , όπως και ο Χριστός, για την ανθρωπότητα. Για να δουν οι πάντα δύσπιστοι άνθρωποι, να πιστέψουν και να σωθούν!
Η γιορτή του Λάζαρου- είτε είναι πραγματικό πρόσωπο, είτε φανταστικό- μας προετοιμάζει να τιμήσουμε τη σταύρωση και την Ανάσταση του Χριστού. Όσο δύσπιστοι κι αν είμαστε, ο Χριστός είναι πρόθυμος να μας αφήσει να δούμε, σαν τον Θωμά, «τον τύπον των ήλων» και να βάλουμε τα δάχτυλά μας «εις τον τύπον των ήλων» και τα χέρια μας «εις την πλευράν αυτού» ώστε να πιστέψουμε στην Ανάστασή Του. Όμως…, «μακάριοι οι μη ιδόντες και πιστεύσαντες»…!




Δεν υπάρχουν σχόλια: