Πέμπτη 19 Φεβρουαρίου 2015

Ένα όνειρο μπορεί να μας αλλάξει τη ζωή…

[[ δαμ- ων ]]

Υπάρχουν κάποια όνειρα σημαδιακά, που μπορούν να μας αλλάξουν τη ζωή. Σπάνια τα βλέπουμε. Μα, κι αν τα βλέπουμε, πολύ πιο σπάνια τους δίνουμε σημασία. Ίσως γιατί δε μάθαμε να διαβάζουμε τα όνειρα. Δεν δίνουμε σημασία σ’ αυτά, οπότε δεν προχωράμε στην ερμηνεία τους. Να εξιχνιάσουμε τα μηνύματα, που πιθανόν να θέλουν να μας δώσουν. Αυτό συμβαίνει γιατί μας έμαθαν από τα παιδικά μας χρόνια να μη τους δίνουμε σημασία και πως αυτά είναι παιγνιδίσματα του πονηρού, που θέλει να μας πλανήσει. Κι ενώ μας δίδαξαν από τα θρανία κι από τον άμβωνα της εκκλησίας ότι ο Θεός με όνειρα μιλούσε στους εκλεκτούς Του, σ’ εμάς παρουσίασαν τα όνειρα σαν παγίδες. Ποιητικά θα τα ονομάζαμε ονειροπαγίδες! Άντε τώρα να ζητήσεις εξηγήσεις γιατί ο Αβραάμ και ο Ιακώβ ήσαν οι εκλεκτοί του Θεού, ενώ εμείς είμαστε τα παιδιά της απώλειας. Αυτές τις ερωτήσεις μόνο οι αμφισβητίες της θεοπνευστίας της εβραϊκής μυθολογίας- που μας την πλασάρισαν σαν ιερό βιβλίο- μπορούν να θέσουν, επειδή θόλωσε τη σκέψη τους ο σατανάς, θα απαντήσουν οι κέρβεροι της πίστης. Κι αν αντερωτήσεις πως είναι δυνατόν ο Αβραάμ, που εκπόρνευσε δύο φορές τη γυναίκα του, και ο Ιακώβ που εξαπάτησε πατέρα, αδελφό, γυναίκες και παλλακίδες, μαζί και πεθερό να είναι οι εκλεκτοί, θα πάρεις την απάντηση πως είναι αμαρτία να αμφισβητείς το θέλημα του Κυρίου, δηλαδή του Γιαχβέ.

Η συνέχεια >>> VagiaBlog…


Τα όνειρα πολλές φορές είναι μηνύματα του ανώτερου εαυτού προς τον κατώτερο εαυτό, που τα δίνει όταν δεν διαταράσσεται αυτός από τις θορυβώδεις εντυπώσεις της ημέρας. Τις εντυπώσεις που καταιγίζουν τις αισθήσεις. Μόνον που αυτά τα μηνύματα πολλές φορές δεν είναι σαφή, αλλά θέλουν αποκωδικοποίηση. Γι’ αυτό ο Άγγλος ανθρωπολόγος Gregory Bateson είπε: «Το όνειρο μοιάζει με ένα παλιό χειρόγραφο ή ένα γράμμα από το οποίο λείπει η αρχή και το τέλος και το οποίο καλείται κάποιος ειδικός να αποκωδικοποιήσει». Κι όταν αποκωδικοποιηθούν δίνουν μια τεράστια ώθηση στην ψυχή να προχωρήσει. Αφήνει η ψυχή τότε την αδράνεια και κινητοποιείται. Σπάνε τα δεσμά, που την καθήλωναν κι αποκτά ελευθερία να κινηθεί και να δράσει.

Για ένα παρόμοιο όνειρο μας μιλάει η ιστορία που έγραψε η Μύριαμ Κ. από τη Ρόδο με τίτλο “Τα δάκρυα των αγγέλων”:
[[ Κάποτε ήταν μια πολύ σκληρή γυναίκα, μέγαιρα την φώναζαν γιατί δεν αγαπούσε κανένα άνθρωπο. Μια μέρα έφτασε στην πόρτα της μέγαιρας ένα γεροντάκι. Ήταν ξυπόλυτος με.. ένα παντελόνι γεμάτο από τρύπες, μια και ήταν το μοναδικό που είχε. Στα χέρια του το γεροντάκι βαστούσε ένα μπουκάλι άδειο και έψαχνε να βρει νερό. Καθώς είδε το σπίτι της, σκέφτηκε να χτυπήσει την πόρτα και να ζητήσει νερό. Ήταν αποκαμωμένος και πεινασμένος, μα δεν θα ζητούσε φαγητό, λίγο νερό ήθελε, να ξεδιψάσει και να ξεγελάσει την πείνα του. Φτάνει λοιπόν στο σπίτι της μέγαιρας και χτυπάει διακριτικά την πόρτα. - -- Ποιος τολμά να χτυπήσει την πόρτα μου; ακούστηκε μια αγριεμένη φωνή. --- - Εγώ, είμαι ένας περαστικός που διψάει και θέλει λίγο νερό.
Εκείνη την στιγμή ανοίγει η πόρτα και προβάλει ένα κακάσχημο τριχωτό, που έμοιαζε με γυναίκα.
- Δεν έχω νερό τράβα στην δουλειά σου του είπε και χτύπησε με δύναμη την πόρτα, στα μούτρα του γέρου.
Ο γεράκος κάθισε στο κατώφλι ανήμπορος να προχωρήσει.
Ξαφνικά μια δυνατή βροχή ξεσπάει και κάνει μούσκεμα το γεροντάκι. Αυτός χάρηκε πολύ όμως και προσπαθούσε με την παλάμη του να κρατήσει λίγο νερό για να πιεί. Όλη την νύχτα παιδευόταν να μαζέψει νερό μα δεν τα κατάφερε. Το πρωινό όταν άνοιξε η μέγαιρα την πόρτα, τον είδε κοκαλιασμένο και μελανό από το κρύο. Ο θυμός της ήταν μεγάλος που το γεροντάκι τόλμησε να μείνει στην πόρτα της όλη νύχτα, δεν σκέφτηκε ούτε για μια στιγμή πως χάθηκε μια ζωή εξαιτίας της. Φώναξε κάποιον μισοπάλαβο από το χωριό, γιατί μόνο αυτός της μιλούσε και την ανεχόταν, μια που είχε τα λογικά του σαλεμένα.
- Πάρτον γρήγορα από εδώ και θάψε τον σε καμιά γωνιά στο δάσος, του είπε με επιτακτική φωνή, σαν να έφταιγε ο τρελός ο καημένος.
Εκείνος καθώς η λογική του ήταν μηδαμινή, την υπάκουσε και έθαψε τον γέρο.
Το ίδιο βράδυ άνοιξαν οι ουρανοί, έβρεχε καταρρακτωδώς. Το σπίτι της μέγαιρας άρχισε να μπάζει από παντού νερό και αυτή πάνω που πήγε να την πάρει ο ύπνος, σηκώθηκε και άρχισε να μουρμουράει και να τα βάζει με τον Θεό. Όταν το νερό έφτασε μέχρι τα πόδια της άρχισε να φωνάζει για να την βοηθήσουν. Όμως από την κακία της που δεν ήθελε να βλέπει κανέναν άνθρωπο, είχε φτιάξει το σπίτι της μακριά από το χωριό. Μα και πάλι αν την άκουγαν, δεν θα πήγαινε κανείς να την βοηθήσει. Επειδή ήταν κακιά και δεν τους έλεγε ποτέ καλημέρα, μα και γιατί όλοι έμαθαν για την κατάληξη του γεράκου από το πρωί εξαιτίας της. Βλέπετε η παροιμία από τρελό και από παιδί μαθαίνεις την αλήθεια, επικράτησε και τώρα. Ο τρελός όλο το πρωί γύριζε παντού και έλεγε την ιστορία με τον γέρο που έθαψε.
Η βροχή δεν έλεγε να σταματήσει και η στάθμη του νερού όλο ανέβαινε. Όταν έφτασε μέχρι τα μάτια της, άρχισε να χάνει τις αισθήσεις της. Δυο μικρά χεράκια τότε, άρχισαν να τραβάνε την μέγαιρα από το νερό. Εκείνη δεν ήξερε αν ήταν όνειρο ή πραγματικότητα. Όταν την έβγαλαν από το νερό άρχιζαν να την σηκώνουν ψηλά, πολύ ψηλά, μέχρι που έφτασαν στον ουρανό. Η μέγαιρα είχε μείνει άγαλμα, δεν μπορούσε ούτε να μιλήσει. Την άφησαν πάνω σε ένα σύννεφο μουντό και μαύρο.
Και τότε της είπαν, κοίταξε από ψηλά και θα δεις όλο τον κόσμο. Να δες εκεί, ένα παιδάκι κλαίει γιατί δεν έχει η μαμά του να του αγοράσει παιχνίδια. Η γυναίκα παρακολουθούσε με προσοχή, πράγματι μπορούσε να δει τα πάντα από εκεί ψηλά. Ξαφνικά βλέπει τον αδελφό της να ζητιανεύει σε μια μεγάλη πόλη. Γούρλωσε τα μάτια της και είπε, ζει ο αδελφός μου; τον είχα για πεθαμένο.
- Μήπως φρόντισες ποτέ να ρωτήσεις τι απέγινε; είπε ένα αγγελάκι.
Το σύννεφο που την κρατούσε πάνω του, κινήθηκε και πήγε σε μια άλλη χώρα, όπου γινόταν πόλεμος. Παντού πτώματα, παιδιά, γυναίκες, γέροι, όλοι έτρεχαν μέσα σε ένα σύννεφο καπνού κλαίγοντας και ψάχνοντας μέρος να κρυφτούν. Η μέγαιρα, πρόσεξε πως τα αγγελάκια, κάθε φορά που έβλεπαν ένα άσχημο γεγονός, έβαζαν τα κλάματα και τα δάκρυα τους, γινόταν βροχή και έπεφταν στην γη. Μετά το συννεφάκι κατέβηκε πιο χαμηλά, στην πόλη που γινόταν ο πόλεμος. Σε ένα σπιτάκι φτωχικό, ζούσε μια οικογένεια. Η μαμά και τα τέσσερα παιδιά της, ο άντρας της ήταν στον πόλεμο και πολεμούσε για την πατρίδα του. Καθώς παρακολουθούσε την οικογένεια, βλέπει μια ομάδα στρατιωτών, να μπαίνει και να τουφεκίζει την γυναίκα, μαζί με τα παιδιά της. Τον άντρα της οικογένειας, μετά από λίγες μέρες τον έπιασαν αιχμάλωτο, μαζί με άλλους στρατιώτες. Ο νέος άντρας κατάφερε να το σκάσει και να ξαναπάει στο μέτωπο. Όταν όμως πληροφορήθηκε το τραγικό τέλος της οικογένειας του, ορκίστηκε να πολεμήσει αυτούς τους εχθρούς της πατρίδας και δολοφόνους των δικών ανθρώπων.
Ήταν σπουδαίος πολεμιστής και έκανε πολλά κατορθώματα εις βάρος των εχθρών. Η πολιτεία όταν τέλειωσε ο πόλεμος του έδωσε ένα παράσημο για την ανδρεία του και αυτό ήταν όλο. Μετά τον πέταξε στον δρόμο αφού είχε κάνει την δουλειά της. Ο άντρας φανερά γερασμένος και κουρασμένος από τα βάσανα, τριγυρνούσε στους δρόμους. Πολλές φορές, του έδιναν κάποιοι άνθρωποι, λίγο φαγητό και κάτι κέρματα, για να αγοράσει λίγο ψωμί. Το σύννεφο χαμήλωσε τώρα αρκετά και η μέγαιρα είδε καθαρά ότι αυτός ο γενναίος γεράκος ήταν αυτός που του έκλεισε την πόρτα κατάμουτρα. Τότε για πρώτη φορά στην ζωή της, η καρδιά της μαλάκωσε και ένα δάκρυ κύλησε στο πρόσωπο της. Μα τι κακούργα που είμαι; μονολογούσε φωναχτά, λίγο νεράκι μου ζήτησε ο καημένος και εγώ του αρνήθηκα. Οι τύψεις που μέχρι τώρα της ήταν άγνωστη λέξη, άρχισαν να την βασανίζουν. Πως το έκανα εγώ αυτό; γιατί τόση απονιά μέσα μου να υπάρχει; πως έγινε η καρδιά μου σκληρή σαν πέτρα; σκεφτόταν και άρχισε να κλαίει δυνατά τώρα. Τα αγγελάκια της λένε, κοίτα, τα δάκρυα σου ποτίζουν την γη, κυλάνε μέσα σε ρυάκια και γίνονται ένα με την θάλασσα. Τα δάκρυα από μετάνοια, είναι η καλύτερη βροχή στην γη, όλα επωφελούνται από αυτήν. Κλάψε, κλάψε να την ποτίσεις, για να μην υπάρχει ξηρασία. Γιατί η ξηρασία στην γη, προέρχεται από την απονιά του κόσμου.
Η μέγαιρα δεν άκουγε άλλο πια τι της έλεγαν, παρά μόνο έκλαιγε συνέχεια. Κάποια στιγμή άστραψε και βρόντησε τόσο δυνατά, που πετάχτηκε από το κρεβάτι της.
- Μα που είμαι; πως βρέθηκα εδώ; όνειρο ήταν είπε ανακουφισμένη και σηκώθηκε. Η βροχή όμως δυνάμωνε, έβρεχε στα αλήθεια. Τότε θυμήθηκε τον γεράκο και έτρεξε στην πόρτα, τον βρήκε εκεί κουλουριασμένο, να προσπαθεί να προφυλαχτεί από την βροχή. Και τότε έγινε το ανέλπιστο, άνοιξε διάπλατα την πόρτα και τον φώναξε να μπει μέσα. Πέταξε ένα κούτσουρο στο τζάκι που κόντευε να σβήσει και πήγε στην κουζίνα. Γύρισε σε λίγα λεπτά, κρατώντας ένα δίσκο με φαγητά και μπόλικο νερό. Μετά πήγε στην ντουλάπα, την άνοιξε και έβγαλε κάτι παλιά ρούχα, μα σε καλή κατάσταση.
- Πήγαινε να αλλάξεις να μην κρυώσεις, του είπε και έλα να φας. Τα ρούχα είναι του αδελφού μου που χάθηκε πριν πολλά χρόνια.
Ο γεράκος υπάκουσε σαστισμένος, γιατί δεν μπορούσε να καταλάβει την αλλαγή αυτή της μέγαιρας, όμως έκανε ότι του είπε. Το πρωί σηκώθηκε να φύγει και η μέγαιρα του έδωσε μια τσάντα με ρούχα και τρόφιμα και του είπε, ότι χρειαστείς έλα σε μένα να σου το δώσω. Ο γεράκος με δακρυσμένα τα μάτια την ευχαρίστησε και τράβηξε τον δρόμο του.
… Τελικά ίσως υπάρχουν οι άγγελοι εκεί ψηλά, που προσπαθούν να μας βοηθήσουν να γίνουμε σωστοί άνθρωποι. Για αυτό αν βλέπετε βροχή, να ξέρετε ότι κάτι βλέπουν και είναι στεναχωρημένοι ή κάποιος άνθρωπος μετανόησε και έρχεται σε εμάς η ευλογημένη βροχή για να ποτίσει την γη και να μας δώσει καρπούς και ζωή.]]
Η συγγραφέας της παραπάνω ιστορίας αναρωτιέται για την ύπαρξη εκεί ψηλά αγγέλων που προσπαθούν να μας βοηθήσουν να γίνουμε σωστοί άνθρωποι. Ίσως δεν ξέρει πως οι άγγελοι αυτοί υπάρχουν και μάλιστα πως είναι δίπλα μας. Ο ένας είναι ο φύλακας άγγελός μας και ο άλλος ο ηλιακός μας άγγελος, ή αλλιώς ο ανώτερος εαυτός μας. Ο πρώτος είναι επιφορτισμένος να μας φυλάει από κάθε κακοτοπιά και να μας συμβουλεύει να κάνουμε το σωστό. Πολλές φορές μας οδηγεί τα βήματα ή τα χέρια, όταν βρισκόμαστε σε κίνδυνο για να τον αποφύγουμε. Ο δεύτερος μας εμπνέει και καθοδηγεί τα πνευματικά μας βήματα. Φωτίζει το νου μας στα διλλήματα, μας βοηθάει να πάρουμε το δρόμο της αρετής, στρέφοντας τα νώτα στο δρόμο της κακίας. Κι αν ο εγωισμός μας θολώσει το μυαλό και πάμε κόντρα στους ηθικούς νόμους, τότε μένει σιωπηλός. Η λύση ενός δύσκολου προβλήματος μπορεί να μας δοθεί μέσα από ένα όνειρο. Αρκεί να το θέλουμε πολύ. Σε κάθε αίτησή μας και σε κάθε κάλεσμα ανταποκρίνεται. Είναι ο “διδούς” στο «αιτείται και δοθήσεται». Υπάρχει και ένας τρίτος άγγελος, ο καταγραφέας άγγελος, που καταγράφει τις καλές και τις κακές μας πράξεις.
Ο Αργεντίνος συγγραφέας Χόρχε Λουίς Μπόρχες είπε: «Η ζωή είναι ένα όνειρο που βλέπει ο Θεός.» Κι αν το όνειρο του Θεού είναι η ζωή, πώς είναι δυνατό τα όνειρα να είναι οι παγίδες του σατανά, που λένε οι φανατικοί θρησκευόμενοι; Στο ευαγγέλιο του Ματθαίου αναφέρονται πολλά θεϊκά σημάδια, τα οποία δόθηκαν διαμέσου ονείρων. Όταν ο Ιωσήφ ήθελε να διώξει την Μαρία, την μνηστή του, που μετά τον Ευαγγελισμό είχε μείνει έγκυος, έχοντας συλλάβει διαμέσου του Αγ. Πνεύματος τον Ιησού, με όνειρο μίλησε ο άγγελος σ’ αυτόν για να του υποδείξει να μη προβεί σ’ αυτή την πράξη: «Ταῦτα δὲ αὐτοῦ ἐνθυμηθέντος ἰδοὺ ἄγγελος Κυρίου κατ᾿ ὄναρ ἐφάνη αὐτῷ λέγων· Ἰωσὴφ υἱὸς Δαυΐδ, μὴ φοβηθῇς παραλαβεῖν Μαριὰμ τὴν γυναῖκά σου· τὸ γὰρ ἐν αὐτῇ γεννηθὲν ἐκ Πνεύματός ἐστιν Ἁγίου.» (Ματθαίος, α΄, 20) Κι αφού γεννήθηκε ο Ιησούς, οι μάγοι πήγαν να Τον προσκυνήσουν. Πέρασαν από τον Ηρώδη, τον βασιλιά, να ρωτήσουν για τον τόπο της γέννησης. Αυτός τους προέτρεψε, αφού τον προσκυνήσουν, στην επιστροφή να του πουν που βρίσκεται, με σκοπό να τον φονεύσει. Με όνειρο ειδοποιήθηκαν οι μάγοι να αλλάξουν δρόμο, για να μην ειπούν στο βασιλιά, τον τόπο που βρισκόταν το νήπιο Χριστός: «καὶ χρηματισθέντες κατ᾿ ὄναρ μὴ ἀνακάμψαι πρὸς Ἡρῴδην, δι᾿ ἄλλης ὁδοῦ ἀνεχώρησαν εἰς τὴν χώραν αὐτῶν.» (Ματθαίος, β΄, 12) Τότε ο Ηρώδης αποφάσισε να φονεύσει όλα τα νεογέννητα. Με όνειρο ο Ιωσήφ πήρε το μήνυμα, αφού παραλάβει την Μαρία και το βρέφος χριστό να αναχωρήσουν για την Αίγυπτο: Ἀναχωρησάντων δὲ αὐτῶν ἰδοὺ ἄγγελος Κυρίου φαίνεται κατ᾿ ὄναρ τῷ Ἰωσὴφ λέγων· ἐγερθεὶς παράλαβε τὸ παιδίον καὶ τὴν μητέρα αὐτοῦ καὶ φεῦγε εἰς Αἴγυπτον, καὶ ἴσθι ἐκεῖ ἕως ἂν εἴπω σοι· μέλλει γὰρ Ἡρῴδης ζητεῖν τὸ παιδίον τοῦ ἀπολέσαι αὐτό.» (Ματθαίος, β΄, 13) Κι αφού πέρασε αρκετός χρόνος και πέθανε ο Ηρώδης, αφού πλέον δεν υπήρχε κίνδυνος για τη ζωή του μικρού Ιησού, πάλι με όνειρο ο Ιωσήφ πήρε την εντολή να επιστρέψουν στην πατρίδα τους: Τελευτήσαντος δὲ τοῦ Ἡρῴδου ἰδοὺ ἄγγελος Κυρίου κατ᾿ ὄναρ φαίνεται τῷ Ἰωσὴφ ἐν Αἰγύπτῳ λέγων· ἐγερθεὶς παράλαβε τὸ παιδίον καὶ τὴν μητέρα αὐτοῦ καὶ πορεύου εἰς γῆν Ἰσραήλ· τεθνήκασι γὰρ οἱ ζητοῦντες τὴν ψυχὴν τοῦ παιδίου.» (Ματθαίος, β΄, 19-20)
Χιλιάδες είναι οι αναφορές σε όνειρα, με τα οποία δόθηκαν υποδείξεις σε ανθρώπους από τον θείο κόσμο. Οι υποδείξεις δεν ήσαν μόνο προς αγίους, αλλά και προς απλά άτομα. Γιατί το πνεύμα Θεού δεν ενοικεί μόνο στους αγίους, αλλά στο καθένα μας. Ο Απόστολος των Εθνών μας ρωτάει: «Οὐκ οἴδατε ὅτι ναὸς τοῦ Θεοῦ ἐστέ, καὶ τὸ Πνεῦμα τοῦ Θεοῦ οἰκεῖ ἐν ὑμῖν;» (Απ. Παύλος, Α´ επιστολή προς Κορινθίους, γ´, 16-17), και συνεχίζει στην επόμενη επιστολή του: «ὑμεῖς γὰρ ναὸς Θεοῦ ἐστε ζῶντος, καθὼς εἶπεν ὁ Θεὸς ὅτι ἐνοικήσω ἐν αὐτοῖς καὶ ἐμπεριπατήσω, καὶ ἔσομαι αὐτῶν Θεός, καὶ αὐτοὶ ἔσονταί μοι λαός.» (Απ. Παύλος, Β΄ επιστολή προς Κορινθίους, στ΄, 16)
Ο κάθε άνθρωπος έχει τον ηλιακό άγγελο, που του μιλάει μέσα από τα όνειρα. Σπάνια ο άνθρωπος ακούει τον άγγελό του. Πολύ πιο σπάνια καταλαβαίνει τα μηνύματα, τις υποδείξεις, τις παροτρύνσεις. Γιατί δεν του υπέδειξαν να εισέρχεται στην κατάσταση σιγής, όπου τα παράσιτα του αισθητού κόσμου δεν δημιουργούν θορύβους. Στην σιγή ακούει τον γλυκό εσωτερικό- θα τον χαρακτηρίζαμε ερωτικό- ψίθυρο του ηλιακού αγγέλου. Επειδή αυτή η επικοινωνία είναι σπάνια, ο άγγελος ενεργοποιεί τον εγκέφαλο και μας μιλάει με όνειρα. Όνειρα, που σε πολλούς άλλαξαν τη ζωή, όπως στην μέγαιρα της ιστορίας μας.
Οι αρχαίοι Έλληνες το όνειρο το έλεγαν όναρ (το). Χρησιμοποιείται και η λέξη ο όνειρος. Για τον αρχαιοελληνικό τύπο όναρ, υπάρχει η εκδοχή να είναι σύνθετη λέξη: όναρ= ον (ύπαρξη)+ αρά (ευχή, προσευχή), οπότε το όνειρο έχει πνευματική διάσταση. Συναντήσαμε στην ετυμολογία της λέξης όνειρο και την εξής εκδοχή: όνειρο= ον (ύπαρξη)+ είρω (συνάπτω, συνδέω, συναρμολογώ). Έτσι το όνειρο συνδέεται με τα όντα, τις υπάρξεις. Μεταφυσικά με το όνειρο έρχεται σε επαφή το ανώτερο, ο ανώτερος εαυτός, με το κατώτερο μέρος του εαυτού μας, την προσωπικότητα. Είρω επίσης σημαίνει και λέγω, ομιλώ, αφηγούμαι, οπότε το όνειρο γίνεται αντικείμενο αφήγησης, γιατί αφηγούμεθα αυτό που είδαμε στον ύπνο μας. Μεταφυσικά με το όνειρο ο ανώτερος εαυτός μιλάει στον κατώτερο εαυτό.
Η εγκυκλοπαίδεια μας λέει πως το όνειρο είναι η ψευδαισθησιακή εμπειρία που εμφανίζεται κατά τη διάρκεια του ύπνου. Στον αρχαίο κόσμο επικρατούσε η αντίληψη πως τα όνειρα στέλνονται από τους θεούς και θεωρούνταν σαν μέσον για την πρόβλεψη του μέλλοντος και για την επινόηση θεραπευτικών μεθόδων για τις ασθένειες. Οι πρόγονοί μας γενικά πίστευαν στην προφητική δύναμη των ονείρων, ενώ ο Αριστοτέλης πραγματευόταν με πιο επιστημονικό τρόπο τα όνειρα, υπογραμμίζοντας τον ρόλο των αισθητηριακών αντιλήψεων και των συγκινήσεων. Στην αρχαία Ελλάδα χρησιμοποιούσαν την ονειρομαντεία.
Ας δούμε στη συνέχεια το θέμα των ονείρων επιστημονικά. Η επιστήμη της Ψυχολογίας δίνει τον εξής ορισμό για τα όνειρα: «Όνειρο είναι η έκφραση του υποσυνείδητου που μας φέρνει κατά τη διάρκεια του ύπνου αντιμέτωπους με πρόσωπα, καταστάσεις, επιθυμίες, χαρακτήρες που καταπιέζουμε στην καθημερινότητά μας. Θεωρείται ως διαδικασία ψυχολογικής αυτοθεραπείας του εγκεφάλου μας. Ο εγκέφαλός μας κωδικοποιεί και αποθηκεύει πληροφορίες στη μνήμη του. Οι πληροφορίες αυτές όταν το σώμα κοιμάται δημιουργούν μία εικονική κίνηση (σαν μικρή ταινία-εναλλαγή εικόνων) τις οποίες επεξεργάζεται».
Ο ύπνος μας περιλαμβάνει 2 βασικά στάδια. Μόλις κοιμόμαστε μπαίνουμε στη φάση των «βραδέων κυμάτων» (NREM: Non Rapid Eye Movement), που αποτελεί ουσιαστικά τον βαθύ ύπνο. Ο ύπνος NREM διακόπτεται από τη φάση REM (Rapid Eye Movement), όπου έχουμε ταχείες οφθαλμικές κινήσεις (ενώ τα μάτια μας είναι κλειστά) και είναι το χρονικό διάστημα όπου ονειρευόμαστε. Οι δύο αυτές φάσεις εναλλάσσονται μεταξύ τους και κατά τη διάρκεια μιας νύχτας έχουμε συνήθως 4-6 τέτοιους κύκλους εναλλαγής της φάσης NREM και REM.
Κάθε φορά που κλείνουμε τα μάτια μας για να κοιμηθούμε το σώμα χαλαρώνει και μπαίνει σε διαδικασία ανασυγκρότησης και ξεκούρασης. Ο εγκέφαλος συνηγορεί σ’ αυτό εκκρίνοντας όλες εκείνες τις ουσίες που είναι απαραίτητες. Στη φάση REM το υποσυνείδητο »ανακυκλώνει» εντυπώσεις και σκέψεις της μέρας που κρίθηκαν καταρχήν ως μη σημαντικά ή είναι ιδιαίτερα φορτισμένα συγκινησιακά προκειμένου να αποδεσμεύσει χώρο για την επόμενη μέρα. Έτσι λοιπόν εμφανίζονται τα όνειρα καθώς η ψυχή απελευθερώνεται από το φυσικό σώμα και κάνει ένα ταξίδι στο κατώτερο αστρικό πεδίο προκειμένου το σώμα να αναδομηθεί. Εκεί ο χρόνος παύει να είναι γραμμικός και όλα τα πιθανά μελλοντικά γεγονότα συνυπάρχουν. Η ψυχή αντλεί από εκεί εντυπώσεις και κάποιες απ’ αυτές μεταφέρονται κατά την επιστροφή στο φυσικό σώμα.
Σύμφωνα με δυο Βρετανούς ερευνητές, το νομπελίστα φυσικό Francis Crick και το νευροχημικό Graeme Mitchison, η διαδικασία που συμβαίνει κατά τον ύπνο REM είναι "αντίστροφη μάθηση". Σε αυτήν τη φάση ύπνου ο εγκέφαλος προσπαθεί να ξεφορτωθεί υπερβολικό αριθμό αναμνήσεων ή "παρασιτικούς" τρόπους συμπεριφοράς, δηλαδή κάνει το αντίθετο από την απόκτηση νέων πληροφοριών που γίνεται στη διαδικασία της μάθησης. Στόχος του εγκεφάλου; Να μη μαζεύει άχρηστες πληροφορίες! Σύμφωνα πάλι με το διάσημο νευροβιολόγο Μισέλ Ζουβέ, τα όνειρα βοηθούν τον εγκέφαλο να "στρώσει" ορισμένα ένστικτα πριν τα χρησιμοποιήσει στη πραγματική ζωή. Άλλοι πάλι επιστήμονες πιστεύουν ότι κατά τη διάρκεια του ύπνου ο εγκέφαλος "προβάρει" πρώτα ορισμένα πράγματα (ένστικτα και καταστάσεις) πριν τα εφαρμόσει στην καθημερινή ζωή.
Ωστόσο κάποιοι ερευνητές φτάνουν στο σημείο να υποστηρίξουν ότι κάθε όνειρο αποσκοπεί σε κάτι συγκεκριμένο: αρχειοθέτηση στοιχείων, απαλοιφή ή ανασύνθεση πληροφοριών, και ότι ο εγκέφαλος δημιουργεί την κατάλληλη γι’ αυτό το σκοπό ιστορία, επιλέγοντας από τη μνήμη τα πιο ταιριαστά στοιχεία . Άλλωστε εάν η εξέλιξη «προώθησε» τα όνειρα το έκανε γιατί είχαν κάποια χρησιμότητα που ίσως εμείς αγνοούμε. Για τους ψυχολόγους ή τους ψυχαναλυτές, τα όνειρα έχουν συχνά κρίσιμο νόημα. Εξάλλου, σε ορισμένα μεταβατικά στάδια της ζωής υπάρχουν κάποια τυπικά όνειρα που αποσκοπούν στο να βοηθήσουν το άτομο να προχωρήσει συναισθηματικά και ψυχικά
Φυσικά, τα όνειρα είναι άμεσα συνδεδεμένα με τον πασίγνωστο ψυχαναλυτή Σίγκμουντ Φρόιντ και την κλασική φροϊδική ερμηνεία, την οποία αναλύει στο βιβλίο του «Η ερμηνεία των ονείρων». Σύμφωνα με αυτήν, όσο βρισκόμαστε σε κατάσταση εγρήγορσης το Συνειδητό μας δεν μας αφήνει να αντλήσουμε πληροφορίες από το Ασυνείδητο, όπου βρίσκονται όλα όσα έχουμε κατατάξει ως απαγορευμένες πληροφορίες ή συγκινήσεις. Κατά τη διάρκεια του ύπνου, λοιπόν, που δεν υπάρχει λογοκρισία, αναδύονται όλες οι ασυνείδητες επιθυμίες, οι φόβοι και οι επιδιώξεις μας. Με άλλα λόγια, αυτό που δεν τολμάμε να εκφράσουμε συνειδητά, έρχεται στα όνειρά μας, συνήθως καλυμμένο πίσω από κάποια άλλη πληροφορία, την οποία καλούμαστε να αποκωδικοποιήσουμε αν θέλουμε να πλησιάσουμε το Ασυνείδητό μας.
Μπορεί να βιώσουμε ένα «μεγάλο όνειρο» γεμάτο σύμβολα, που η σημασία τους να είναι ξεκάθαρη και ικανή να μας αλλάξει τη ζωή. Υπάρχει πάντα η πιθανότητα να μην αναγνωρίσουμε ή να μην κατανοήσουμε το μήνυμα του ονείρου. Είναι σημαντικό να καταγράφουμε όσες περισσότερες εικόνες μπορούμε από τα όνειρά μας, να τις επεξεργαζόμαστε, να αναλογιζόμαστε τί σημαίνουν, να τις συγκρίνουμε μεταξύ τους, βρίσκοντας τα κοινά τους στοιχεία. Είναι κεφάλαια της «θεραπευτικής μας Οδύσσειας». Μπορούμε να αντιμετωπίζουμε τα όνειρά μας σαν πύλες μεταξύ της καθημερινής πραγματικότητας και ενός άλλου κόσμου, στον οποίο η ψυχή ταξιδεύει ή «ζει πραγματικά» όσο εμείς κοιμόμαστε. Έτσι, ας δεχτούμε τη σοφία και την καθοδήγηση που προσφέρουν. Η κάθαρση και τα θεραπευτικά όνειρα είναι δυο από τις απαραίτητες εμπειρίες που χρειαζόμαστε όλοι εμείς οι σύγχρονοι άνθρωποι, για να μπορέσουμε να επουλώσουμε τις ηθικές και πνευματικές πληγές που ταλανίζουν την ύπαρξή μας και το σύγχρονο πολιτισμό.
Κλείνουμε τ’ αυτιά σε όσους μας λένε πως τα όνειρα τα στέλνει ο “πονηρός”. Ακόμη και οι επιστήμονες δέχονται πως «κάποια όνειρα αποσκοπούν στο να βοηθήσουν το άτομο να προχωρήσει συναισθηματικά και ψυχικά». Σ’ αυτά τα όνειρα στεκόμαστε. Δεν τα προσπερνάμε. Δεν υποστηρίζουμε να δίνουμε σημασία σε όλα. Έχουμε, όμως, μέσα μας ένα θείο δώρο, ένα ανώτερο κριτήριο που μας βοηθάει- όταν το καλλιεργήσουμε- για να διακρίνουμε τα σημαντικά από τα ασήμαντα όνειρα. Στα σημαντικά δίνουμε χώρο. Τα κατεργαζόμαστε. Προσπαθούμε να βρούμε το κρυφό μήνυμα, αν αυτό δεν μας είναι φανερό. Μα προπάντων, δεν τα φοβόμαστε. Κλείνουμε τ’ αυτιά σαν τους συντρόφους του Οδυσσέα στις Σειρήνες της φοβικής πίστης. Στους “ποιμένες” και τους “οδηγούς”- πνευματικούς, που δεν μπόρεσαν να διώξουν τους δικούς τους φόβους, αλλά τους πολλαπλασιάσουν σ’ εμάς, λέμε ότι δεν μας φοβίζουν οι λύκοι, για να κλειστούμε φοβισμένοι στην ποίμνη. Δεν μας ταιριάζει το ποίημα με τίτλο “Οι ποιμένες”, το οποίο διαβάσαμε στο blog “Εσωτερικά μονοπάτια”:
«Αυτοανακηρυχθήκατε “ποιμένες” κι “οδηγοί”.
Με βοσκοράβδι ξύλινο χτυπώντας μας,
μια με σχοινιά σφιχτοπλεγμένα μας τραβάτε
και μια μας σπρώχνετε μπροστά
με τις βουκέντρες.
Κοπάδι εμείς φιλήσυχο,
αμνοί και βόδια,
οδοιπορούμε μουγκανίζοντας
πάντα με μάτια υπάκουα
γεμάτα ευγνωμοσύνη
εμπιστοσύνη
πίστη τυφλή έχοντάς σας
σε νέα βοσκοτόπια μακρινά για να μας πάτε.
Λύκους στο δρόμο δε θα συναντήσουμε
κανείς δε θα μας βλάψει
του ταξιδιού τις απειλές τις εξαλείψατε
και μόνο απαιτείτε
υποταγή
και σύνεση
και πειθαρχία.

Μπορείτε πλέον να καυχιέστε
να επαίρεστε.
Γερά πολύ μας έχετε δεμένους
απ’ της ανάγκης τον χαλκά
με τα λουριά της πείνας.
Του τρόμου μας αφέντες και προστάτες μας,
ευχαριστούμε…»
Δεν μας φοβίζει ο λύκος, όπως αναφέραμε παραπάνω, γιατί λύκος σημαίνει φως και γνώση. Το όνομά του προέρχεται από τη λέξη “λύκη” που σημαίνει φως. Ο Θεός του φωτός, ο Απόλλωνας, αποκαλείται και «Λύκειος», με σύμβολο το λύκο. Εδώ ας θυμηθούμε το Λύκειο του Αριστοτέλη, καθώς και την ανώτερη βαθμίδα της δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης. Μέσα στην ποίμνη δεν θα γνωρίσουμε τη γνώση. Η γνώση- λύκος βρίσκεται έξω από την ποίμνη, όπου δεν υπάρχουν ποιμένες και βοσκοράβδια! Τη γνώση των ονείρων μας αποστερούν, γεμίζοντάς μας φόβο, οι ποιμένες…
Μας φοβίζουν γιατί «το πρόβλημα με τα όνειρα είναι ότι δεν υπόκεινται εύκολα σε έλεγχο», όπως έλεγε ο μυστικοσύμβουλος του βασιλιά στο θαυμάσιο παραμύθι του Ευγ. Τριβιζά με τίτλο “τα μαγικά μαξιλάρια”. Και οι ποιμένες θέλουν να ελέγχουν τα πάντα! Ακόμη και την ψυχή μας! Γι’ αυτό απαιτούν υπακοή. Πόσοι όμως είναι εμπνευσμένοι και φωτισμένοι πνευματικοί; Και στο όνομα αυτής της παρεξηγημένης υπακοής πόσες ψυχές χάθηκαν;
Παραθέτουμε ένα απόσπασμα από το παραμύθι του Ευγ. Τριβιζά:
[[Μια φορά κι έναν καιρό, σε μια μακρινή χώρα που την έλεγαν Ουρανούπολη, βασίλευε ένας μισητός άρχοντας, ο Αρπατίλαος ο πρώτος. Ο άρχοντας αυτός είχε δώδεκα κορόνες. Κάθε μήνα, δηλαδή, άλλαζε κορόνα. Είχε επίσης ένα χρυσό τηλεσκόπιο και ένα φτερό από κοράκι. Πρώτα θα σας πω τι έκανε με το φτερό από κοράκι και μετά θα σας πω τι έκανε με το τηλεσκόπιο: Με το φτερό έγραφε νόμους. Όχι όμως συνηθισμένους νόμους. Νόμους απαίσιους και φοβερούς.
Για να σας δώσω ένα παράδειγμα, ήθελε οι υπήκοοί του να δουλεύουν ασταμάτητα στα ορυχεία και να βγάζουνε χρυσό και πολύτιμα πετράδια, για να στολίζει τις δώδεκα βασιλικές κορόνες του. Γι’ αυτό είχε βγάλει ένα νόμο που καταργούσε τις Απόκριες, τα διαλείμματα των σχολείων, τα πάρτι των γενεθλίων και τις Κυριακές. Σύμφωνα με το νόμο αυτό, οι Κυριακές άλλαζαν όνομα: Βαφτίζονταν «Προδευτέρες» και δεν ξεχώριζαν στο παραμικρό απ’ τις κανονικές Δευτέρες.
Ένας άλλος νόμος πάλι όριζε ότι όλα τα λούνα παρκ και οι παιδικές χαρές έπρεπε να κλείσουν και στη θέση τους να στηθούν πέτρινες φυλακές. Τις φυλακές τις είχε ανάγκη ο Αρπατίλαος, για να κλείσει όσους παραβίαζαν τον προηγούμενο νόμο και τολμούσαν να σβήσουν κεράκια γενεθλίων ή να ντυθούν πιερότοι ή μπαλαρίνες τις Απόκριες ή να μην πάνε σχολείο την Προδευτέρα.
Και επειδή οι φυλακές χρειάζονταν λουκέτα και συρματοπλέγματα, είχε βγάλει έναν άλλο νόμο, που όριζε ότι όλοι οι ανθόκηποι και τα πάρκα έπρεπε να πυρποληθούν και στη θέση τους χτιστούν εργοστάσια κατασκευής λουκέτων και πλεκτήρια συρματοπλεγμάτων.
Και να΄ ταν μόνο αυτοί οι νόμοι!... Δεν ήταν... Είχε βγάλει τόσους πολλούς νόμους ο Αρπατίλαος, που οι ταλαίπωροι οι Ουρανοπολίτες, ό,τι και να κάνανε, δεν μπορεί, όλο και κάποιον θα παραβιάζανε.
Ο λόξιγκας, ας πούμε, απαγορευόταν αυστηρά. Κι όποιος φταρνίζονταν ή έξυνε τη μύτη του ή έκανε κατακόρυφο στο μπαλκόνι του έπρεπε να πληρώνει βαρύ πρόστιμο.
Τώρα που σας είπα τι έκανε με το μαύρο φτερό, έφτασε η ώρα να σας πω τι έκανε με το τηλεσκόπιο. Το έπαιρνε, λοιπόν, πήγαινε στον πιο ψηλό πύργο του παλατιού, που είχε δώδεκα παράθυρα, και παρατηρούσε την επικράτειά του, που απλώνονταν σαν πιάτο ολόγυρα του. Μόλις έβλεπε κάτι που του άρεσε, την πιο λαχταριστή τηγανιτή πατάτα στο τηγάνι καμιάς νοικοκυράς, ας πούμε, ή την πιο σπαρταριστή τσιπούρα στα δίχτυα κανενός ψαρά, ειδοποιούσε με το γουόκι τόκι τους φρουρούς του, που έσπευδαν με τις μοτοσικλέτες τους, την άρπαζαν, την έβαζαν σε μια χρυσή χαρτοσακούλα και του την έφερναν.
Δεν είναι λοιπόν ν’ απορεί κανείς που οι Ουρανουπολίτες αντιπαθούσαν φοβερά τον Αρπατίλαο. Καμιά φορά, μάλιστα, του έβγαζαν τη γλώσσα ή έκαναν γκριμάτσες πίσω από τη πλάτη του. Άλλοτε πάλι, τάχατες από απροσεξία, πετούσαν μπανανόφλουδες μπροστά στην πύλη του παλατιού, για να γλιστράει και να πέφτει, όταν έβγαινε από το παλάτι, για να επιθεωρήσει τα ορυχεία.
Μια μέρα, ο Αρπατίλαος κάλεσε στην αίθουσα του θρόνου τρεις έμπιστους αυλικούς. Τον Τίλιο Ξεφτίλιο, τον υπασπιστή του, το Βουλίμιο Βλήμα, τον αρχηγό της φρουράς, και το Σαυρίλιο Βρισελιέ, τον αρχιμάγο του παλατιού.
- Μπορείτε να μου εξηγήσετε, τους ρώτησε, γιατί δε με αγαπάνε οι υπήκοοί μου; Έχω βγάλει πάνω από πενήντα νόμους που ορίζουν ότι πρέπει να με αγαπάνε μέχρι σκασμού, αλλά αποτέλεσμα δε βλέπω.
- Μα τι είναι αυτά που λέτε, Μεγαλειότατε; Αστειεύεστε; Και βέβαια σας αγαπάνε! τον διαβεβαίωσε ο Τίλιος Ξεφτίλιος, που ειδικευόταν στις κολακείες και είχε σπουδάσει Εφηρμοσμένη Κολακευτική στο Πανεπιστημίο της Γλειψίας. Σας λατρεύουνε!
-Τότε γιατί ρίχνουνε μπανανόφλουδες μπροστά στην πύλη; επέμεινε ο Αρπατίλαος. Γιατί σπάω τα μούτρα μου, κάθε φορά που πάω να βγω απ’ το παλάτι; Γιατί;
-Ίσως…ίσως… νομίζουν ότι σας αρέσει το πατινάζ! προσπάθησε να εξηγήσει ο Τίλιος Ξεφτίλιος.
Ο Αρπατίλαος τον στραβοκοίταξε!
Ο Σαυρίλιος Βρισελιέ χαμογέλασε σκοτεινά και καταχθόνια.
- Κακά τα ψέματα… Αν και θα έπρεπε, δε σας αγαπάνε, Μεγαλειότατε, είπε παίζονταν ένα κομπολόι από ματόχαντρα στα μακριά κοκαλιάρικα χέρια του. Και θα σας εξηγήσω το γιατί…
- Για λέγε!
- Δε σας αγαπάνε, επειδή τα βράδια ονειρεύονται…
Ο Αρπατίλαος σούφρωσε τα φρύδια.
- Τι σχέση έχει αυτό; ρώτησε.
- Έχει και παραέχει, Μεγαλειότατε, εξήγησε ο Σαυρίλιος. Βλέπουν στον ύπνο τους τούρτες, πυροτεχνήματα και λούνα παρκ, τα συγκρίνουν με τα συρματοπλέγματα κα τα λουκέτα που βλέπουνε στον ξύπνιο τους και δεν είναι ν’ απορεί κανείς που τα βάζουνε μαζί σας!
-Μεγάλος μπελάς τα όνειρα, συμφώνησε ο Βουλίμιος Βλήμας - ήταν παχουλός, ροδοκόκκινος, με σακούλες κάτω από τα μάτια και στήθος γεμάτο παράσημα. Κάτι ονειράκια τόσα δα, που δε σου γεμίζουνε το μάτι, φουντώνουνε καμιά φορά, φουντώνουνε σαν τη φωτιά, γίνονται σίφουνας, λαίλαπα γίνονται και κάνουνε τον κόσμο άνω κάτω!
Ο Αρπατίλαος άλλαξε χρώμα, κοίταξε πίσω από τον ώμο του και ξεροκατάπιε.
-Τι έχετε να προτείνετε; ρώτησε πιπιλώντας την άκρη του σκήπτρου του ανήσυχος.
-Μόνο αν τους στερήσετε τα όνειρα, τότε μόνο θα ησυχάσετε, τον συμβούλεψε ο Βουλίμιος Βλήμας με τη βροντερή φωνή του. Προτείνω να βγάλετε ένα νόμο που θα απαγορεύει αυστηρά τα όνειρα. Και εγώ θα αναλάβω την εφαρμογή του. Θα οργανώσω ονειρικές περιπολίες που θα σπάνε τις πόρτες, θα μπαίνουν στα σπίτια και θα «περιποιούνται» όσους παραβαίνουν το νόμο!
-Εγώ προτείνω να βάλουμε ονειρικά παρκόμετρα δίπλα στα κρεβάτια και να φορολογούμε τα όνειρα, συμβούλεψε ο Τίλιος Ξεφτίλιος, που είχε φήμη οικονομολόγου. Έτσι, δε θα τους συμφέρει να ονειρεύονται και θα τους κοπεί αυτή η κακή συνήθεια.
Ο Αρπατίλαος ζύγισε με το νου του και τις δυο προτάσεις.
-Εσύ, Σαυρίλιε, τι λες; ρώτησε τον τρίτο αυλικό του.
-Λέω ότι τα μέτρα που προτείνουν οι εκλεκτοί συνάδελφοι είναι σοφά αλλά ανεφάρμοστα. Το πρόβλημα με τα όνειρα είναι ότι δεν υπόκεινται εύκολα σε έλεγχο. Είναι κρυμμένα πίσω από τα μέτωπα, πίσω απ' τις ρυτίδες, βαθιά, πολύ βαθιά μέσα στα κεφάλια.
-Θα πρότεινα να τους σπάμε τα κεφάλια, αλλά δεν το προτείνω, γιατί ποιος θα πληρώνει μετά τους φόρους; Ποιος θα σκάβει στα αδαμαντωρυχεία; Ποιος θα πλέκει συρματοπλέγματα;... είπε ο Ξεφτίλιος επιβεβαιώνοντας για μια ακόμα φορά τη διορατικότητά του.
Ο Αρπατίλαος χλώμιασε ακόμα πιο πολύ.
-Δηλαδή δε γίνεται τίποτα; ρώτησε.
-Πώς δε γίνεται! Άμα υπάρχει καλή θέληση, όλα γίνονται, δήλωσε ο Σαυρίλιος. Δώστε μου λίγο χρόνο και σας υπόσχομαι να κάνω μια καταχθόνια εφεύρεση που θα μας απαλλάξει μια και καλή από τα όνειρα των υπηκόων σας.
-Μια βδομάδα σού αρκεί;
-Όχι. Το καλό πράγμα αργεί. Οι μαγικές εφευρέσεις δεν είναι εύκολη υπόθεση. Χρειάζονται χρόνο, σκέψη και έμπνευση.
-Πόσο χρειάζεσαι;
-Εφτά βδομάδες κι εφτά μέρες.
-Να τις κάνουμε έξι; παζάρεψε ο Αρπατίλαος.
Ο Σαυρήλιος κούνησε το κεφάλι του αρνητικά.
-Όχι. Εφτά ακατέβατες. Σε εφτά βδομάδες και εφτά μέρες θα σας παρουσιάσω την εφεύρεσή μου!
Και μ' αυτά τα λόγια, υποκλίθηκε και κατευθύνθηκε προς την πόρτα... Πέρασε έξι στοές και έξι σάλες, ανέβηκε μια αραχνιασμένη σκάλα και τράβηξε για το μυστικό του εργαστήρι….]]
… Και ο βασιλιάς μοίρασε ένα μαγικό μαξιλάρι σε κάθε υπήκοο, παρόμοιο με αυτό που μοιράζουν οι αδαείς ποιμένες και οι ακαλλιέργητοι πνευματικοί, όπως περιγράφεται στην ακόλουθη περίληψη του παραμυθιού:
[[ Σε αυτή τη χώρα, που θα μπορούσε να είναι οποιαδήποτε χώρα, αλλά ο συγγραφέας την ονόμασε Ουρανούπολη, καταστρώθηκε λοιπόν ένα σχέδιο αφανισμού των ονείρων των ανθρώπων. Ένα σατανικό σχέδιο: θα ανάγκαζαν τους υπηκόους να ονειρεύονται μόνο εφιάλτες. Τα χειρότερα και τα πιο αποτρόπαια όνειρα θα τυραννούσαν τον ύπνο τους κι έτσι η εφιαλτική πραγματικότητα θα έμοιαζε πια με παράδεισο. Και σ’ αυτόν τον παράδεισο θεός θα ήταν ο βασιλιάς αυτοπροσώπως. Και θα ήταν ο βασιλιάς τόσο καλός που θα χάριζε σε κάθε υπήκοό του χωριστά από ένα μαξιλάρι. Ένα μαγικό μαξιλάρι. Φτιαγμένο με σκόνη από τύψεις, μαντίλια δακρυσμένα, στεναγμούς μελλοθανάτων, σκιά προδότη, σκουριά από αλυσίδες κι άλλα φριχτά κι απαίσια.
Με ευγνωμοσύνη δέχτηκαν οι υπήκοοι, όπως όλοι οι υπήκοοι, την ξαφνική αυτή γενναιοδωρία του βασιλιά, όταν ο ντελάλης τους ανακοίνωσε τον νέο αυτόν νόμο. Παρέδωσαν όλα τα παλιά τους μαξιλάρια και στη θέση τους έβαλαν τα νέα. Κι έγινε ο ύπνος τους αφόρητος. Καλύτερα να ήταν ξύπνιοι.
«Τα βράδια από τα παράθυρα των σπιτιών άκουγες βασανισμένα αγκομαχητά, άρρυθμες ανάσες και παραμιλητά. Άκουγες λυγμούς και κλάματα και, πού και πού, μια κραυγή πνιγμένη.»
Αλλά και στον ξύπνιο τους τα πράγματα δεν ήταν και τόσο καλύτερα. Σκυφτοί, παραιτημένοι, υποταγμένοι, γκρίζοι και με άδεια μάτια ζούσαν κάτω από έναν μαύρο ουρανό, δούλευαν στα ορυχεία, έχτιζαν φυλακές, έφτιαχναν λουκέτα, έπλεκαν συρματοπλέγματα και, όποτε συναντούσαν τον βασιλιά, έπεφταν στα γόνατα και τον προσκυνούσαν. Ακόμα κι όταν οι φρουροί, όπως όλοι οι φρουροί, τους άρπαζαν το βιος τους δεν έβγαζαν κουβέντα.
Κι όλα κυλούσαν ήσυχα στη χώρα αυτή, όπως σε κάθε χώρα όπου οι άνθρωποι δεν κάνουν πλέον όνειρα.
Ώσπου…]]
Το …ώσπου… το βάζει η ελεύθερη ψυχή αυτού που χωρίς να φύγει από την εκκλησία, ξεφεύγει από την ποίμνη. Δεν φεύγει από τον Χριστό, που μας θέλει ελεύθερους. Φεύγει από τους δυνάστες της πίστης, οι οποίοι απαιτούν τον απόλυτο έλεγχό μας. Γιατί θέλει να έχει το δικαίωμα να ονειρεύεται. Επειδή ξέρει ότι τα όνειρα την βοηθούν να ανέβει πιο ψηλά. Γιατί έχει ακούσει την ψιθυριστή φωνή του ανώτερου εαυτού και του έχει εμπιστοσύνη. Ενδόμυχα γνωρίζει ότι κάποια όνειρα μας βοηθούν να γίνουμε καλύτεροι, να πλησιάσουμε περισσότερο προς την «ομοίωσιν Θεού». Ουσιαστικά να βρούμε τη θεότητα που είναι εντός μας. Ο Θεός δεν είναι πάνω, ψηλά, στους Ουρανούς, στον Παράδεισο. Είναι εντός μας. Αν δε το ονειρευτούμε, πώς θα το ανακαλύψουμε;

Δεν υπάρχουν σχόλια: