Τετάρτη 17 Σεπτεμβρίου 2014

Παράξενη πόλη- παράξενοι κάτοικοι

[[ δαμ- ων ]]

Υπάρχουν κάποιες παράξενες πόλεις, που τις κατοικούν παράξενοι κάτοικοι. Άνθρωποι ξεχωριστοί- παράξενοι για εμάς- το πλήθος. Κι άλλες φορές στις συνηθισμένες πόλεις συναντάμε κάποιους ανθρώπους που ξεχωρίζουν. Αυτές οι παράξενες πόλεις δεν είναι παραμυθουπόλεις. Απλά ξεφεύγουν από τα χαμηλά όρια, που βάζουμε εμείς, οι πολλοί, oι άνθρωποι με τις μικρές προσδοκίες. Έχουν κάποιους μπροστάρηδες, κάποια γκεσέμια, που τους εμπιστεύονται και τους υπακούουν. Αναγνωρίζουν πως το μυαλό των μπροστάρηδων είναι πολύστροφο και πως ό,τι κι αν κάνουν, το κάνουν χωρίς ιδιοτέλεια. Το κάνουν από διάθεση για προσφορά. Γιατί στο κάτω- κάτω της γραφής δεν είναι όλοι οι άνθρωποι, που αναπνέουν τον αέρα της γης, φιλοτομαριστές. Κάποιοι- μετρημένοι στα δάχτυλα- είναι οι μικροί Ηρακλήδες. Άνθρωποι- ταγμένοι από τη μοίρα ή ταγμένοι από τη ζωή- που βάζουν πλάτη με μικρούς ή μεγάλους άθλους για να πάει το χωριό, η πόλη, η ανθρωπότητα, λίγο παρακάτω. Να ξεφύγει από τη λάσπη των προσωπικών συμφερόντων, που έχει κολλήσει. Και οι άλλοι, το πλήθος, οι απλοί κομπάρσοι, αφήνουν κατά μέρος τον εγωισμό και υποτάσσουν το προσωπικό συμφέρον στο κοινό συμφέρον. Γιατί από νωρίς έχουν αντιληφθεί πως αν το σύνολο προοδεύσει, συνακόλουθα θα προοδεύσουν κι εκείνοι. Έτσι εφαρμόζουν την παροιμία: «Το ‘να χέρι νίβει τ’ άλλο, και τα δυο το πρόσωπο».
Διαβάζοντας αυτές τις γραμμές, αναρωτιέστε, γιατί τα γράφουμε αυτά; Τα γράφουμε, μήπως κι αποφασίσουμε να βγάλουμε από πάνω μας το σκληρό εγωιστικό προσωπείο και βάλουμε πλάτη να σταματήσει ο κατήφορος προς τα Τάρταρα της πατρίδας μας. Αφορμή αποτέλεσε ένα άρθρο, που διαβάσαμε, για την μηδενική ανεργία σε ένα χωριό μας, την Ανάβρα Μαγνησίας. Απίστευτο; Κι όμως είναι αληθινό. Στην Ανάβρα η ανεργία είναι μηδενική και το βιοτικό επίπεδο υψηλό, με ατομικό ετήσιο εισόδημα από 30.000 ως 100.000 ευρώ. Οι κάτοικοι της Ανάβρας απολαμβάνουν παροχές όμοιες με αυτές των κατοίκων της Ελβετίας. Το μικρό Γκστάαντ της Ελλάδας, διαθέτει δωρεάν παρκινγκ για όλους, δωρεάν γυμναστήριο, δύο σχολεία ολοήμερα, αιολικό πάρκο που δίνει έως και 100.000 ευρώ έσοδα στην κοινότητα, γήπεδα ποδοσφαίρου και μπάσκετ, λαογραφικό μουσείο και φυσικά το περιβαλλοντικό-πολιτιστικό πάρκο, έκτασης 240 στρεμμάτων.

Η συνέχεια >>> εδώ …

Σύμφωνα με δημοσίευμα του Greek Reporter, η ορεινή Ανάβρα που αριθμεί 500 κατοίκους, πριν από 16 χρόνια ήταν εγκαταλελειμμένη, με λίγους κατοίκους και κακές συνθήκες διαβίωσης. Σήμερα ωστόσο επισκέπτες από όλη την Ευρώπη φτάνουν για να γνωρίσουν το χωριό – “πρότυπο” που αντιστέκεται στην κρίση για να μάθουν το “μυστικό της επιτυχίας”. Όπως αναφέρει το άρθρο, η περιοχή έμεινε ανέγγιχτη από την κρίση έχει μηδενική ανεργία και ανύπαρκτη εγκληματικότητα. Οι κάτοικοι - κτηνοτρόφοι και καλλιεργητές - απολαμβάνουν υψηλότατο επίπεδο ζωής κερδίζοντας από 30.000 ως 100.000 ευρώ, ενώ ο ηλικιακός μέσος όρος είναι κάτω από 40 ετών.
Πρωτεργάτης της επιτυχίας ήταν ο Δημήτρης Τσουκαλάς, επικεφαλής της ΜΚΟ “ΑΝΑΒΡΑ- ΖΩ”, που προωθεί τον εθελοντισμό- βλέπετε υπάρχουν και ΜΚΟ που δεν συμπεριφέρονται σαν τρωκτικά του κρατικού προϋπολογισμού. Γεννήθηκε στην Ανάβρα, σπούδασε στη Λαμία και εργάστηκε στην ίδια πόλη και στην Αθήνα, όπου έζησε για μεγάλη χρονική περίοδο, πριν αποφασίσει να επιστρέψει στην γενέτειρά του. Με την ελπίδα της αναγέννησης του τόπου του, ο κ. Τσουκαλάς, επί 16 χρόνια πρόεδρος της κοινότητας, εργάστηκε σκληρά για να δημιουργηθεί μια κοινότητα αυτοοργάνωσης με “ενθουσιασμό, όραμα, προθυμία, φροντίδα, αγάπη και πίστη”. «Παρότι ήμουν πρόεδρος της κοινότητας, συμπεριφέρθηκα σαν εθελοντής» αναφέρει ο ίδιος, προσθέτοντας ότι βρήκαν και εφάρμοσαν πολλά καινοτόμα προγράμματα. «Πάντα μου κάνουν την ίδια ερώτηση. Πού βρήκατε τα λεφτά; Μέσα από προγράμματα τους απαντάω. Και πού βρήκατε τα προγράμματα. Τα βρήκα τους απαντάω γιατί απλά ... υπάρχουν», δηλώνει στα ΠΑΡΑΠΟΛΙΤΙΚΑ ο κ. Τσουκαλάς, που αποκάλυψε το μυστικό της Ανάβρας. Υπογραμμίζει ότι ποτέ δεν μπλέχτηκαν με πολιτικά κόμματα και πολιτικά παιχνίδια, ούτε εξέφρασαν προσωπικές φιλοδοξίες, καθώς «στόχος ήταν να προσφέρουν στον τόπο και τους κατοίκους του», όπως λέει. Η Ανάβρα έγινε γνωστή και στην Ε.Ε. για δύο λόγους. Την ανάπτυξη που έχει καταφέρει τα τελευταία δέκα χρόνια και το δεύτερο πως “τρέχει” μεγάλα έργα που είναι φιλικά στο περιβάλλον, όπως αιολικό πάρκο και περιβαλλοντικό πάρκο.
Κι αν δεν ερχόταν το πρόγραμμα Καλλικράτης και η αναγκαστική συνένωση με το Δήμου Αλμυρού να περιορίσει την ανάπτυξή του, λόγω της γενικότερης κρίσης που υπάρχει στη χώρα, οι κάτοικοί του σήμερα θα είχαν εξασφαλίσει δωρεάν ρεύμα και θέρμανση. Θα ήταν το πρώτο αυτόνομο χωριό στην Ευρώπη, ίσως και στον κόσμο. Ο κ. Τσουκαλάς λέει ότι η οικονομική κρίση δεν πρέπει να γίνει δικαιολογία για να εγκαταλειφθεί ο τόπος και οι δυνατότητές του. «Είμαστε αισιόδοξοι ότι μπορούμε να τα πάμε και καλύτερα», αναφέρει.
Στους κάτοικους της Ανάβρας ποτέ δεν πέρασε στο νου η σκέψη να γίνουν οικονομικοί μετανάστες στις χώρες της Ευρώπης ή στην Αυστραλία. Ο Αποστόλης λ.χ. σπουδάζει στην Γεωπονική Σχολή Αθηνών, αλλά όταν τελειώσει τις σπουδές του, θα κάνει ό,τι και οι υπόλοιποι συνομήλικοι του. Θα ξεκινήσει την δική του επιχείρηση στην Ανάβρα. «Ούτε που το σκέφτομαι να πάω κάπου αλλού. Θα επιστρέψω στο χωριό μου, στο σπίτι μου. Εκεί θέλω να κάνω οικογένεια, άλλωστε στην Ανάβρα με περιμένει σίγουρη δουλειά, αλλά και ένα σίγουρο εισόδημα. Ποιος δεν θέλει να ζήσει σε έναν τόπο με 0% ανεργία, 0% κρίση, 0% εγκληματικότητα και 100% φύση;» δηλώνει στα ΠΑΡΑΠΟΛΙΤΙΚΑ.
Μπορούμε εμείς οι βολεψάκηδες να ενεργήσουμε όπως οι κάτοικοι της Ανάβρας; Βλέπουμε τα καλά της συνεργασίας των κατοίκων της. Θα θέλαμε να κατοικήσουμε σε ένα τέτοιο χωριό. Όμως μια παρόμοια συνοίκηση απαιτεί και κάποιες θυσίες. Πρέπει να προσφέρουμε. Η ζωή είναι δούναι και λαβείν. Για να πάρεις, είναι αναγκαίο να δώσεις. Συγκατοίκηση σε χωριό, σαν την Aνάβρα, σημαίνει εθελοντική εργασία. Το «εγώ» μας επιτρέπει τον εθελοντισμό; Ή, μήπως ενεργήσουμε σαν τον νέο της ιστορίας με τίτλο “Η βλογημένη πολιτεία” του Χαλίλ Γκιμπράν, που παραθέτουμε;
[[ Σαν ήμουν στον καιρό της νιότης μου, είχαν πει πως σε κάποια πολιτεία ζούσαν όλοι οι άνθρωποι, μ’ οδηγήτρες τους τις Γραφές. Και είπα: «Θ' αναζητήσω αυτή την πόλη, να χαρώ την ευλογία της».
Κι ήταν μακριά πολύ. Κι έκανα γερή κουμπάνια για το ταξίδι μου. Και μετά σαράντα μέρες ξεδιάκρινα την πόλη, και στις σαράντα μέρες και μία, σ’ αυτήν μπήκα. Και τι να δω! Το σύνολο από τους κατοίκους της πόλης, ήταν άτομα που δεν είχαν παρά μόνο ένα μάτι κι ένα χέρι. Κι εμβρόντητος μονολόγησα: «Μπορεί σε μία τόσο άγια πόλη οι άνθρωποι να μην έχουν παρά ένα μάτι κι ένα χέρι;».
Τότε πρόσεξα πως κι εκείνοι είχαν μείνει κατάπληχτοι, απορώντας πολύ, για τα δυο μου μάτια και τα δυο μου χέρια. Και καθώς αντάλλαζαν κουβέντες, μεταξύ τους, τους ρώτησα: «Είναι στ’ αλήθεια αυτή η Βλογημένη Πολιτεία, που καθένας ζει μ’ οδηγήτρες του τις Γραφές;».
Και μου απάντησαν: «Ναι, αυτή είναι».
«Και τι συμφορά σας βρήκε», είπα, «τι έγιναν τα δεξιά σας μάτια και τα δεξιά σας χέρια;».
Κι όλος ο λαός μπήκε σε κίνηση. Κι είπανε: «Έλα να δεις».
Και με πήγαν στον ναό, καταμεσής στη πόλη. Και μέσα στον ναό είδα: Έναν σωρό χέρια και μάτια. Σαν φύλλα μαδημένα. Και τότες είπα: «Αλίμονο! Ποιός κουρσευτής πρόσταξε, τέτοια σκληρότητα σε βάρος σας;».
Και, ψίθυρος υψώθηκε σαν κύμα ανάμεσό τους. Κι ένας από τους πρεσβύτερους βγήκε μπροστά από όλους κι είπε: «Είναι αυτοπραξία μας. Ο Θεός μας έκανε κουρσευτές πάνω από το κακό που έβοσκε μέσα μας».
Και μ’ οδήγησε μπρος σ’ έναν ψηλό βωμό, κι ολόκληρο το πλήθος ακολουθούσε. Και μου ‘δειξε πάνω στον βωμό μία επιγραφή, σκαλισμένη που έγραφε:
«Εἰ δὲ ὁ ὀφθαλμός σου ὁ δεξιὸς σκανδαλίζει σε, ἔξελε αὐτὸν καὶ βάλε ἀπὸ σοῦ· συμφέρει γάρ σοι ἵνα ἀπόληται ἓν τῶν
μελῶν σου καὶ μὴ ὅλον τὸ σῶμά σου βληθῇ εἰς γέενναν. Καὶ εἰ ἡ δεξιά σου χεὶρ σκανδαλίζει σε, ἔκκοψον αὐτὴν
καὶ βάλε ἀπὸ σοῦ· συμφέρει γάρ σοι ἵνα ἀπόληται ἓν τῶν μελῶν σου καὶ μὴ ὅλον τὸ σῶμά σου βληθῇ εἰς γέενναν».
Τότε μπήκα στο νόημα. Και στρεφόμενος στα πλήθη φώναξα: «Δεν υπάρχει ούτε ένας, άντρας ή γυναίκα, ανάμεσά σας που να έχει δύο μάτια ή δύο χέρια;».
Και μου απάντησαν λέγοντας: «Όχι, ούτε ένας. Δεν υπάρχει ούτε ένας, εκτός από τα παιδιά -τα πολύ μικρά ακόμα για να μπορούν να διαβάσουν τη Γραφή και να καταλάβουν τις εντολές της».
Και μόλις βγήκαμε από τον ναό, εγκατέλειψα αμέσως τη Βλογημένη Πολιτεία. Γιατί δεν ήμουν πολύ μικρός, και γιατί μπορούσα τη Γραφή να τη διαβάσω.]]
Ο νέος δεν μπορούσε να ακολουθήσει τους κανόνες της βλογημένης πολιτείας, γιατί το ηθικό του χρέος ήταν να αφαιρέσει από πάνω του οτιδήποτε που θα τον σκανδάλιζε. Κι αυτό απαιτούσε θυσίες! Να θυσιάσει ακόμη και μέρος του σώματός του! Έτσι και η συμμετοχή σε καινοτόμα προγράμματα, σε προγράμματα κοινής ωφέλειας, απαιτεί να θυσιάσουμε χρόνο, που θα τον αφαιρέσουμε από τα προσωπικά μας ενδιαφέροντα, από την οικογένειά μας, και πιθανόν από χρόνο μιας δεύτερης εργασίας που αποφέρει υλικά οφέλη στο σπίτι μας.
Μόνο με θυσίες, όπως ορίζει –πάντα μεταφορικά- ο Ιησούς στο παραπάνω εδάφιο από το κατά Ματθαίον ευαγγέλιο, μπορεί η πατρίδα μας να ανακάμψει. Διαφορετικά όλοι θα βληθούμε «εις γέεναν»- θα βρεθούμε στην κόλαση- ανεπιστεπτί. Ακόμη κι ένας “οικονομικός δολοφόνος”, ο Τζον Πέρκινς, μας προτρέπει: «Στηριχθείτε στην Ιστορία σας. Είστε περήφανοι, δυνατοί, μια χώρα πολεμιστών. Είστε η πατρίδα της Δημοκρατίας. Οι περισσότερες δημοκρατίες σήμερα είναι διεφθαρμένες με πρώτη αυτή των ΗΠΑ. Δεν λειτουργεί το δημοκρατικό σύστημα. Θα έλεγα στο ελληνικό λαό να σταθεί στα πόδια του, να μην δεχθεί την κριτική ότι φταίει για τα πάντα. Να μην δεχθεί τις πολιτικές που κάνουν τους πλούσιους πλουσιότερους και να πολεμήσουν γι’ αυτό. Να σεβαστείτε την ιστορία σας και να το δείξετε σε όλο τον κόσμο. .. Σταματήστε να πληρώνεται για τα χρέη που σας φόρτωσαν. Ξαναστήστε στα πόδια της τη μεσαία τάξη. Δημιουργήστε θέσεις εργασίας. Εξασφαλίστε έναν μέσο μισθό που εξασφαλίζει ένα επίπεδο ζωής. Μπορείτε να το καταφέρετε αν αγωνιστείτε. Δείξτε το δρόμο στον υπόλοιπο κόσμο».
Μπορούμε, συνέλληνες, να τα καταφέρουμε αν αφήσουμε στην άκρη τον ραγιαδισμό και την ιδιοτέλεια. Τον δρόμο μας τον έδειξε η παράξενη Ανάβρα με τους παράξενους- για τα δικά μας σταθμά και μέτρα- κατοίκους. Αυτό που απομένει είναι να πείσουμε τον εαυτό μας: Κι εμείς μπορούμε…

Δεν υπάρχουν σχόλια: