Παρασκευή 12 Σεπτεμβρίου 2014

Το κυνήγι της ευτυχίας

[[ δαμ- ων ]]

Έρχονται στιγμές που αναρωτιέσαι: Υπάρχει ευτυχία στη ζωή; Κι αν υπάρχει, μπορεί να διαρκέσει για πολύ χρόνο; Τελικά, μήπως στη ζωή κυριαρχούν οι στίχοι του τραγουδιού, που τραγουδούσε παλιά ο Αντ. Καλογιάννης:
«Και που λες Ευτυχία, ευτυχία δε βρήκαμε,
λίγα μόνο στοιχεία ευτυχίας χαρήκαμε,
δε μας ‘πέσαν λαχεία, τυχεροί δε σταθήκαμε,
και που λες Ευτυχία, ευτυχία δε βρήκαμε.»
Οι περισσότεροι από τους προσωρινά φιλοξενούμενους αυτού του πλανήτη πιστεύουν πως λίγα μόνο στοιχεία ευτυχίας χαρήκαμε. Όμως, τι είναι η ευτυχία;
Είναι η ψυχική ικανοποίηση του ανθρώπου, που προέρχεται από την εκπλήρωση των επιθυμιών και την επιτυχία των σκοπών του. Δεν υπάρχει μόνιμη ευτυχία, υπάρχουν μόνο στιγμές ευτυχίας. Ο Τεριέ Α. είναι περισσότερο αισιόδοξος λέγοντας: «Δεν υπάρχει ευτυχισμένη ζωή, υπάρχουν μόνο ευτυχισμένες μέρες». Στη σύγχρονη εποχή οι περισσότεροι άνθρωποι θεωρούν ευτυχία την υλική ευμάρεια, τα υλικά αγαθά, την ανάπτυξη της τεχνολογίας, τα κοινωνικά αξιώματα, τη δόξα, ενώ άλλοι πιστεύουν πως ο πλούσιος είναι ευτυχισμένος. Έτσι, όταν αυτά χαθούν, χάνεται και η ευτυχία τους. Ο Αριστοτέλης στα ηθικά του συγγράμματα διακρίνει την ευτυχία, η οποία μπορεί να είναι προϊόν τύχης και πρόσκαιρη, από την ευδαιμονία, η οποία συνδέεται με τη διαβίωση και τη δράση σύμφωνα με τις ηθικές αρετές και τη λογική. Ο τραγικός ποιητής Αισχύλος θεωρεί την ευτυχία θείο δώρο: «Η ευτυχία είναι για τους ανθρώπους θείο πράγμα και κάτι περισσότερο από θείο», ενώ Σωκράτης με όλη τη σοφία του προσδιορίζει πως: «η ευτυχία ανήκει στους ολιγαρκείς.»
Στην αρχαία ελληνική περίοδο η έννοια της ευτυχίας ταυτίζεται με την ευδαιμονία. Ωστόσο, το νόημά της είναι διαφορετικό από αυτό που αποδίδουμε σήμερα στον όρο. Για τους αρχαίους Έλληνες, ευδαιμονία σήμαινε να είναι κανείς εναρμονισμένος με το Σύμπαν. Η έννοια της ευδαιμονίας εμφανίζεται με ποικίλους τρόπους στις διάφορες σχολές της αρχαίας ελληνικής και της ρωμαϊκής σκέψης.

Η συνέχεια >>> εδώ …

Οι Έλληνες είχαν ανακαλύψει αυτό που και σήμερα ονομάζουμε «ευ ζην». Για τον Αριστοτέλη, το «ευ ζην» προϋποθέτει ότι ο άνθρωπος ακολουθεί το «τέλος», τον σκοπό του στη ζωή. Για τον Πλάτωνα, η ευτυχία είναι δυνατή όταν ο άνθρωπος μπορεί να δει την ουσία των πραγμάτων. Στην φιλοσοφία του αναφέρει πως η ευτυχία έχει να κάνει με το μυαλό και την σκέψη και όχι με την ψευδαίσθηση που μας παρέχουν οι αισθήσεις μας. Ο Πλάτωνας αναγνωρίζει ότι δεν μπορεί να είναι κανείς ευτυχισμένος χωρίς να δει το έργο του Θεού στον κόσμο. Αν αναγνωρίσει το θαύμα της ζωής θα έχει βρει την ουσία της ανθρώπινης ευτυχίας.
Για τον Πλάτωνα η άσκηση της αρετής είναι ο δρόμος για να προσδιορίσουμε την ευτυχία. Αν το έργο του ανθρώπου εναρμονίζεται με την αρετή, την σοφία και την δικαιοσύνη τότε περπατά στο δρόμο της ευτυχίας. Για τον Πλάτωνα, η αρετή είναι η γνώση του τι είναι πραγματικά καλό και η ιδέα του τι είναι καλό δεν είναι μια σχετική αξία αλλά μια απόλυτη αξία, γιατί αν δεν ήταν έτσι δεν θα μπορούσε να αποτελέσει αντικείμενο γνώσης για τον άνθρωπο. Η πλατωνική φιλοσοφία περιγράφει τον αισθητό κόσμο ως απάτη, επειδή η πρώτη αληθινή πραγματικότητα είναι η ιδέα του ενάρετου ανθρώπου. Υποστηρίζει ότι η ανθρώπινη ευτυχία δεν εξαρτάται από υλικά ή εξωτερικά αγαθά και ότι ο δίκαιος και ενάρετος άνθρωπος είναι αναγκαστικά ένας ευτυχισμένος άνθρωπος.
Η χριστιανική θρησκεία δεν δέχεται την αρχαιοελληνική άποψη. Πρεσβεύει ότι κανείς δεν μπορεί να ευτυχήσει σε τούτη τη ζωή χωρίς τη βοήθεια του Θεού. Οι πρόγονοί μας συσχέτιζαν την ευτυχία με την έννοια του «μέτρου». Η επικούρεια φιλοσοφία πρέσβευε το μέτρο, την προσοχή, τη λιτή δίαιτα, τη μη ακραία σεξουαλικότητα, τη φιλία με λίγα άτομα κι εκλεκτά. Θεωρούσε ότι η φιλοσοφία είναι η καλλιέργεια της υγείας της ψυχής, και αυτό σήμαινε την ύπαρξη μέτρου στη ζωή. Με τον χριστιανισμό η ιδέα του μέτρου αλλάζει ριζικά. Επινοήθηκε το προπατορικό αμάρτημα, σύμφωνα με το οποίο όλοι γεννιόμαστε αμαρτωλοί. Αυτό σημαίνει ότι η ευτυχία δεν μπορεί να υπάρξει στο παρόν. Υπήρξε πριν οι πρωτόπλαστοι φάνε τον απαγορευμένο καρπό. Θα επανέλθει στη μετά θάνατον ζωή, μετά την ανάσταση των σωμάτων». Η χριστιανική θρησκεία υποστηρίζει ότι δεν βρισκόμαστε στη Γη για να είμαστε ευτυχείς– κάτι τέτοιο είναι μάταιο– αλλά για να σώσουμε την ψυχή μας.
Ο Βολταίρος έδωσε άλλο στίγμα, λέγοντας: «Ο επίγειος Παράδεισος είναι εκεί που βρίσκομαι. Η Γη δεν είναι η Κοιλάδα των Δακρύων, αλλά ένας τόπος πιθανής χαράς». Με τον Διαφωτισμό γίνεται αποδεκτό ότι μπορούμε να απολαμβάνουμε χωρίς να νιώθουμε ενοχές. Έτσι δεν είναι κακό να απολαμβάνουμε το ωραίο φαγητό, τις σαρκικές ηδονές, να αγαπάμε τα ταξίδια και να ζούμε με πολυτέλεια. Ο 18ος είναι ο αιώνας κατά τον οποίο ανακαλύφθηκαν η πολυτέλεια και η άνεση. Αναγνωρίζεται, λοιπόν, πως η ευτυχία βιώνεται εδώ. Σταδιακά, κατά τον 20ό αιώνα, με την πρόοδο της επιστήμης και της τεχνολογίας, οι άνθρωποι αντιλαμβάνονται ότι η δυστυχία δεν αποτελεί μονόδρομο για την ανθρωπότητα. Οι άνθρωποι έχουν το δικαίωμα να ευτυχούν. Το κακό, όμως, ήταν ότι την συνέδεσαν με τον καταναλωτισμό. Έτσι η επίπλαστη ευτυχία κάποιων στηρίχθηκε στη δυστυχία άλλων!
Θα αναφέρουμε μια σύντομη ιστορία με τον τίτλο “Οι τρεις γυναίκες και η Eυτυχία”:
[[ Ταξίδευαν τρεις γυναίκες και, ξαφνικά, βλέπουν μες στο δρόμο ένα μεγάλο λάκκο και ανακαλύπτουν πως μέσα βρίσκεται παγιδευμένη η Ευτυχία.
Τότε η πρώτη γυναίκα λέει:
- Ευτυχία, θέλω να με κάνεις όμορφη.
Αμέσως, μεταμορφώθηκε σε μια καλλονή κι ευτυχισμένη έφυγε.
Η δεύτερη γυναίκα ζήτησε:
- Ευτυχία, θέλω να με κάνεις πλούσια.
Αμέσως, εμφανίσθηκε μπροστά της ένα σακούλι γεμάτο χρυσαφικά και διαμάντια, η γυναίκα το αρπάζει κι ευτυχισμένη φεύγει.
Μόνο η τρίτη γυναίκα δεν έλεγε τίποτα και τότε η Ευτυχία της είπε μεσ’ από τον λάκκο:
- Πες μου κι εσύ τι θέλεις να σου δώσω;
Και τότε η γυναίκα έσκυψε, άπλωσε το χέρι της και είπε:
- Δώσε μου το χέρι σου.
Κι έβγαλε την Ευτυχία από το λάκκο. Μετά συνέχισε το δρόμο της… Η Ευτυχία χαμογέλασε και την ακολούθησε…]]
Απ’ αυτή την σύντομη ιστορία φαίνεται πως η ευτυχία δεν συνδέεται ούτε με την ομορφιά, ούτε με τα πλούτη. Ούτε με τη δόξα, ούτε με την υψηλή κοινωνική θέση, θα προσθέταμε εμείς. Κι ο σοφός ανατολίτης δάσκαλος Όσσο προσθέτει: «Κοίταξε τα δέντρα και τα πουλιά, κοίταξε τα σύννεφα και τα αστέρια… κι αν έχεις μάτια, θα δεις πως όλη η πλάση είναι ευτυχισμένη. Τα πάντα είναι χαρούμενα. Τα δέντρα είναι ευτυχισμένα χωρίς λόγο. Δε θα γίνουν πρόεδροι και πρωθυπουργοί, ούτε θα πλουτίσουν, ούτε θα αποκτήσουν τραπεζικό λογαριασμό. Κοίταξε τα λουλούδια -χωρίς λόγο. Είναι απίστευτο πόσο χαρούμενα είναι τα λουλούδια.» Ο μύστης της ζωής Κωστής Παλαμάς βρίσκει την ευτυχία σ’ ένα ψίχαλο, σε μια ρανίδα, στο ποίημά του “Η Ευτυχία”:
« Πολλές φορές εδώ στον κόσμο τούτο
μαθέ πως δε ζηλεύω τίποτα άλλο
παρά ένα ψίχαλο για μόνο πλούτο
και μια ρανίδα για καλό μεγάλο.
Η Ευτυχία δεν έχει κι άλλη χάρη.
Το ψίχαλο, η ρανίδα ειν’ η καλή
που φτάνει ν' αναστήσει το χορτάρι
φτάνει να θρέψει το πουλί. »
Ο άνθρωπος επιδίδεται σε ένα αδιάκοπο κυνήγι της ευτυχίας. Αλλά σπάνια την συναντά. Ο Ντοστογιέφσκι έγραφε:
«Η ευτυχία δεν βρίσκεται στην ευτυχία αλλά στο κυνήγι της. Η ευτυχία δεν είναι ένας σταθμός στον οποίο φθάνεις. Είναι ο τρόπος με τον οποίο ταξιδεύεις». Ο αμερικάνος συγγραφέας Χόθορν Ναθάνιελ λέει γι’ αυτό το κυνήγι: «Η ευτυχία μοιάζει με την πεταλούδα, που όταν την κυνηγάς ποτέ δεν την φτάνεις, μα όταν ήρεμα καθίσεις, μπορεί επάνω σου να έρθει.» Ο Κρητικός μας διανοητής Ν. Καζαντζάκης στην μυθιστορηματική αυτοβιογραφία του “Αναφορά στον Γκρέκο” γράφει: «Η ευτυχία απάνω στη γης είναι κομμένη στο μπόι του ανθρώπου. Δεν είναι σπάνιο πουλί να το κυνηγούμε πότε στον ουρανό, πότε στο μυαλό μας. Η ευτυχία είναι ένα κατοικίδιο πουλί στην αυλή μας.» Η ευτυχία, λοιπόν, είναι δίπλα μας, κι αποτελείται από απλά καθημερινά πράγματα. Πράγματα, όμως, που ευφραίνουν την ψυχή. Πράγματα που δεν έχουν σχέση με την ευχαρίστηση του σώματος.
Η ευτυχία σαν έννοια μελετάται για αιώνες- από τότε που ο άνθρωπος άρχισε να φιλοσοφεί- τόσο στο δυτικό όσο και στον ανατολικό κόσμο. Φιλόσοφοι, κοινωνιολόγοι, ψυχολόγοι και καλλιτέχνες ασχολήθηκαν με το θέμα. Για τον Αριστοτέλη ευτυχής είναι ο αυτάρκης, ενώ ο Δαλάι Λάμα υποστήριξε πως η ευτυχία βρίσκεται στις σχέσεις μας με τους άλλους. Πολλοί στοχαστές εξέτασαν την ευτυχία σε σχέση με το αντίθετό της, την δυστυχία, θεωρώντας πως το ένα συνδέεται άρρηκτα με το άλλο προκειμένου να επέλθει ισορροπία. Για την Ψυχολογία, η ευτυχία είναι ένα θετικό συναίσθημα που αφορά μία μακροχρόνια και συνολική αίσθηση ψυχικής ευεξίας και ικανοποίησης από τη ζωή, μία συνολική εκτίμηση για τη ζωή μας, που προκύπτει ως αποτέλεσμα του τρόπου με τον οποίο ο κάθε άνθρωπος αξιολογεί την ισορροπία ανάμεσα στις θετικές και αρνητικές συναισθηματικές του εμπειρίες μέσα σε ένα μεγάλο χρονικό διάστημα. Γεγονός, πάντως, είναι ότι οι καθημερινές απολαύσεις ή οι ηδονές, δεν εξασφαλίζουν την αίσθηση της ευτυχίας. Αυτός είναι και ο λόγος για τον οποίο βλέπουμε συχνά ανθρώπους που απολαμβάνουν μία ζωή γεμάτη απολαύσεις (φαγητό, ποτό, ταξίδια, χρήματα, πολλά και ακριβά ρούχα, διασκέδαση, σεξ, κλπ), αλλά δεν είναι ευτυχισμένοι. Άλλωστε, η λεγόμενη «επιδίωξη της ευτυχίας» δεν μπορεί να αποτελεί στόχο, ακριβώς διότι η ευτυχία δεν είναι ένα έξωθεν αγαθό που θα μας έρθει με κάποιον τρόπο.
Η ευτυχία δεν εξαρτάται από την ηλικία, την κοινωνική θέση και το εισόδημα. Φυσικά και η οικονομική άνεση έχει μια μικρή σχέση με την ευτυχία. Αυτό, όμως, δεν σημαίνει ότι όλοι οι πλούσιοι είναι ευτυχισμένοι, ή- αντίθετα- οι φτωχοί είναι δυστυχισμένοι. Η ευτυχία εξαρτάται από τα ενδιαφέροντα του ατόμου, τους στόχους της ζωής και από την εσωτερική του εξέλιξη. Η πραγματική ευτυχία μπορεί να προέλθει μόνο από μέσα μας. Δεν συνδέεται με τα αντικείμενα των αισθήσεων. Και το σπουδαιότερο: η ευτυχία δεν γράφεται με “€”! Δεν συνδέεται αποκλειστικά και μόνο με τα €. Δεν είναι ένα αγαθό που μπορούμε να το αγοράσουμε και να το καταναλώσουμε.
Είναι αποτέλεσμα ενός συγκεκριμένου τρόπου ζωής. Η ευτυχία είναι μια ψυχική κατάσταση, η οποία απαιτεί να είμαστε ανοικτοί στον κόσμο, στους άλλους, στον εαυτό μας και στις ιδέες που μας εμπνέουν. Μας ζητάει να είμαστε ζωτικοί και να αναζητούμε το νόημα της ζωής. Να βρίσκουμε τις αξίες της ζωής και να προσπαθούμε να τις κάνουμε καθημερινότητα. Να δεχόμαστε τη χαρά, αλλά και τη λύπη, γιατί κι αυτή έχει θέση στη ζωή. Καλοδεχούμενο κάθε τι που μας προκαλεί ευχαρίστηση. Καρτερικά, όμως, υπομένουμε και τα δυσάρεστα, γιατί ο πόνος είναι ένα πολύτιμο μάθημα της ψυχής. Μια γέφυρα που γεφυρώνει τον κατώτερο εαυτό με τον ανώτερο εαυτό, την προσωπικότητα με τον εντός μας θείο σπινθήρα.
Ο Ινδός σοφός Σρι Αουρομπίντο κάνει την παρατήρηση: «Αυτή η ανθρωπότητα, που περιπλανιέται στο σκοτάδι, αιώνια αναζητάει την ευτυχισμένη ζωή με λανθασμένο τρόπο επιδιώκοντας την τελειοποίηση της δομής της κυβέρνησης και της κοινωνίας, ενώ το έξω γίνεται καλύτερο μόνο με την τελειοποίηση του έσω.» Όλα αρχίζουν με την δική μας αλλαγή. Ο κόσμος θα γίνει καλύτερος, όταν εμείς γίνουμε καλύτεροι! Κι όταν αυτό δεν το κρατήσουμε για τον εαυτό μας, αλλά προσπαθήσουμε να ανακλαστεί και στους άλλους. Η ευτυχία αυξάνεται μέσα μας, όταν κάνουμε και τους άλλους ευτυχισμένους. Κανένας δεν μπορεί να είναι ευτυχισμένος αν δεν προσπαθεί να κάνει τους ανθρώπους γύρω του ευτυχισμένους. Αυτό μας λέει με τον ποιητικό του λόγο ο νομπελίστας ποιητή μας Oδ. Ελύτης στο εισαγωγικό του σημείωμα στη ποιητική συλλογή “Τα ρω του Έρωτα:: «Οι άγγελοι τραγουδάνε. Και οι ερωτευμένοι επίσης. Πίσω από κάθε ανάταση, από κάθε μεράκι, μια κιθάρα περιμένει έτοιμη να πάρει τα λόγια και να τα ταξιδέψει από χείλη σε χείλη. Δεν είναι λίγο αυτό. Είναι η χαρά να δίνεις χαρά στους άλλους, είναι αυτό που μας βαστάει στη ζωή.» Έτσι θα αποτολμούσαμε να πούμε: ευτυχία είναι να δίνεις ευτυχία στους άλλους, είναι αυτό που δίνει νόημα στη ζωή!
Θα συνεχίσουμε με μια άλλη ιστορία, που έχει τίτλο “Ο σοφός παπαγάλος”:
[[ Ζούσε κάποτε στη Βαγδάτη ένας ευγενικός και γενναιόδωρος έμπορος, που είχε πολλούς σκλάβους και υπηρέτες στη δούλεψή του, καθώς και έναν όμορφο παπαγάλο με λαμπερά πολύχρωμα φτερά, φημισμένο για την ευγλωττία και τα τραγούδια του.
Ο έμπορος ήταν καλός άνθρωπος και φερόταν σε όλους με τον καλύτερο τρόπο. Μια μέρα, πριν φύγει για ένα ταξίδι για δουλειές στην Ινδία, ρώτησε τους υποτακτικούς του τι δώρα θα ήθελαν να τους φέρει.
«Ζητήστε μου ότι θέλετε» τους είπε. «Μολονότι έχω όλα όσα θα επιθυμούσε κανείς από τη ζωή, νιώθω στεναχώρια για το πώς λειτουργεί ο κόσμος αλλά κι εγώ ο ίδιος… Θα ήθελα λοιπόν να βρω έναν τρόπο να είμαι πιο ευτυχισμένος.»
Όλοι ζήτησαν κοσμήματα, μετάξια, αρώματα και μπαχαρικά. Στο τέλος, ο έμπορος ρώτησε και τον παπαγάλο: «Και συ ψυχή μου, τι θέλεις να φέρω σε σένα από την Ινδία γλυκό μου πουλί; Έχεις ήδη ένα κλουβί από ταρταρούγα και ελεφαντόδοντο, έναν υπέροχο καθρέπτη διακοσμημένο με διαμάντια, δυο χρυσά δαχτυλίδια με πολύτιμους λίθους στα πόδια σου και απολαμβάνεις τα πιο διαλεχτά φρούτα και λαχανικά όλου του κόσμου στα γεύματα σου. Αλλά ότι κι αν είναι αυτό που θέλεις, θα σου το φέρω».
«Δεν επιθυμώ τίποτα» απάντησε ο παπαγάλος. «Το μόνο που θέλω, σε παρακαλώ, είναι να μεταφέρεις ένα μήνυμα στους παπαγάλους της Ινδίας. Όταν τους συναντήσεις, πες τους ότι “ο παπαγάλος μου, που ήταν θέλημα Θεού να βρεθεί κλεισμένος στο κλουβί μου, σας έχει επιθυμήσει πολύ. Έχει πια κουραστεί με όσα του έδιναν ως τώρα ευχαρίστηση… Όλα αυτά είναι κενά και χωρίς νόημα. Ω, σοφοί παπαγάλοι που ελεύθεροι πετάτε στα δάση και στους κήπους, σκεφτείτε το δικό μου παπαγάλο…
Ακούστε την κραυγή της καρδιάς του και στείλτε του ένα μήνυμα που θα δώσει φτερά στην ψυχή του και θα τον κάνει να πετάξει ξανά ψηλά, στους γαλάζιους ουρανούς της χαράς!»
Ο παπαγάλος είπε αυτά τα λόγια με τόσο καημό, που δάκρυα πλημμύρισαν τα μάτια του εμπόρου. Αφού υποσχέθηκε να παραδώσει το μήνυμα του πουλιού στα αδέλφια του στην Ινδία, έφυγε για το ταξίδι του.
Ύστερα από μήνες ο έμπορος τελείωσε τις δουλειές του στην Ινδία. Αγόρασε τα δώρα για τους υπηρέτες του και λίγο πριν πάρει τον δρόμο της επιστροφής για τη Βαγδάτη, αποφάσισε να μείνει για λίγες μέρες στην εξοχή για να ηρεμήσει.
Ένα πρωί, εκεί που ξαπόσταινε στον όμορφο κήπο, άκουσε κάποιους παπαγάλους να φλυαρούν χαρούμενα τσιμπολογώντας φρούτα στα δέντρα. Τότε θυμήθηκε την υπόσχεση που είχε δώσει στον παπαγάλο του. Κάλεσε λοιπόν κοντά του τα πουλιά και τους μετέφερε το μήνυμά του.
Με το που άκουσε το μήνυμα ένας από τους παπαγάλους που καθόταν σε ένα κλαδί, άρχισε να τρέμει, ανοιγόκλεισε τα φτερά του και μετά έπεσε από το κλαδί και ξεψύχησε.
Ο ευγενικός έμπορος ένοιωσε πολύ άσχημα που χωρίς να το θέλει είχε προκαλέσει το θάνατο ενός τόσο όμορφου πουλιού. Με θλίψη αναρωτήθηκε τι θα έλεγε στον παπαγάλο του, όταν θα επέστρεφε στην Βαγδάτη.
Μετά από λίγες μέρες γύρισε σπίτι του. Μοίρασε τα δώρα στους υπηρέτες του, αλλά δεν είπε λέξη στον παπαγάλο του. Ο παπαγάλος όμως, που περίμενε τον ρώτησε: «Που είναι το δικό μου δώρο; Τι μήνυμα μου φέρνεις;»
«Κανένα», απάντησε ο έμπορος με θλίψη. «Τους μετέφερα το μήνυμά σου, αλλά δεν είπαν λέξη».
«Πες μου σε παρακαλώ τι είδες, τι άκουσες» ρώτησε όλο αγωνία ο παπαγάλος.
Μετά από πολλά παρακάλια, ο έμπορος εντέλει υποχώρησε και είπε: «Έδωσα το μήνυμά σου… Ένας από τους παπαγάλους όμως στενοχωρήθηκε τόσο πολύ που άρχισε να τρέμει, ανοιγόκλεισε τα φτερά του και μετά έπεσε από το κλαδί και ξεψύχησε».
Όταν ο παπαγάλος άκουσε τι είχε κάνει ο αδελφός του στην Ινδία, άρχισε κι αυτός να τρέμει και μετά από λίγο ξεψύχησε μέσα στο όμορφο κλουβί του.
Ο έμπορος τα έχασε! Μόλις συνήλθε από το σοκ, τρελαμένος από τη θλίψη άρχισε να σκίζει τα ρούχα του και να φωνάζει: «Αγαπημένε μου παπαγάλε, σε σκότωσα, ο άμυαλος! Θεέ μου, βοήθα να αντέξω τούτη τη θλίψη! Τα λεφτά μου, η δουλειά μου δεν έχουν καμία αξία… Χωρίς εσένα, φτερωτέ μου φίλε, ο κόσμος είναι για μένα μια φυλακή… Πως θα αντέξω;»
Και με τα λόγια αυτά άνοιξε το κλουβί , έβγαλε με απαλές κινήσεις έξω το άψυχο σώμα του αγαπημένου του παπαγάλου και το απόθεσε στο περβάζι του παραθύρου. Όμως ω του θαύματος! Ξαφνικά ο παπαγάλος ζωντάνεψε και με ένα γρήγορο χτύπημα των φτερών του πέταξε στο κλαδί του απέναντι δέντρου.
Ο έμπορος έμεινε έκπληκτος! Τόσο από το «θαύμα» όσο και από το μεγαλείο των χρωμάτων και την ομορφιά των φτερών του παπαγάλου που έβλεπε για πρώτη φορά, καθώς δεν τον είχε δει ποτέ του να πετά.
Γεμάτος απορία είπε: «Αγαπημένε μου παπαγάλε, πες μου σε παρακαλώ τι σημαίνουν όλα αυτά; Τι ήταν αυτό που έμαθες από τους παπαγάλους τις Ινδίας και σε βοήθησε να επινοήσεις τούτο το κόλπο, που μου προξένησε τόση θλίψη;»
«Με την πράξη του ο αδελφός μου από την Ινδία μου έδωσε μια συμβουλή. Μου είπε: Εγκατέλειψε την περηφάνια και την ματαιοδοξία σου, τα έξυπνα λόγια και τα μαγευτικά σου τραγούδια, που το μόνο που έκαναν ήταν να σε οδηγήσουν στη σκλαβιά. Γιατί χίλια κακά βρίσκουν όποιον την ομορφιά του, τα λόγια και τα τραγούδια του τα βγάζει σε δημοπρασία. Στο εξής ζήσε σαν να έχεις πεθάνει... Μόνο έτσι θα κερδίσεις την ελευθερία». Και με τα λόγια αυτά, ο παπαγάλος πέταξε ψηλά στον ουρανό.
«Αντίο σοφέ μου φίλε» είπε ο έμπορος. «Ο Θεός να σε έχει καλά. Μόλις μου έδειξες ένα νέο μονοπάτι. Θα το ακολουθήσω γιατί είναι το μόνο που λάμπει με φως…» ]]
Ο έμπορας της ιστορίας μας αν και είχε πολλά πλούτη- όλα όσα κανείς επιθυμεί στη ζωή του- εντούτοις ένιωθε μια στεναχώρια και ήθελε να βρει τον τρόπο να γίνει πιο ευτυχισμένος. Και τον τρόπο του τον υπέδειξε ο παπαγάλος προτρέποντάς τον να εγκαταλείψει την περηφάνια και τη ματαιοδοξία. Να απαρνηθεί όλα αυτά που σκλαβώνουν τον άνθρωπο. Αυτά που νομίζει πως θα τον κάνουν ευτυχισμένο, αλλά στην ουσία τον καθιστούν σκλάβο μέσα σε χρυσό κλουβί. Ο εγκλωβισμός στον στόχο ώστε κύρια επιδίωξη της ζωής μας να είναι η απόκτηση υλικών αγαθών μας στερεί την ελευθερία να βιώσουμε το πραγματικό νόημα της ζωής. Η ματαιοδοξία, ο εγωισμός και η ψευδαίσθηση της χωριστότητας είναι τα ναρκωτικά, που δημιουργούν έναν ψεύτικο κόσμο. Έναν κόσμο που μας προσφέρει περισσότερη δυστυχία, παρά ευτυχία. Γι’ αυτό μέσα στη δυστυχία μας, κυνηγάμε την ευτυχία. Την ψάχνουμε παντού. Ο Deepak Chopra όμως μας προτρέπει: «Σταματήστε το ψάξιμο! Σταματήστε να ψάχνετε για ευτυχία έξω από τον εαυτό σας στον υλικό κόσμο. Τα επίγεια αγαθά, τα επιτεύγματα και οι εμπειρίες δεν θα σας ικανοποιήσουν ποτέ πραγματικά. Αυτά είναι εφήμερα. Έρχονται και φεύγουν σαν τον καιρό. Το εγώ σας μπορεί να βιώσει μια φευγαλέα στιγμή ευτυχίας ή χαράς, και μόλις μερικά λεπτά αργότερα αρχίζει να απαιτεί κάτι άλλο που πιστεύει ότι θα σας κάνει «ευτυχισμένους» ξανά. Το εγώ είναι εθισμένο στη διασκέδαση. Η αληθινή ευτυχία έγκειται στην εμπειρία εκείνου που δεν έρχεται και φεύγει. Απλώς στρέψτε την προσοχή σας προς αυτό που είναι μόνιμο και αιώνιο κι απολαύστε!»
Όταν τα βρούμε με τον εαυτό μας και καταλάβουμε ότι είμαστε ένα τμήμα της δημιουργίας, τότε ανοίγουμε την πόρτα μας στην ευτυχία. Η ευδαιμονία του Δημιουργού διαπερνάει για πάντα όλη τη δημιουργία. Ανοίγοντας την πόρτα του εαυτού μας σίγουρα θα μπορέσει να εισέλθει. Και τότε θα καταλάβουμε ότι άδικα κυνηγούσαμε την ευτυχία. Γιατί απλούστατα η ευτυχία ήταν μέσα μας. Εμείς δεν της επιτρέπαμε να φανεί. Την είχαμε καλύψει με εφήμερα πράγματα, με φευγαλέες επιδιώξεις, με ανόητους στόχους. Την παραμερίσαμε και δώσαμε έδαφος στη δυστυχία. Όμως ο στοχαστής Ν. Καζαντζάκης στην “Ασκητική” του μας λέει: «Τι θα πει ευτυχία; Να ζεις όλες τις δυστυχίες. Τι θα πει φως; Να κοιτάς με αθόλωτο μάτι όλα τα σκοτάδια.» Το σκοτάδι δεν υπάρχει. Σκοτάδι είναι η απουσία του φωτός, όπως δυστυχία είναι η απουσία της ευτυχίας. Και ευτυχία είναι κυρίως η εσωτερική πληρότητα που νιώθει όποιος έχει καταλάβει πως δεν είναι μόνο υλική οντότητα, αλλά και πνευματική. Η καρδιά του τότε γίνεται πλατιά θέλοντας να χωρέσει όλον τον κόσμο, όλη την πλάση. Ξεφεύγει από το χωριστικό «εγώ» και γίνεται το ενωτικό «εμείς». Μπορεί να βιώσει κι αυτός για τον εαυτό του τη φράση που είπε ο Ιησούς «εγώ και ο πατήρ εν εσμέν» (Ιωάννης, ι΄, 30). Συναντά το θείο και επαληθεύεται η ρήση του Sri Guru Granth Sahib: «Ο νους βρίσκει την ευδαιμονία και την αιώνια ειρήνη συναντώντας το Θεό». Έτσι η ευτυχία δεν βρίσκεται στα πολλά και μεγάλα, αλλά στα λίγα που γεμίζουν την ψυχή του ανθρώπου. Σε καθετί που τον απογειώνει και του δίνει τη χαρά της επικοινωνίας με αυτό που πραγματικά είναι. Κι αυτό που στην ύπαρξή του που έχει τη μεγαλύτερη αξία είναι πως ανήκει στον πνευματικό κόσμο. Εδώ, στον πλανήτη Γη, είναι ένας περαστικός, ένας φιλοξενούμενος.
Φρονούμε πως ο καλύτερος επίλογος είναι η παράθεση του δημοσιεύματος του Φώτη Κόντογλου με τίτλο “Ζωή πολυμέριμνη, χωρίς καμία εσωτερική ευτυχία”:
[[ Ο άνθρωπος είναι σε όλα αχόρταγος, θέλει ν᾿ απολάψει πολλά, χωρίς να μπορεί να τα προφτάξει όλα. Και βασανίζεται. Όποιος όμως φτάξει σε μια κατάσταση που να ευχαριστιέται με τα λίγα, και να μη θέλει πολλά, έστω κι αν απορεί να τ᾿ αποχτήσει, εκείνος λοιπόν είναι ο ευτυχισμένος. Δεν το κάνει από οικονομία, είτε γιατί έχει την ιδέα πως τα πολλά τον βλάφτουνε στην ψυχή ἢ στο σώμα. Αλλά γιατί στα λίγα και στα απλά βρίσκει πιο αγνή ικανοποίηση. Και περισσότερο απ’ όλα, επειδή με τα απλά και με τα λίγα δεν χάνει τον εαυτό του. «Τὶς εστι πλούσιος; Ο εν ολίγω αναπαυόμενος».
Οι άνθρωποι δεν βρίσκουνε πουθενά ησυχία, γιατί επιχειρούνε να ζήσουνε χωρίς τον εαυτό τους.
Τρέχουνε από δω κι από κει να βρουν την ευτυχία, μα ευτυχία δεν υπάρχει έξω από τον εαυτό μας. θέλουμε να ευχαριστηθούμε με συμπόσια απ’ όπου λείπουμε. Όποιος έχει χάσει τον εαυτό του, έχει χάσει την ευτυχία. Ευτυχία δεν είναι το ζάλισμα που δίνουνε οι πολυμέριμνες ηδονές κι απολαύσεις, αλλά η ειρήνη της ψυχής και η σιωπηλή αγαλλίαση της καρδίας. Μ᾿ αυτό το βύθισμα στον εαυτό του βρίσκει ο άνθρωπος τον Θεό.
Για τούτο είπε ο Χριστός: «Ουκ έρχεται η βασιλεία του Θεού μετά παρατηρήσεως, ουδέ ερούσιν• ιδού ώδε ή ιδού εκεί. Ιδού γαρ η βασιλεία του Θεού εντός υμών εστίν». «Μην ψάχνετε, ζαλισμένοι άνθρωποι, εδώ κι εκεί να βρείτε την ευτυχία. Γιατί η ευτυχία βρίσκεται μέσα σας».
Μέγας λόγος, όπως όλα τα θεϊκά λόγια. Μέσα μας είναι ο θησαυρός. Απ’ έξω είναι ξέρακας, κι ας μη μας ξεγελά η φασαρία και τα ψεύτικα πυροτεχνήματα. Όποιος ζει εξωτερικά, ζει ψεύτικα.
Όποιος ζει εσωτερικά, ζει αληθινά. Ξέρω καλά τί είναι η ζωή που ζουν οι λεγόμενοι κοσμικοί άνθρωποι, οι άνθρωποι που διασκεδάζουνε, που ταξιδεύουνε, που ξεγελιούνται με λογής-λογής θεάματα, με ασημαντολογίες, με σκάνδαλα, με διάφορες ματαιότητες, που από μακριά φαντάζουνε για κάποιο πράγμα σπουδαίο και ζηλευτό, ενώ σαν τα δει κανένας από κοντά, απορεί για τη φτώχεια που έχουν και το πόσο κούφιοι είναι οι άνθρωποι που ψευτογελιούνται μ᾿ αυτά τα γιατροσόφια της ευτυχίας.
Ξέρω λοιπόν καλά αυτή τη ζωή, γιατί, αναγκαστικά, έζησα, κάποιες φορές, με ανθρώπους πλούσιους, που με προσκαλούσανε στα σπίτια τους, στις επαύλεις τους, στα κότερά τους και στις άλλες διασκεδάσεις τους. Μελαγχολία μ᾿ έπιανε από κείνη την κατάσταση. Έβλεπα δυστυχισμένους ανθρώπους, που κάνανε τον ευτυχισμένο, κατάδικους που κάνανε τον ελεύθερο. Αλλά, αν δεν καταγινόντανε με τόσες ψεύτικες χαρές, θα πέφτανε στη βαρεμάρα, στη λεγόμενη ανία. Ή το ένα, ή το άλλο. Άδειοι από κάθε ουσία, τρισδυστυχισμένοι.
Η ψυχή είναι ανύπαρκτη κι ανύπαρκτη η ευτυχία, η βασιλεία του Θεού. Πώς να γίνει ψωμί, σαν δεν υπάρχει προζύμι; Πώς να μην είναι όλα άνοστα, αφού δεν υπάρχει το αλάτι;
Λοιπόν, όποτε αναγκαζόμουν να πάω για λίγο κοντά σε τέτοιους κοσμικούς ανθρώπους, πράγμα που γινότανε σπάνια, για να μην τους προσβάλω, αφού με προσκαλούσανε με ευγένεια, δεν έβλεπα την ώρα και τη στιγμή να αποτραβηχτώ στο καβούκι μου, να γυρίσω στο φτωχό σπίτι μου και στ’ αγαπημένα πράγματα που βρίσκονται γύρω μου. Έβλεπα πως αντί να πάρω κάτι από όλη εκείνη την τυμπανοκρουσία, όπως πιστεύει ο πολύς ο κόσμος, εγώ έδινα, έδινα ξύπνημα στους κοιμισμένους, ξεμούδιασμα στους μουδιασμένους, ζωή στη μονοτονία τους.
Γι’ αυτό και τώρα που γράφω, μ’ όλο που είμαι προσκαλεσμένος σε πολλά μέρη από κάποιους ευγενείς ανθρώπους, όχι μονάχα στην Ελλάδα, αλλά και σε μακρινά μέρη, κάθομαι στο μικρό περιβολάκι μας με τα λίγα δεντράκια και με τα ταπεινά λουλούδια. Ξεκουράζομαι κι ειρηνεύει η ψυχή μου. Τούτο το μικρό κηπάριο είναι για μένα ο Κήπος της Εδέμ. Ο αγέρας μοσχοβολά, κι ο νους μου ταξιδεύει. Ταξιδεύει εδώ κι εκεί, μα περισσότερο βυθίζεται μέσα μου, εκεί που αναβρύζει το μυστικό νερό, εκεί που βρίσκονται τα ριζώματα» του κόσμου.
Ευχαριστώ τον Θεό που βρέθηκε αυτό το καταφύγιο. Νοιώθω μεγάλη ευτυχία που είμαι μοναχιασμένος, που, εδώ που κάθομαι, δεν με ξέρει κανένας, δεν με θυμάται κανένας. Σαν να είμαι καραβοτσακισμένος που γλύτωσε από τη φουρτούνα, κι ακούει τα μούγκρισμα της θάλασσας από το σίγουρο καταφύγιό του. Σαν να γλύτωσε από ληστές. Ανατριχιάζω συλλογισμένος την ανεμοζάλη που τη λένε ζωή οι όμοιοί μου, κοινωνική ζωή, ζούγκλα γεμάτη σκορπιούς, φίδια και λύκους.
Αναπαύομαι μοναχά με δυο–τρεις ανθρώπους απλούς και καλοκάγαθους, που έχουν αγάπη μέσα τους και ειρήνη στην καρδιά τους. Δεν θέλω μήτε θαυμασμούς, μηδέ δόξες, μήτε άλλες τέτοιες συμφορές, θέλω να είμαι ξεχασμένος κι ασήμαντος. Ω λησμονιά, τί μπάλσαμο είσαι για όσους ποθούν την ειρήνη! Κατάρα είναι η δίψα που έχουν οι άνθρωποι να κατασταθούνε ξακουσμένοι, να τους δοξάζει ο κόσμος και να βασανίζονται μέσα στη ματαιότητα κι εκείνοι που θαυμάζονται κι εκείνοι που θαυμάζουνε.
Εδώ που κάθομαι, νοιώθω πως είμαι μακριά απ’ όλους αυτούς τους βραχνάδες που τους έχουν για ευτυχία οι δυστυχισμένοι άνθρωποι.
Φυσά στο πρόσωπό μου το δροσερό αγεράκι, μπαίνει απαλό στ’ αφτιά μου, σαν να με χαιρετά. Σιγοσαλεύουνε τα κλαδιά κι οι κορφές των δέντρων. Μαμούνια περπατάτε στο μοσχοβολημένο χώμα, τα κάθε ένα τραβά το δρόμο του κι έχει το σκοπό του. Πού πηγαίνουνε; Μυστήριο. Πεταλούδια και μυγάκια λογής-λογής, άλλα μακρουλά, άλλα στρογγυλά, πετάνε και μαζεύονται γύρω από το φως που είναι αναμμένο από πάνω μου. Όλα είναι σπουδαία, όλα αξιαγάπητα. Κι εγώ είμαι ένα απ’ αυτά.
Δεν ακούγεται τίποτα, παρεκτός από τις σταλαγματιές του νερού που πέφτουνε από τη βρύση, κάνοντας τη σιωπή ακόμα πιο βαθειά. Σα να γίνεται γύρω μου κάποια μυσταγωγία. Το μυστήριο του κόσμου το νοιώθω και μέσα μου κι απέξω. Μυστικές θύρες ανοίγουν από παντού. Το κάθε δέντρο, το κάθε χορτάρι, το κάθε λουλούδι, σαν να με βλέπει με το μυστηριώδη μάτια του.
Είμαι μακάριος στο μικρό τούτο περιβολάκι μας. Τύφλα νάχουνε μπροστά του οι μεγάλοι κήποι και τα πολυέξοδα παλάτια, τα φανταχτερά κότερα. Όσα είναι γύρω μου είναι αγαπημένα, γιατί δεν είναι αγορασμένα με λεφτά πολλά, όπως είναι όσα έχουν οι πλούσιοι. Αγορασμένα πράγματα μπορούν να δώσουνε ευτυχία στον άνθρωπο;
Ω, εσείς που έχετε τα πλούτη και που μόνο τί λογής είναι η αληθινή χαρά δεν ξέρετε. Άνθρωποι βασανισμένοι, σαστισμένοι από τις έγνοιες κι από τις σκοτούρες, σκλάβοι στη φιλοδοξία και στ’ άλλα πάθη, ω άσωτοι γιοί, που φάγατε τα ξυλοκέρατα και δεν χορτάσατε, γυρίστε πίσω στο σπίτι του πατέρα σας του πονετικού, που δεν είναι άλλο παρά η καρδιά η δική σας, και μπείτε μέσα να ξαποστάσετε, να ευφρανθείτε και να νοιώσετε την αληθινή χαρά! ]]

Δεν υπάρχουν σχόλια: