Πέμπτη 3 Ιουλίου 2014

Ωραία Ελένη


[[ δαμ- ων ]]

Μέρος Z΄
Σχόλια
• Θα δώσουμε τώρα μια ευρύτερη ερμηνεία στην έννοια “Ελένη”.
Η Ελένη ενσαρκώνει κάτι το αρχετυπικό, που μας παραπέμπει στο Μέγα Θήλυ, σε κάποια θηλυκή ψυχική δύναμη. Κατά τον Ranke Graves η Ελένη ήταν η Μεγάλη Μητέρα και η θεά όλων των πραγμάτων, που ήταν ήδη στην αρχή της δημιουργίας ( γέννηση από το αυγό ). Σαν Σελήνη περιδιαβαίνει τον ουρανό και φέρει την ονομασία Ευρυνόμη (= πλατειά πορεία ).
Η Ελένη αποτελεί το σύμβολο της θηλυκής φυσικής δύναμης. Γεννήθηκε από το ίδιο κοσμικό αυγό, από το οποίο γεννήθηκε κι ο αδελφός της Πολυδεύκης. Έτσι στο κοσμικό αυγό συνυπήρξαν η αρσενική και η θηλυκή δύναμη για τη δημιουργία της πολλότητας των πραγμάτων. Η Ελένη είναι ο θηλυκός πόλος του κοσμικού νόμου ή της αρχής της ζωής, η αιτία του κάθε γίγνεσθαι.
Ο εσωτεριστής Στουραΐτης μας έχει την άποψη πως ως αρχέτυπο η Ελένη κατοικεί εκεί που κατοικούν και οι πλατωνικές ιδέες. Είναι η Μητέρα, μια όψη της Μητέρας της ζωής , η Άνιμα ( anima mundi ), αντίθετος πόλος στο Ανδρικό Ασυνείδητο. Η συνάντηση του Άνδρα με την Ελένη, ως αρχετυπική εικόνα είναι καθοριστική και εμπνέει. Ας δούμε τα όσα γράφει στο δοκίμιό του “Ο Μύθος της ωραίας Ελένης”:
[[ Στον Ελληνικό μύθο, η Ελένη είναι η ωραία του κόσμου και τελικά είναι μια εικόνα της anima. Αυτό θυμίζει το χαρακτηρισμό της Αφροδίτης Ουράνιας, σαν κυρίαρχης του όλου κόσμου. Σε μερικά συστήματα η Ελένη είναι η κεντρική αιτία, δηλ. η Σοφία και χαρακτηρίζεται Μητέρα, σαν ανώτατη Δύναμη, σαν Άγιο Πνεύμα, σαν άρρεν- θήλυ, σαν Παρθένος, σαν πολυεύσπλαχνη Μητέρα, σαν ιερά περιστερά, σαν σύζυγος του μοναδικού Άρρενος, σαν αποκαλύπτρια των τελείων Μυστηρίων ή σαν κρυφή Μητέρα, για να αναφέρω μόνο μερικούς από τους χαρακτηρισμούς της. Εκτός αυτού το πεπρωμένο της σαν κοσμικό γεγονός, αντικατοπτρίζει τον πόνο, αλλά και τη σωτηρία της κάθε ανθρώπινης ψυχής, η οποία έπεσε στην ύλη και περιμένει εκεί τη σωτηρία της. Από τα λίγα αυτά παραδείγματα θα έγινε αντιληπτό ότι η Ελένη δεν είναι μια γυναίκα από σάρκα και οστά, αλλά κάτι περισσότερο…

Η συνέχεια >>> εδώ …

Όταν η Ελένη παρουσιάζεται σαν anima, είναι η κόρη της Σοφίας, που φανερώνει τα περιεχόμενα του ασυνείδητου. Αυτό είναι για τον άνδρα πάρα πολύ σπουδαίο, γιατί η αναγνώριση και η σύνδεση με την anima του, είναι ταυτόχρονα η γέφυρα προς το ασυνείδητο. Κι έτσι του αποκαλύπτονται τα μυστικά της Φύσης, τα μυστικά για την προέλευση και για την οντότητα των πραγμάτων…
Σωστή σχέση με την anima σημαίνει πάντα αποκάλυψη, αφού η οντότητά της έχει να κάνει με αόρατα και με ακατανόητα πράγματα.
Σαν αρχέτυπο, η Ελένη είναι υπερανθρώπινη. Κατοικεί στον “ουράνιο τόπο”, όπως οι πλατωνικές Ιδέες. Διαχωρισμένη από τις θηλυκές συνιστώσες της ψυχής, βρίσκεται πίσω τους σαν πρωταρχική εικόνα και τις σχηματίζει σύμφωνα με την ιδέα της. Η οντότητά της είναι αυτόνομη και συμπεριφέρεται σαν κάτι το ξένο, μια βοηθώντας και μια παρενοχλώντας, αν όχι καταστρέφοντας. Μέσα λοιπόν στην ανθρώπινη ολότητα μπορεί να δει κανείς την Ελένη σαν μια μορφή του ασυνείδητου, της οποίας η μαγεία είναι το εστιακό σημείο και η αφορμή για κάποιες ενέργειες.
Για τον άνδρα, η συνάντηση με την Ελένη έχει πάντα μια σημασία, που καθορίζει το πεπρωμένο του και αναγγέλλει στη ζωή του μια στροφή, αν όχι μια ολοκλήρωση. Η Ελένη παραμένει γι’ αυτόν η ασίγαστη “νοσταλγία του κόσμου”. ]]

• Εγκώμιο για της Ελένη έγραψε κι ο σοφιστής Γοργίας, ο οποίος δεν επιχειρεί να επαινέσει την ομορφιά της, αλλά κάτι πολύ πιο δύσκολο, να πείσει ότι ι Ελένη είναι αθώα και δεν έφταιγε για τον Τρωικό πόλεμο. Ο σοφιστής κάνει τους ακόλουθους συλλογισμούς. Αν η Ελένη ακολούθησε τον Πάρη, το έκανε: α) είτε γιατί ήταν η θέληση των θεών, β) είτε γιατί την ανάγκασαν με τη βία, γ) είτε γιατί πείστηκε η ίδια από τα λόγια του Πάρη, δ) είτε γιατί ενήργησε σαν ερωτευμένη γυναίκα.
Έτσι ο Γοργίας χρησιμοποιεί τέσσερα κλειδιά: ανάγκη, βία, πειθώ, έρωτα. Και με το λόγο μας αποδεικνύει πως στο βάθος η γυναίκα, που όλοι κατέκριναν, ήταν αθώα. Γι’ αυτή την απόδειξη χρησιμοποιεί σαν κεντρική φιλοσοφική ιδέα την περατότητα του ανθρώπου, η οποία εμφανίζεται σε όλα τα επίπεδα, όπως στο επίπεδο των αισθήσεων, της νόησης, της βούλησης και της μοίρας. Ας παρακολουθήσουμε κάποια αποσπάσματα από το “Ελένης εγκώμιον”:
[[ Έχοντας ξεπεράσει με τον λόγο μου τον χρόνο τον τότε, θα προχωρήσω στην αρχή του λόγου που θα ακολουθήσει και θα παρουσιάσω τους λόγους που πιθανόν προκάλεσαν το ταξίδι της Ελένης στην Τροία.
Γιατί έπραξε όσα έπραξε, ή από βουλές της τύχης και θεών βουλεύματα, και ανάγκης ψηφίσματα, ή γιατί βίαια αρπάχτηκε και με λόγια πείστηκε, είτε γιατί από έρωτα κυριεύτηκε. Και αν είναι για το πρώτο, αυτός και τότε μόνος υπαίτιος. Γιατί, των θεών την προθυμία να κωλύει δεν μπορεί του ανθρώπου η προμηθία. Από την φύση ταιριάζει, τωόντι, το πιο αδύνατο να μην είναι εμπόδιο στο πιο ισχυρό, αλλά το πιο αδύνατο να κυβερνάται και να άγεται από το πιο ισχυρό• το ισχυρότερο να ηγείται, το ασθενέστερο να έπεται. Και ο θεός είναι από τον άνθρωποι πιο πάνω, και στην βία και στην σοφία και στα άλλα. Αν λοιπόν πρέπει στην τύχη και στον θεό να ιδούμε την αιτία, πρέπει η Ελένη από την κακή της φήμη να απαλλαγεί.
Αν δε με βία ηρπάσθη και άνομα εβιάσθη και άδικα υβρίσθη, τότε φανερό πια είναι ότι αυτός, που βίαια την άρπαξε, ως υβρίσας αδίκησε, ενώ εκείνη, που βίαια αρπάχτηκε, ως υβρισθείσα δυστύχησε. Άξιος λοιπόν είναι αυτός, που βάρβαρος βάρβαρα επιχείρησε, και με λόγο και με νόμο και με έργο, με λόγο να κατηγορηθεί, με νόμο να ατιμασθεί, με έργο να τιμωρηθεί. Εκείνη όμως που την βία υπέστη, και πατρίδα στερήθηκε και από φίλους ορφάνεψε, πώς δεν θα έπρεπε εύλογα, πιο πολύ να ελεηθεί καρά να κακολογηθεί; Αυτός έπραξε δεινά• η άλλη όμως τα έπαθε. Δίκαιο είναι λοιπόν στην μία να δείξουμε οίκτο, και στον άλλο μίσος.
Αν, πάλι, είναι ο λόγος που έπεισε και την ψυχή εξαπάτησε, τότε δύσκολο δεν είναι να απολογηθούμε γι’ αυτό, και μα αποδεσμεύσουμε από την αιτία έτσι. Ο λόγος δυνάστης μέγας είναι, που με το πιο μικρό και το πιο αφανές σώμα θειότατα έργα επιτελεί. Μπορεί και φόβο να παύει και λύπη να διώχνει και χαρά να φέρει και συμπόνια περίσσεια μέσα μας να γεννά…Και ποια αιτία, λοιπόν, εμποδίζει να πιστεύουμε πως η Ελένη, νέα ακόμα, υπέκυψε σε ύμνους προς αυτήν και χωρίς την θέλησή της, όπως ακριβώς εάν, από βία βιαστών έγινε η αρπαγή της. Γιατί, της πειθούς η κατοχή, αν και δεν αποτελεί της ανάγκης ένα είδος, όμως έχει ίδια με αυτήν την δύναμη. Είναι ο λόγος λοιπόν που την ψυχή έπεισε και αυτήν που έπεισε την ανάγκασε και να πιστεύσει και να συναινέσει στις πράξεις. Και αυτός που έπεισε αδικεί ως να εξανάγκασε, αυτή δε που πείσθηκε ως να εξαναγκάσθηκε από λόγο, μάταια αποκτά κακή φήμη…
Και τον ίδιο λόγο έχει η δύναμη του λόγου προς την τάξη της ψυχής και η τάξη των φαρμάκων προς την φύση των σωμάτων. Γιατί, όπως ορισμένα φάρμακα από το σώμα αποβάλλουν ορισμένους χυμούς, και άλλα άλλους, και έχουν την δύναμη είτε τον πόνο να παύσουν είτε την ζωή, έτσι και από τους λόγους άλλοι λύπησαν, άλλοι έτερψαν, άλλοι φόβισαν, άλλοι έκαναν να είναι θαρραλέοι όσοι ακούνε, και άλλοι με πειθώ κακή την ψυχή φαρμάκωσαν και εξεγοήτευσαν.
Και πως αν με λόγο πείστηκε, δεν αδίκησε αλλ’ ατύχησε, έχει ειπωθεί• και την τέταρτη αιτία, με τέταρτο θα διέλθω λόγο. Γιατί, αν ο έρως ήταν, που όλα αυτά τα έπραξε, εύκολα θα διαφύγει κατηγόρια αμαρτίας που λέγεται πως έγινε. Καθώς όσα βλέπομε, έχουν φύση όχι αυτή που εμείς την θέλουμε, αλλά όποια, το καθένα έτυχε• διαμέσου δε της όψεως και ακόμη με τους τρόπους, η ψυχή τυπώνεται…Αν λοιπόν, της Ελένης ο οφθαλμός, αφού χάρηκε από το σώμα του Αλέξανδρου, στην ψυχή παρέδωσε, προθυμία και άμιλλα ερωτική, τι το άξιο απορίας; Αυτόν, λοιπόν, που, εάν θεός, θεών θεία δύναμη έχει, πώς θα ήταν δυνατό, ο κατώτερός του αυτόν να απωθήσει και σ’ αυτόν να αμυνθεί; Εάν όμως είναι νόσημα ανθρώπινο και ψυχής αγνόημα, δεν πρέπει ως σφάλμα να κατακριθεί, αλλά ως ατύχημα να νομισθεί. Γιατί ήλθε ως στης ψυχής τα κυνήγια, ούτε με βουλεύματα που η γνώμη έκανε, ούτε από ανάγκες που ο έρως έχει, ούτε από ετοιμασίες που η τέχνη έκανε.
Πώς λοιπόν, πρέπει δίκαιη να θεωρηθεί η μομφή προς την Ελένη, που είτε από έρωτα κυριεύθηκε, είτε με λόγο πείστηκε, είτε με βία αρπάχθηκε, είτε από ανάγκη θεϊκή έπραξε όσα έπραξε και έτσι, με κάθε τρόπο, διαφεύγει να είναι αιτία;
Με τον λόγο αφαίρεσα γυναίκας κακή φήμη, έμεινα μέσα στην υποχρέωση που έθεσα σαν άρχισα τον λόγο• δοκίμασα να καταλύσω μομφής αδικία και δόξης αμάθεια• τον λόγο θέλησα να γράψω, Ελένης εγκώμιο, δικό μου όμως το παιγνίδι. ]] ( Γοργίας, “Ελένης Εγκώμιον” )


• Δύο πολύ μεγάλοι ποιητές μας, ο Κωστής Παλαμάς και ο Γιώργος Σεφέρης, έγραψαν δύο θαυμάσια ποιήματα, τα οποία παραθέτουμε στη συνέχεια. Ο Κ. Παλαμάς, έχοντας σαν βάση το απόσπασμα: « δίδωσι δ’ ουκ εμ’, αλλ’ ομοιώσασ’ εμοί είδωλον έμπνουν ουρανού ξυνθείσ’ άπο, Πριάμου τυράννου παιδί• και δοκεί μ’ έχειν, κενή δόκησιν, ουκ έχων », έγραψε το ακόλουθο ποίημα με τίτλο “Ελένη”:
Είμ’ η Ελένη• από του Ήλιου
την πηγή χυμένη εγώ,
το χρυσόνειρο είμαι του Ήλιου
και στον Ήλιο, εκεί, γυρνώ•
γύρω μου, όχι• σε είδωλό μου
θεόπλαστο ολοζώντανο
θεοί και ήρωες γύρω αψήφησαν
πόλεμο και χαλασμό.
Όχι εμένα! Τον υπέρκαλο
νυχτανεβασμένο ίσκιο μου
σε γη και ώρα στοιχιωμένη
πήρε ταίρι ο γόης Κιμμέριος•
είμαι η ανέγγιχτη κ’ η αχάλαστη,
κ’ η άφταστη. Και είμ’ η Ελένη. ( Κωστής Παλαμάς, “Ασάλευτη Ζωή” )
Ο Γ.Σεφέρης βασίστηκε στα αποσπάσματα:
« ΕΛ.: ουκ ήλθον ες γην Τρωάδ’, αλλ’ είδωλον ήν.
ΜΕ.: ουχ’ ήδε, προς θεών δ’ ήμεν ηπατημένοι,
νεφέλης άγαλμ’ έχοντες εν χεροίν λυγρόν.
ΑΓ.: τι φης;
νεφέλης άρ’ άλλως είχομεν πόνους πέρι; »
Από το ποίημα του Σεφέρη, κι αυτό με τίτλο “Ελένη”, σας δίνουμε ένα απόσπασμα:
Αηδόνι ποιητάρη,
σαν και μια τέτοια νύχτα στ’ ακροθαλάσσι του Πρωτέα
σ’ άκουσαν οι σκλάβες Σπαρτιάτισσες κι έσυραν το θρήνο,
κι ανάμεσό τους- ποιος θα το ‘λεγε- η Ελένη!
Αυτή που κυνηγούσαμε στο Σκάμαντρο.
Ήταν εκεί, στα χείλια της ερήμου• την άγγισα, μου μίλησε:
« Δεν είν’ αλήθεια, δεν είν’ αλήθεια » φώναζε.
« Δεν μπήκα στο γαλαζόπρωρο καράβι.
Ποτέ δεν πάτησε την αντρειωμένη Τροία ».

Με το βαθύ στηθόδεσμο, τον ήλιο στα μαλλιά, κι αυτό το ανάστημα
ίσκιοι και χαμόγελα παντού
στους ώμους στους μηρούς στα γόνατα•
ζωντανό δέρμα, και τα μάτια
με τα μεγάλα βλέφαρα,
ήταν εκεί, στην όχθη ενός Δέλτα. Και στην Τροία;
Τίποτα στην Τροία- ένα είδωλο.
Έτσι το θέλαν οι θεοί.
Κι ο Πάρης, μ’ έναν ίσκιο πλάγιαζε σε να ήταν πλάσμα ατόφιο•
κι εμείς σφαζόμασταν για της Ελένη δέκα χρόνια.

Μεγάλος πόνος είχε πέσει στην Ελλάδα
Τόσα κορμιά ριγμένα
στα σαγόνια της θάλασσας, στα σαγόνια της γης•
τόσες ψυχές
δοσμένες στις μυλόπετρες, σαν το σιτάρι.
Κι οι ποταμοί φουσκώναν μες στη λάσπη το αίμα
για ένα λινό κυμάτισμα, για μια νεφέλη
μιας πεταλούδας τίναγμα, το πούπουλο ενός κύκνου,
για ένα πουκάμισο αδειανό, για μιαν Ελένη.
Κι ο αδερφός μου; Αηδόνι, αηδόνι, αηδόνι,
τ’ είναι θεός; τί μη θεός; και τί τ’ ανάμεσό τους;

« Τ’ αηδόνια δε σ’ αφήνουνε να κοιμηθείς στις Πλάτρες ».

Δακρυσμένο πουλί, στην Κύπρο τη θαλασσοφίλητη
που έταξαν για να μου θυμίζει την πατρίδα,
άραξα μοναχός μ’ αυτό το παραμύθι,
αν είναι αλήθεια πως αυτό είναι παραμύθι,
αν είναι αλήθεια πως οι ανθρώποι δε θα ξαναπιάσουν
τον παλιό δόλο των θεών• αν είναι αλήθεια
πως κάποιος άλλος Τεύκρος, ύστερα από χρόνια,
ή κάποιος Αίαντας ή Πρίαμος ή Εκάβη
ή κάποιος άγνωστος, ανώνυμος, που ωστόσο
είδε ένα Σκάμαντρο να ξεχειλάει κουφάρια,
δεν το ΄χει μες στη μοίρα του ν’ ακούσει
μαντατοφόρους που έρχουνται να πούνε
πως τόσος πόνος, τόση ζωή
πήγαν στην άβυσσο
για ένα πουκάμισο αδειανό, για μιαν Ελένη. ( Γ. Σεφέρης, “Ημερολόγιο
καταστρώματος”, Γ’ )
Στο δεύτερο ποίημα διακρίνουμε κι έναν τόνο καθαρά αντιπολεμικό, όπου τονίζεται το μάταιο των πολέμων.

Δεν υπάρχουν σχόλια: